indication
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]indication (en)
- η ένδειξη
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
indication | indications |
indication (fr) θηλυκό
- η ένδειξη, η επισήμανση, η υπόδειξη
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη indiquer