métallique

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /me.ta.lik/
 

Επίθετο

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
métallique métalliques

métallique (fr) αρσενικό ή θηλυκό