lithotriteur

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
lithotriteur lithotriteurs

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

lithotriteur (fr) αρσενικό

Ταυτόσημο

[επεξεργασία]