congruo

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
congruo < λείπει η ετυμολογία

congruo (la) μτχ. μέλ. congruiturus-a-um