hospitalisation

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

hospitalisation (en) (μη μετρήσιμο)

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]



Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɔs.pi.ta.li.za.sjɔ̃/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
hospitalisation hospitalisations

hospitalisation (fr) θηλυκό

  1. η εισαγωγή στο νοσοκομείο
  2. η νοσηλεία