dia
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | dia | diaj |
αιτιατική | dian | diajn |
dia (eo)
Καταλανικά (ca)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]dia (ca) αρσενικό
Πορτογαλικά (pt)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]dia (pt)
- η μέρα