aware
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | aware |
συγκριτικός | awarer / more aware |
υπερθετικός | awarest / most aware |
Επίθετο
[επεξεργασία]aware (en)
- ενήμερος, αντιλαμβάνομαι κάτι, έχω συναίσθηση, έχω επίγνωση
- ↪ I am not aware of his intentions.
- Δεν είμαι ενήμερος των προθέσεών του.
- ↪ Are you aware of the danger?/Are you aware that you are risking your life?
- Αντιλαμβάνεστε τον κίνδυνο/ότι διακινδυνεύετε τη ζωή σας;
- ↪ You aren’t aware of how deeply you hurt me.
- Δεν αντιλαμβάνεσαι/δεν έχεις συναίσθηση πόσο βαθιά με πλήγωσες.
- ↪ He is not aware of the danger.
- Δεν έχει επίγνωση του κινδύνου.
- ↪ I am not aware of his intentions.
Πηγές
[επεξεργασία]- aware - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 292, 319. ISBN 9780194325684.Oxford University Press]]&rft.isbn=9780194325684&rfr_id=info:sid/el.wiktionary.org:aware"> , λήμμα: ενήμερος, επίγνωση