Timoteo
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Timoteo < αρχαία ελληνική Τιμόθεος
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Timoteo (it) αρσενικό (θηλυκό : Timotea)
Timoteo (it) αρσενικό (θηλυκό : Timotea)