Aller au contenu

έκθεση

Définition, traduction, prononciation, anagramme et synonyme sur le dictionnaire libre Wiktionnaire.
Du grec ancien ἔκθεσις, ékthesis.
Cas Singulier Pluriel
Nominatif η  έκθεση οι  εκθέσεις
Génitif της  έκθεσης
εκθέσεως
των  εκθέσεων
Accusatif τη(ν)  έκθεση τις  εκθέσεις
Vocatif έκθεση εκθέσεις

έκθεση (ékthesi) \ˈɛk.θɛ.si\

  1. Exposition.