monitoring
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
monitoring | monitorings |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]monitoring (en)
- η παρακολούθηση, η επιτήρηση
ενικός | πληθυντικός |
monitoring | monitorings |
monitoring (en)