complementary
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | complementary |
συγκριτικός | more complementary |
υπερθετικός | most complementary |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- complementary < complement -ary
Επίθετο
[επεξεργασία]complementary (en)