precious
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- precious < (κληρονομημένο) μέση αγγλική precious < παλαιά γαλλική precios < λατινική pretiosus < pretium
Προφορά
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | precious |
συγκριτικός | more precious |
υπερθετικός | most precious |
precious (en)
- πολύτιμος
- ⮡ Gold is a precious metal. - Ο χρυσός είναι πολύτιμο μέταλλο.
- ακριβός (ως έκφραση αγάπης και τρυφερότητας)
Πηγές
[επεξεργασία]- precious - The American Heritage Dictionary of the English Language online. Houghton Mifflin Harcourt.
- precious - Cambridge Dictionary online
- precious - lexico.com. Συνεργασία των Dictionary.com & Oxford University Press, μονόγλωσσο αγγλικό λεξικό © 2019-2022
- precious - Douglas Harper, Online Etymology Dictionary (Διαδικτυακό ετυμολογικό λεξικό) etymonline.com (αγγλικά, από το 2001)
- precious - Merriam–Webster Online Dictionary (μονόγλωσσο λεξικό, αγγλικά, από το 1828)
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα παλαιά γαλλικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (αγγλικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αγγλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (αμερικανικά αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Επίθετα (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)