doch
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]Σύνδεσμος
[επεξεργασία]- όμως, πλην
Επίρρημα
[επεξεργασία]doch (de)
- μάλιστα, δη (εμφατικό)
- κι όμως, ναι
Εκφράσεις
[επεξεργασία]- und doch: κι όμως
doch (de)