Peintre

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Peintre < peintre (ζωγράφος)

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Peintre (fr)