Persisch
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά (de)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Persisch (de) ουδέτερο, μόνο στον ενικό
Δείτε επίσης : persisch |
Persisch (de) ουδέτερο, μόνο στον ενικό