kalte
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]kalte (de)
- (κλίση χωρίς άρθρο)
- ονομαστική και αιτιατική ενικού, θηλυκού γένους του kalt
- ονομαστική και αιτιατική πληθυντικού, αρσενικού, θηλυκού ή ουδέτερου γένους του kalt
- (με οριστικό άρθρο)
- ονομαστική ενικού, αρσενικού γένους του kalt
- ονομαστική και αιτιατική ενικού, θηλυκού ή ουδέτερου γένους του kalt
- (με αόριστο άρθρο) ονομαστική και αιτιατική ενικού, θηλυκού γένους του kalt