rostrum
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]rostrum (en)
- εξέδρα, βήμα ομιλητή
- ρύγχος δελφινιού, δεινόσαυρου κτλ. οποιοδήποτε ραμφώδες ρύγχος ζώου (όμως όχι το ράμφος)
rostrum (en)