mandataire

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
mandataire mandataires

Επίθετο

[επεξεργασία]

mandataire (fr) αρσενικό ή θηλυκό