Μετάβαση στο περιεχόμενο

SMS Goeben

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
SMS Goeben
Το καταδρομικό μάχης Goeben εν πλω (1912).
Πληροφορίες
Τύπος και κλάσηΚαταδρομικό μάχης κλάσης Moltke.
ΝαυπηγείοBlohm & Voss στο Αμβούργο
Bau-Nr. 201
Έναρξη ναυπήγησης7 Δεκεμβρίου 1909
Καθέλκυση28 Μαρτίου 1911
Έξοδα κατασκευής41,5 εκατομμύρια Μάρκα
Ένταξη σε υπηρεσία2 Ιουλίου 1912
Δίδυμα σκάφηSMS Moltke
Χρήσηναυαρχίδα από το 1914 και μετά
ΚατάληξηΑπόσυρση το 19731976
Γενικά χαρακτηριστικά
Εκτόπισμα22.979 t - 25.400 t
Μήκος186,5 m
Πλάτος29,5 m
Βύθισμα9 m
Πρόωση4 ανθρακοκίνητες ατμομηχανές
2 τουρμπίνες ατμού Parsons
4 προπέλες
συνολικής ισχύος 85.661 WPS
Ταχύτητα28 kn (περίπου 53 km/h)
Αυτονομία4.120 νμ στους 14 κόμβους
Πλήρωμα1053 άνδρες (αξ/κοί και ναύτες)
Οπλισμός10 x 28 cm L/50 SK
12 x 15 cm L/45 SK
12 x 8,8 cm L/35 SK
(από το 1916 και μετά: 4 Flak 8,8 cm)
4 x 50 cm-Τορπιλοσωλήνες
Θωράκιση
  • Κατάστρωμα: 50 m
    * Θωρηκτή ζώνη: 270 mm
    * Πύργος διακυβέρνησης: 350 mm
    * Πυργίσκοι: 230 mm
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Το Γκαίμπεν (γερμανικά: SMS Goeben) ήταν καταδρομικό μάχης του Γερμανικού Αυτοκρατορικού Ναυτικού κλάσης Μόλτκε, εκ του πρωτοπόρου της σειράς ναυπήγησης, με σημαντική δράση στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και κατόπιν υπό το όνομα Γιαβούζ Σουλτάν Σελίμ (προς τιμή του Σελίμ Α΄) αποτέλεσε ναυαρχίδα του Οθωμανικού Αυτοκρατορικού Ναυτικού και στη συνέχεια΄ως Γιαβούζ του Τουρκικού Στόλου. Στην εποχή του χαρακτηριζόταν απλούστερα θωρηκτό. Το όνομά του δόθηκε προς τιμή του Πρώσου στρατάρχη Αυγούστου Καρόλου φον Γκαίμπεν (1816 – 1880) που είχε διακριθεί στον Γαλλοπρωσικό πόλεμο.

Το Γκαίμπεν, εκτός του ότι αποτέλεσε ένα από τη θρυλική επτάδα των θωρηκτών του γερμανικού καϊζερικού ναυτικού, υπήρξε το μακροβιότερο σε ενεργό υπηρεσία θωρηκτό πλοίο του κόσμου, υπερβαίνοντας κατά μία 10ετία μισόν αιώνα[1]. Το πρόθεμα SMS (= Seiner Majestät Schiff) σημαίνει "Πλοίο της Αυτού Μεγαλειότητος", αντίστοιχο με το "HMS" των πλοίων του Βασιλικού Βρετανικού Ναυτικού, ή του ΒΠ (= Βασιλικό Πλοίο) του ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού.

Γενικά χαρακτηριστικά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ναυπηγήθηκε στο Αμβούργο (ναυπηγεία Blohm und Voss) για λογαριασμό του γερμανικού ναυτικού μέσα σε 16 μήνες (Δεκ. 1909 μέχρι Μαρτ. 1911) με συνολικό κόστος 41,5 εκατομμύρια Μάρκα. Καθελκύστηκε στις 28 Μαρτίου του 1911 και τέθηκε σε ενεργό υπηρεσία, μετά τους απαραίτητους εξοπλισμούς και δοκιμές στις 2 Ιουλίου του 1912.
Ναυπηγικά χαρακτηριστικά: Ολικό Μήκος: 186 m, Μέγιστο Πλάτος: 29,5 m, Μέσο Βύθισμα: 8,2 m, πλήρες φόρτου 9 m. Εκτόπισμα 22.640 τόν., και πλήρους φόρτου 25.400 τον. Έφερε μία μακρά υπερκατασκευή (μεσόστεγο) από του μέσου και πρύμνηθεν επί της οποίας έδραζαν δύο μονοί ισοϋψείς μονοκέραιοι ιστοί μεταξύ των οποίων δύο φαρδείς καπνοδόχοι, καθώς και δύο βαρέος τύπου φορτωτήρες για ανάγκες φόρτωσης πυρομαχικών, ανθράκευσης, ανέλκυσης - καθαίρεσης ατμακάτων κ.ά. Στη δε οξύρυγχη πλώρη του έφερε τρεις άγκυρες, μία στη δεξιά μάσκα και δύο στην αριστερή.
Μηχανικά χαρακτηριστικά: Για την πρόωσή του το Γκαίμπεν έφερε ως κύριες μηχανές, τέσσερις ατμοστροβίλους, τύπου Πάρσονς, που κατέληγαν σε τέσσερις άξονες και συνεπώς σε τέσσερις έλικες (τριπτέρυγες), συνολικής ιπποδύναμης 51.290 ίππων (SHP), προσδίδοντας μεγίστη ταχύτητα 28,5 κόμβους, ικανή ώστε το πλοίο να χαρακτηρίζεται εξ αυτής "καταδρομικό γραμμής". Οι δε παραπάνω ατμοστρόβιλοι, φερόμενοι σε δύο μηχανοστάσια, εν σειρά, τροφοδοτούνταν με ατμό από 24 γαιανθρακολέβητες, υδραυλωτούς ταχείας κυκλοφορίας ατμολέβητες τύπου Σούλτς-Θόρνυκροφτ (Schulz-Thornycroft), φερόμενοι σε δύο μπλοκ, ανά 6, δηλαδή σε 4 λεβητοστάσια.[2] Πρώραθεν των λεβητοστασίων έφερε δύο ανθρακαποθήκες χωρητικότητας 1500 τόνων έκαστη. Η δε κατανάλωση γαιανθράκων σε πορεία έξι ωρών ήταν 0.712 κιλά ανά hp / ώρα σε 70.300 SHP (52.400 kW ). Έτσι με ταχύτητα πλεύσης, ή οικονομική ταχύτητα, 14 κόμβων η ακτίνα ενέργειάς του, χωρίς ανεφοδιασμό, κάλυπτε απόσταση 4.120 ν.μ. Στις δε βοηθητικές μηχανές του πλοίου περιλαμβάνονταν έξι ηλεκτρογεννήτριες που απέδιδαν 1.200 kW (1.600 hp) ισχύος 225 βολτ.
Οπλισμός: Το κύριο ή βαρύ πυροβολικό του σκάφους συγκροτούσαν 10 τηλεβόλα (κανόνια) των 280 mm, μήκους 14 μ. και βάρους 41,5 τόνων έκαστο, φερόμενα στο κύριο κατάστρωμα σε πέντε θωρακισμένους δίδυμους πύργους, εκκεντρισμένους κατά το διάμηκες άξονα, ένα πρώραθεν του μεσοστέγου, δύο πρύμνηθεν αυτού, σε ανισόπεδη διάταξη, και από ένα ανά πλευρά, στο μεσόστεγο, σε διαγώνια μεταξύ τους διάταξη. Τα τηλεβόλα αυτά είχαν δυνατότητα ύψωσης 16 μοιρών από του οριζοντίου επιπέδου, (σε γαλήνη), μετά από βελτίωση που υπέστησαν το 1916 με μέγιστο δραστικό βεληνεκές τα 19.000 m. Η δε ταχύτητα μηχανικής αναχορηγίας τους (βολής) ήταν τρία βλήματα ανά λεπτό, βάρους έκαστου 300 kgr (670 λιβρών). Συνολικά σε συνήθη φόρτο το πλοίο έφερε αποθηκευμένα 300 τέτοια βλήματα (30 ανά τηλεβόλο), ενώ σε μέγιστο φόρτο έφθαναν και τα 800.
Το δευτερεύον πυροβολικό αποτελούνταν α) από δώδεκα πυροβόλα των 150 mm (5,9 in) τύπου SK-L / 45 φερόμενα σε θωρακισμένα πυροβολεία στο κεντρικό τμήμα, επί του μεσοστέγου, με αποθηκευμένα 1800 βλήματα (150 ανά πυροβόλο) με δραστικό βεληνεκές, κατόπιν βελτίωσης, περίπου 18.300 μ. καθώς και β) από δώδεκα ελαφρύτερα πυροβόλα των 88 χιλιοστών (3,5 ιντσών) εμπρός, πίσω και γύρω από τη θωρηκτή γέφυρα του πλοίου που αργότερα (το 1916) αντικαταστάθηκαν από τέσσερα πυροβόλα τύπου Flak εγκατεστημένα στο πρυμναίο τμήμα του μεσοστέγου (υπερδομής).
Τέλος γ) τον βοηθητικό οπλισμό του σκάφους συμπλήρωναν τέσσερις τορπιλοσωλήνες των 500 χιλιοστών (ή 40 ιντσών) που έφερε υπό την ίσαλο γραμμή σε διάταξη ανά ένα στην πλώρη, την πρύμνη, και ανά πλευρά πλοίου, χρησιμοποιώντας τορπίλες τύπου G/7, με μέγιστο βεληνεκές 9.500 m, με ταχύτητα 27 κόμβους, ή 4.000 m, με 32 κόμβους. Το Γκαίμπεν έφερε 11 τέτοιες τορπίλες.
Θωράκιση: Το Γκαίμπεν έφερε θωράκιση τύπου K/C, ή K.C. (εκ του Krupp-Cimented) του ομώνυμου γερμανικού εργοστασίου που αποτελούσε την τελευταία εξέλιξη του είδους σε ποιότητα, αντοχή και βάρος ανατρέποντας κάθε προηγούμενη παραδεκτή θωράκιση, ακόμα και την αμερικανική. Τούτο σε συνδυασμό με την πρόοδο που σημειώθηκε ως προς τη διάταξη των θωράκων και θωρακισμένων στεγανών διαμερισμάτων που εφαρμόστηκε στο πλοίο καθιστούσε αυτό "ακαταβύθιστο" τουλάχιστον από εχθρικά πυρά ακόμα και μεγαλυτέρου διαμετρήματος τηλεβόλων που έφερε. Συγκεκριμένα η θωράκιση του Γκαίμπεν κάλυπτε υπέρ το κύριο κατάστρωμα πέραν του μεσοστέγου κατά 50 μ. εκτεινόμενο μέχρι και τους πύργους των τηλεβόλων δημιουργώντας μεταξύ αυτού και του κυρίου καταστρώματος θωρακισμένα διαμερίσματα, καλύπτοντας πλήρως τις βληματαποθήκες και τους μηχανισμούς αναχορηγίας των τηλεβόλων και πυροβόλων. Εκατέρωθεν των πλευρών του πλοίου και παρά την ίσαλλο έφερε θωρακική ζώνη ενισχυμένη περισσότερο προς την πλώρη από την προς την πρύμνη προστατεύοντας έτσι ζωτικά μέρη του πλοίου (μηχανοστάσια, λεβητοστάσια, βληματαποθήκες κ.λπ.) δημιουργώντας έτσι ομοίως όπως στο κατάστρωμα πλευρικές θωρακισμένες δεξαμενές. Σημειώνεται ότι η παραπάνω θωρακική διάταξη είχε αρχίσει να εφαρμόζεται σε θωρηκτά από το έτος 1905 όπου και καθιερώθηκε στη συνέχεια ευρύτατα.[3]
Πλήρωμα:

Το ΑΜΠ Γκαίμπεν και ο θυρεός του

Βαλκανικοί πόλεμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λίγους μήνες μετά, την ενεργοποίηση του Γκαίμπεν, ξέσπασε ο Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος (Οκτώβριος του 1912). Τότε το γερμανικό Γενικό Επιτελείο αποφάσισε να συστήσει τη λεγόμενη "Ναυτική μοίρα της Μεσογείου" ως λίαν απαραίτητη για την παρουσία και προβολή της Γερμανικής Αυτοκρατορίας, (Μεγάλη Δύναμις της εποχής) στην περιοχή της Μεσογείου. Τη νεοσύστατη αυτή μοίρα ορίστηκαν να συγκροτήσουν το νεότευκτο θωρηκτό καταδρομικό Γκαίμπεν και το ελαφρύ καταδρομικό Μπρεσλάου (Breslau) με εντολή αποστολής στην Κωνσταντινούπολη. Διοικητής της μοίρας αυτής ορίσθηκε ο υποναύαρχος Γκόφμαν. Τα εν λόγω πλοία απέπλευσαν από το Κίελο στις 4 Νοεμβρίου, και στις 15 Νοεμβρίου 1912 κατέπλευσαν στην Κωνσταντινούπολη, παραμένοντας εκεί σε όλη τη διάρκεια του πολέμου, διατηρώντας πλήρη ουδετερότητα, στις επιχειρήσεις του ελληνικού βασιλικού ναυτικού στο Αιγαίο και τον αποκλεισμό του οθωμανικού αυτοκρατορικού στόλου στα Δαρδανέλια, εκτός του καταδρομικού Χαμιδιέ, που κατάφερε να εξέλθει και να κινείται μεμονωμένα.
Στα πλαίσια της Πρεσβευτικής Συνδιάσκεψης που ακολούθησε μετά την αποτυχία της Ειρηνευτικής Συνδιάσκεψης του Λονδίνου, εξαιτίας κινήματος των Νεοτούρκων στην Κωνσταντινούπολη και συνεχιζόμενου του πολέμου μεταξύ του Βασιλείου της Ελλάδος και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, περί τα μέσα Μαρτίου (1913) η εν λόγω γερμανική μοίρα κατέπλευσε στη Θεσσαλονίκη. Από δε τον Απρίλιο του 1913, το Γκαίμπεν επισκέφθηκε πολλούς μεσογειακούς λιμένες, συμπεριλαμβανομένων της Βενετίας, της Πόλας στην Ίστρια, (σημερινή Πούλα), και της Νάπολης, πριν από την αναχώρηση σε αλβανικά ύδατα. Μετά από αυτό το ταξίδι, επέστρεψε στην Πόλα όπου και παρέμεινε εκεί ελλιμενισμένο για δύο μήνες από 21 Αυγούστου μέχρι 16 Οκτωβρίου για συντήρηση.

Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με την έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. ευρισκόμενο στη Μεσόγειο μαζί με το επίσης Γερμανικό Μπρέσλαου, υπό τον ναύαρχο Βίλχελμ Σουσόν, προέβη στο βομβαρδισμό λιμένων της γαλλοκρατούμενης Αλγερίας. Προκειμένου να αποφύγει συνάντηση με τα αγγλικά πολεμικά μετά την είσοδο της Αγγλίας στο πόλεμο, κατέπλευσε στη νήσο Δονούσα ανατολικά της Νάξου όπου και παρέμενε αποκρυπτόμενο, παρά την επί δεκαπενθήμερο αναζήτησή του. Μετά τον κατάπλου και του Μπρέσλαου προέβησαν σε επείγουσα ανθράκευση(*) και απέπλευσαν προς Δαρδανέλλια όπου κατάφεραν παρά τον εντοπισμό τους και την καταδίωξη των αγγλικών πλοίων να εισέλθουν στις 10 Αυγούστου του 1914 και να φθάσουν στη Προποντίδα.

Στην έντονη διαμαρτυρία του Άγγλου πρέσβη προς τη Υψηλή Πύλη για παραβίαση της ουδετερότητας, η Γερμανία εκχώρησε και τα δύο αυτά πολεμικά στη Τουρκία που μετονομάστηκαν το μεν Γκαίμπεν σε Γιαβούζ Σουλτάν Σελήμ (ή απλά Γιαβούζ), το δε Μπρέσλαου σε Μιντιλού (=Μυτιλήνη) χωρίς όμως να αλλαχθούν τα πληρώματα, που συνέχισαν να αποτελούνται από Γερμανούς. Παρά την ουδετερότητα της Τουρκίας, ο Σουσόν οδήγησε τα πλοία του σε βομβαρδισμό ρωσικών θέσεων στην Κριμαία στις 28 Οκτωβρίου 1914, με άμεσο αποτέλεσμα την κήρυξη του πολέμου από τη Ρωσία στην Οθωμανική Αυτοκρατορία.

Το Γιαβούζ και το Μιντιλού εξήλθαν ξανά στον Εύξεινο και ήλθαν σε ναυμαχία με ρωσική μοίρα θωρηκτών (18 Νοεμβρίου 1914), διαρκούσης της ναυμαχίας το Γιαβούζ προσέκρουσε σε δύο νάρκες (μία από δεξιά και μία από αριστερή πλευρά) και υπέστη μεγάλες ζημιές. Στη προσπάθεια να επαναπλεύσει στον Βόσπορο με μικρή ταχύτητα δέχθηκε αεροπορική προσβολή από αγγλικά αεροσκάφη, με αποτέλεσμα να βρεθεί εκτός δράσης για αρκετούς μήνες. Η δράση του επαναλήφθηκε το 1915, οπότε και επιτέθηκε σε ρωσικά μεταφορικά πλοία, και ενεπλάκη αρκετές φορές με ρωσικά θωρηκτά. Η εμφάνιση όμως της νέας ρωσικής κλάσης «ντρέντνωτ», το ανάγκασε να εγκαταλείψει τη δράση του στη Μαύρη Θάλασσα από το καλοκαίρι του 1916.

Τον Ιανουάριο του 1918 εξήλθε μαζί με το Μιντιλού από τα Στενά στο Αιγαίο και βύθισε δύο αγγλικά ελαφρά σκάφη, αλλά σε πρόσκρουση σε νάρκες το μεν Μιντιλού βυθίστηκε παρά την Ίμβρο, το δε Γιαβούζ κατόρθωσε να επαναπλεύσει στη Ναγαρά όπου και προσάραξε.

Με την υπογραφή της ανακωχής το Γιαβούζ τέθηκε υπό αγγλική μεσεγγύηση και προσορμίστηκε στη Νικομήδεια. Μετά δε τη Συνθήκη της Λωζάνης επεστράφη στη Τουρκία και μετά την αποκατάσταση των ζημιών κατά το διάστημα 1924-1929 αποτέλεσε ισχυρή μονάδα του τουρκικού ναυτικού, τόσο ώστε να σκέπτεται η Ελλάδα την εκκρεμούσα αγορά του θωρηκτού Σαλαμίς για τυχόν αντιμετώπισή του. Η ακολουθούμενη όμως σύσφιξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων αποσόβησε μια τέτοια αγορά. Παρέμεινε η ναυαρχίδα του Τουρκικού Ναυτικού ως το 1950, οπότε αποσύρθηκε. Διαλύθηκε το 1973.

Το Γκαίμπεν διαδραμάτισε σπουδαίο μέρος στην Ιστορία του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου διότι επιτάχυνε την έξοδο της Τουρκίας εκ της ουδετερότητάς της υπέρ της Γερμανίας.

(*) Η ανθράκευση έγινε από το γερμανικό ανθρακοφόρο Bogador που έφερε το ελληνικό όνομα Πολύμητις (ή πιθανόν αναγραμματισμός του ονόματος Πολυτίμη) επανδρωμένο με Έλληνες.

  1. Brice, Martin H.
  2. Σημειώνεται ότι ήδη από του 1905 οι ατμοστρόβιλοι αποτελούσαν το προτιμητέο μέσον πρόωσης των περισσοτέρων πολεμικών πλοίων. Από δε του 1914 οι παλαιότερες εμβολοφόρες ατμομηχανές είχαν πλέον εξαλειφθεί σε πολεμικά πλοία σε αντίθεση με τα εμπορικά πλοία.
  3. Μ. Ματσάκης σ.164-165.
  • Μύρων Ματσάκης "Το Σύγχρονον Πολεμικόν Ναυτικόν - Ιστορία και εξέλιξις" - Αθήναι 1973.
  • Brice, Martin H. "SMS Γκαίμπεν / TNS Yavuz: Το αρχαιότερο Ντρέντνωτ σε ύπαρξη - Ιστορία και τεχνικές λεπτομέρειες». Warship International (Πολεμικό πλοίο Διεθνή). Toldedo, OH: Naval Records Club (1969). VI (4): 272 - 279.

Αγγλική βιβλιογραφία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Bennett, Geoffrey: "Naval Battles of the First World War" (Ναυμαχίες του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου). Εκδόσεις Pen & Sword Military Classics - Λονδίνο 2005. ISBN 978-1-84415-300-8. OCLC 57750267.
  • Buxton, Ian. "Big Gun Monitors" (Μεγάλα Κανονιοφόρα): Μελέτη, Κατασκευή και Επιχειρήσεις 1914-1945 (2ο, αναθεωρήθηκε και επεκτάθηκε ed.). Εκδ. Annapolis, MD: Naval Institute Press (2008). ISBN 978-1-59114-045-0.
  • Campbell, NJM. "Καταδρομικά μάχης - Ειδικά Πολεμικά πλοία 1. Εκδ. Conway Maritime Press - Γκρίνουϊτς Αγγλία (1978). ISBN 978-0-85177-130-4.
  • Corbett, Julian. "Naval Operations" (Ναυτικές επιχειρήσεις). Ιστορία του Μεγάλου Πολέμου: Βασισμένη σε επίσημα έγγραφα. II (ανατύπωση από τη δεύτερη έκδοση 1929). Λονδίνο και Νάσβιλ, Τενεσί: Αυτοκρατορικό Πολεμικό Μουσείο σε συνεργασία με τη Battery Press (1997). ISBN 978-1-870423-74-8.
  • Deringil, Σελίμ. " Η Τουρκική Εξωτερική Πολιτική κατά τη διάρκεια του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου: «ενεργή» Ουδετερότητα. LSE Μονογραφίες στις Διεθνείς Σπουδές. Εκδ.: Cambridge University Press (2004). ISBN 978-0-521-52329-5.
  • Gardiner, Robert - Γκρι, Randal, eds. "Conway's All the World's Fighting Ships: 1906–1921" (Conway Όλα τα πολεμικά πλοία του κόσμου): 1906-1921. Annapolis: Ναυτικός Τύπος ιδρύματος (1985). ISBN 978-0-87021-907-8.
  • Güvenç, Serhat - Barlas, Dilek. "Ναυτικό του Ατατούρκ": Προσδιοριστικοί παράγοντες της τουρκικής ναυτικής πολιτικής, 1923-1938". Εφημερίδα των Στρατηγικών Μελετών. Λονδίνο (2003): Routledge. 26 (1): 1. DOI : 10.1080 / 01402390308559306. ISSN 1743-937X.
  • Halpern, Paul G. "Η Ναυτική Ιστορία του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου". Annapolis: Ναυτικός Τύπος ιδρύματος (1995). ISBN 978-1-55750-352-7.
  • Hamilton, Richard F. Herwig, Holger H. "Οι αποφάσεις για τον πόλεμο, 1914-1917", Εκδ: Cambridge University Press (2005). ISBN 978-0-51119-678-2.
  • Herwig, Holger H. "Luxury" Fleet (Ο "Πολυτελής" Στόλος): Το Αυτοκρατορικό γερμανικό ναυτικό 1888-1918. Εκδ. Amherst, Νέα Υόρκη : Βιβλία ανθρωπότητας. (1998) [1980]. ISBN 978-1-57392-286-9. OCLC 57239454.
  • Hough, Richard. "Dreadnought: Η ιστορία του σύγχρονου Θωρηκτού". Εκδ. Cornwall, Ηνωμένο Βασίλειο: Penzance (2003) ISBN 978-1-904381-11-2.
  • Langensiepen, Bernd - Güleryüz, Αχμέτ. Το Οθωμανικό Ατμοκίνητο Ναυτικό 1828-1923. Εκδ: Conway Maritime Press - Λονδίνο (1995). ISBN 978-0-85177-610-1.
  • McLaughlin, Stephen: "Predreadnoughts έναντι Dreadnought: Η δράση στα ανοικτά του Ακρωτηρίου Sarych, 18 Νοέμβρη, 1914". Στην Πρέστον, Antony. Πολεμικό πλοίο 2001-2002. Εκδ: Conway Maritime Press. Λονδίνο (2001). σελ. 117-140. ISBN 978-0-85177-901-0.
  • Nekrasov, George. "Βόρεια της Καλλίπολης: Ο στόλος της Μαύρης Θάλασσας σε πόλεμο 1914-1917". Ανατολικής Ευρώπης μονογραφίες. CCCXLIII. Boulder, Κολοράντο: Ανατολική Ευρώπη Μονογραφίες (1992). ISBN 978-0-88033-240-8.
  • Staff, Gary : "Γερμανικά θωρηκτά: 1914-1918". Εκδ.: Osprey βιβλία. - Οξφόρδη (2006). ISBN 978-1-84603-009-3.
  • Stillwell, Paul : "Θωρηκτό Μισούρι: Μια διευκρινιστική ιστορία". Εκδ: Ναυτικό Ινστιτούτο Τύπου - Αννάπολις, Μέριλαντ (1996). ISBN 978-1-55750-780-8.
  • Sturton, Ian, ed. "Conway's, Όλες οι Ναυμαχίες του κόσμου: 1906 έως σήμερα". Λονδίνο: Conway Maritime Τύπος (1987). ISBN 978-0-85177-448-0. OCLC 246.548.578.
  • Whitley, MJ. "Θωρηκτά του Β 'Παγκοσμίου Πολέμου: Διεθνής Εγκυκλοπαίδεια". Εκδ. Ναυτικό Ινστιτούτο Τύπος - Αννάπολις, Μέριλαντ: (1998). ISBN 978-1-55750-184-4. OCLC 40834665.
  • Willmott, HP. "Θωρηκτό". Εκδ: Cassell Military - Λονδίνο (2002). ISBN 978-0-304-35810-6.
  • Worth, Richard :"Στόλοι του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου". Εκδ: Da Capo Press - Cambridge, MA. (2001). ISBN 978-0-306-81116-6.

Γαλλική βιβλιογραφία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Bernard Ireland, Cuirassés du xxe siècle, St-Sulpice (Suisse), Éditions Airelles, 2004 (ISBN 2-88468-038-1)
  • Antony Preston, Histoire des Croiseurs, Paris, Fernand Nathan Éditeurs, 1981 (ISBN 2-09-292027-8)
  • H. W. Wilson, Les Flottes de Guerre au combat Tome 2 La Grande Guerre 1914-1918, Paris, Payot, 1928

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]