produktado
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]produktado (eo)
- η παραγωγή, ο παραγωγικός τομέας της οικονομίας
- la industrio estas baza branĉo de la produktado, η βιομηχανία είναι βασικός κλάδος της παραγωγής