Paket

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Paket (de) ουδέτερο

  • το πακέτο
    gib ihm dieses Paket - δώσε του αυτό το πακέτο