exclave

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

exclave (en)

  • τμήμα χώρας που δεν εφάπτεται με αυτήν καθώς παρεμβάλλονται άλλες (ή άλλη)

Αντώνυμα

[επεξεργασία]