νήμα της στάθμης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- νήμα της στάθμης < ⊟ λείπει η ετυμολογία
Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]νήμα της στάθμης ουδέτερο
- εργαλείο που αποτελείται από σπάγκο με ένα βάρος στην άκρη του και χρησιμοποιείται για να δείξει την κατακόρυφο