documento
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
documento | documentos |
documento (pt) αρσενικό
- το έγγραφο
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
documento | documentos |
documento (pt) αρσενικό