tagging
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
tagging | taggings |
tagging (en)
- επισημείωση
- τοποθέτηση ετικέτας
- (προγραμματισμός) επισημείωση μεταβλητής
Συγγενικά
[επεξεργασία]Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]tagging (en)
- ενεργητική μετοχή ενεστώτα του tag