pesi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
pesi < pes- -i
ρήμα pesi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας pesas pesanta pesata
αόριστος pesis pesinta pesita
μέλλοντας pesos pesonta pesota
υποθετική pesus - -
προστακτική pesu - -

pesi (eo)