direito
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
---|---|
direito | direitos |
direito (pt)αρσενικό
- το δίκαιο
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
direito | direitos |
direito (pt)αρσενικό