Σαντζάκι του Ευρίπου
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Σαντζάκι του Ευρίπου | |
---|---|
1471–1833 | |
Χώρα | Οθωμανική Αυτοκρατορία |
Διοικητική υπαγωγή | Εγιαλέτι του Αρχιπελάγους και Εγιαλέτι της Ρούμελης |
Πρωτεύουσα | Χαλκίδα |
Ίδρυση | 1471 |
Διοίκηση | |
• Επικεφαλής | Sanjak-bey of Eğriboz |
δεδομένα ( ) |
Το Σαντζάκι του Ευρίπου (οθωμανικά τουρκικά: Sancak-i/Liva-i Eğriboz) ήταν δευτέρας τάξεως οθωμανική επαρχία (σαντζάκι ή λιβάς), η οποία περιελάμβανε την ανατολική ηπειρωτική Ελλάδα.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το σαντζάκι δημιουργήθηκε το 1471, μετά την οθωμανική κατάκτηση της ενετικής αποικίας του Νεγροπόντε (1470). Το Νεγροπόντε ενώθηκε με τα εδάφη που κατακτήθηκαν από το πρόσφατα (1456) κατακτημένο Δουκάτο των Αθηνών, το οποίο μέχρι τότε διοικείτο από το σαντζακμπέη των Τρικάλων, για να σχηματιστεί η νέα επαρχία, που περιλάμβανε όλη την ανατολική ηπειρωτική Ελλάδα.
Σύμφωνα με τον γεωγράφο του 17ου αιώνα, Χατζί Χαλίφα, χωριζόταν σε δέκα συνοικίες (καζάς): το Εργκιμπόζ (Εύριπο), που περιλάμβανε την κεντρική Εύβοια, το Κιζίλ Χισάρ (Κάρυστο, στη νότια Εύβοια), το Οντερμπός (Ωρεοί, στη βόρεια Εύβοια), το Ιζντίν/Ζειτούν (Ζητούνι, σύγχρονη Λαμία), το Μοντουνίς (Μεντενίτσα), την Ταλάντα (Αταλάντη), την Ατίνα (Αθήνα, με το μεγαλύτερο μέρος της Αττικής), την Εγκίνα (Αίγινα), την Ιστίφα (Θήβα), το Εσενταμπάντ (Τουρκοχώρι), το Μεστουμπέ, το Ρουμπούς (Ωρωπός), την Κέφσα (Κηφισιά) και τα Μέγαρα.[1] Οι πηγές των αρχών του 19ου αιώνα αναφέρουν μόνο εννέα: Εργκιμπόζ, Ταλάντα, Λιβαντγιά (Λιβαδειά), Κιζίλ Χισάρ, Σαλνά (Σαλώνα), Ιζντίν, Ιστίφα, Ατίνα και Εσενταμπάντ.[2]
Ωστόσο, η ίδια η πόλη της Αθήνας ήταν προσωπική ιδιοκτησία του Κιζλάρ Αγά, του ισχυρού Αρχηγού Μαύρου Ευνούχου του Αυτοκρατορικού Χαρέμιου, και διοικούνταν στο όνομά του από έναν βοεβόδα. Όπως όλες οι άλλες επαρχίες της νότιας Ελλάδας, από το 1533 το σαντζάκι υπήχθη στο Εγιαλέτι του Αρχιπελάγους, υπό τον αρχιναύαρχο του Οθωμανικού Ναυτικού, τον Καπουδάν Πασά.
Το μεγαλύτερο μέρος του σαντζακίου ξεσηκώθηκε σε εξέγερση κατά την πρώιμη περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης και οι Έλληνες αντάρτες ίδρυσαν μια περιφερειακή διοίκηση γνωστή ως Άρειος Πάγος της Ανατολικής Ηπειρωτικής Ελλάδας. Ο έλεγχος της περιοχής μετατοπίστηκε μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων κατά τη διάρκεια του πολέμου, αλλά η Θήβα παρέμεινε στα χέρια των Οθωμανών και η Εύβοια κρατήθηκε από τον ικανό Ομέρ Πασά του Κιζίλ Χισάρ. Τα τελευταία οθωμανικά προπύργια παραδόθηκαν στον ελληνικό έλεγχο μόνο το 1832–1833, αφού η οθωμανική κυβέρνηση αναγνώρισε την ελληνική ανεξαρτησία.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Rumeli und Bosna, geographisch beschrieben, von Mustafa ben Abdalla Hadschi Chalfa. Aus dem Türkischen übersetzt von J. v. Hammer (στα Γερμανικά). Vienna: Verlag des Kunst- und Industrie-Comptors. 1812. σελίδες 105–111.
- ↑ «Reisen ins Osmanische Reich» (στα γερμανικά). Jahrbücher der Literatur (Vienna: C. Gerold) 49–50: 22. 1830. https://books.google.com/books?id=3_0aAAAAYAAJ.