dart

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ενεστώτας dart
γ΄ ενικό ενεστώτα darts
αόριστος darted
παθητική μετοχή darted
ενεργητική μετοχή darting

dart (en)