guérir
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- guérir < ⊟ λείπει η ετυμολογία
Προφορά
[επεξεργασία]Ρήμα
[επεξεργασία]guérir (fr)
- (μεταβατικό) και (αμετάβατο) γιατρεύω, θεραπεύω