relatives

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

[επεξεργασία]

relatives (en)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

relatives (fr) πληθ. του θηλυκού του επιθέτου relatif