Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ελληνικός πολιτισμός

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Πολιτισμός της Ελλάδας)
Ο Παρθενώνας είναι ένα διαρκές σύμβολο της αρχαίας Ελλάδας και της αθηναϊκής δημοκρατίας. Θεωρείται ως ένα από τα μεγαλύτερα πολιτιστικά μνημεία στον κόσμο.

Ο Ελληνικός Πολιτισμός έχει εξελιχθεί εδώ και χιλιάδες χρόνια, ξεκινώντας από τη Μινωική και αργότερα στη Μυκηναϊκή Ελλάδα, συνεχίζοντας κυρίως στην Κλασική Ελλάδα, επηρεάζοντας παράλληλα τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και τον διάδοχό της τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Άλλοι πολιτισμοί και κράτη όπως τα Φραγκικά κράτη, η Οθωμανική Αυτοκρατορία, η Ενετική Δημοκρατία και οι βαυαρικές και δανικές μοναρχίες έχουν επίσης αφήσει την επιρροή τους στον σύγχρονο ελληνικό πολιτισμό.

Οι σύγχρονες δυτικές δημοκρατίες οφείλει χρέος στις ελληνικές αρχές και πεποιθήσεις για διακυβέρνηση από τον λαό, για δίκη από ενόρκους και για ισότητα υπό τον νόμο. Οι αρχαίοι Έλληνες πρωτοστάτησαν σε πολλούς τομείς που βασίζονται στη συστηματική σκέψη, συμπεριλαμβανομένης της βιολογίας, της γεωμετρίας, της ιστορίας,[1] της φιλοσοφίας και της φυσικής. Εισήγαγαν τόσο σημαντικές λογοτεχνικές μορφές ποίησης όπως η επική και η Λυρική ποίηση, η ιστορία, η τραγωδία και η κωμωδία. Επιδιώκοντας την τάξη και την αναλογία, οι Έλληνες δημιούργησαν ένα ιδανικό πρότυπο ομορφιάς που επηρέασε έντονα τη δυτική τέχνη.[2]

Απεκατεστισμένη βόρεια είσοδος με τοιχογραφία ταύρου του ανακτόρου της Κνωσού (Κρήτη), με μερικούς μινωικούς πολύχρωμους κίονες

Ο πρώτος μεγάλος αρχαίος ελληνικός πολιτισμός ήταν οι Μινωίτες, ένας πολιτισμός του Αιγαίου της Εποχής του Χαλκού στην Κρήτη και σε άλλα νησιά του Αιγαίου, που ήκμασε από το 3000 π.Χ. έως το 1450 π.Χ. και, μετά από μια όψιμη περίοδο παρακμής, τελείωσε τελικά γύρω στο 1100 π.Χ. κατά τους πρώιμους ελληνικούς "Σκοτεινούς Αιώνες". Στο απόγειο της δύναμής τους, έχτισαν αρχιτεκτονική που κυμαίνονταν από τα σπίτια της πόλης μέχρι και Μινωικά ανάκτορα. Παράδειγμα αυτής της κατασκευής ήταν το ανάκτορο στην Κνωσό, το οποίο αποτελούνταν από δύο έως τρία επίπεδα, είχε πάνω από 500 δωμάτια και πολλές βεράντες με προστώες και σκάλες. Το εσωτερικό αυτού του ανακτόρου περιλάμβανε μνημειώδεις αίθουσες δεξιώσεων, τεράστια διαμερίσματα για τη βασίλισσα και τις παράνυμφους, λουτρά με πλήρη συστήματα ύδρευσης και αποχέτευσης, αποθήκες τροφίμων, καταστήματα, θέατρα, αθλητικούς χώρους και άλλες ανέσεις. Οι τοίχοι ήταν κτισμένοι από υψηλής ποιότητας τοιχοποιία που ήταν καλυμμένοι με πολύ διακοσμημένες τοιχογραφίες.

Αργότερα, ο Μυκηναϊκός πολιτισμός έχτισε ανακτορικές κατασκευές στις Μυκήνες, την Τίρυνθα και την Πύλο.

Ο ναός του Ηφαίστου στον λόφο του Αγοραίου Κολωνού, περίπου του 449 π.Χ., άγνωστος αρχιτέκτονας

Μετά τον ελληνικό "σκοτεινό αιώνα", η αρχιτεκτονική εξελίχθηκε σε ένα ύφος που, μαζί με τη ρωμαϊκή, ενέπνευσε την κλασική αρχιτεκτονική και αργότερα τη νεοκλασική. Παραδείγματα αυτού του ύφους ήταν οι ναοί τους, όπως ο Παρθενώνας και το Ερέχθειο που βρίσκονται και τα δύο στην Ακρόπολη των Αθηνών, καθώς και τα θέατρα. Τόσο οι ναοί όσο και τα θέατρα χρησιμοποιούσαν ένα πολύπλοκο μείγμα οπτικών ψευδαισθήσεων και ισορροπημένων αναλογιών. Οι κλασικοί αρχαίοι ελληνικοί ναοί αποτελούνται συνήθως από μια βάση με σκαλοπάτια σε κάθε άκρο (γνωστή ως Κρηπίδα), ένα σηκό με ένα λατρευτικό άγαλμα, κίονες, έναν θριγκό και δύο αετώματα, ένα στην μπροστινή πλευρά και ένα άλλο όπισθεν. Μέχρι τον 4ο αιώνα π.Χ., οι Έλληνες αρχιτέκτονες και λιθοξόοι είχαν αναπτύξει ένα σύστημα κανόνων για όλα τα κτίρια γνωστά ως ρυθμοί: το δωρικό, το ιωνικό και το κορινθιακό. Αναγνωρίζονται πιο εύκολα από τις στήλες τους (ειδικά από τα Κιονόκρανα). Ο δωρικός κίονας είναι χοντρός και βασικός, ο ιωνικός είναι πιο λεπτός και έχει τέσσερις απολήξεις κιονόκρανων (που ονομάζονται Έλικες) στις γωνίες του κιονόκρανου και η κορινθιακή στήλη είναι ακριβώς όπως η ιωνική, αλλά το κιονόκρανο είναι τελείως διαφορετικό, διακοσμημένο με φύλλα άκανθου και τέσσερα Ειλητάρια.[3]

Βυζαντινός Πολιτισμός

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τη μετεγκατάσταση της πρωτεύουσας της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στην Κωνσταντινούπολη το 330 μ.Χ. και την Πτώση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας περίπου 150 χρόνια αργότερα, οι αρχιτέκτονες της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας έχτισαν τείχη πόλεων, παλάτια, ιππόδρομους, γέφυρες, υδραγωγεία και εκκλησίες. Ένας από τους πιο γνωστούς τύπους ναών που κατασκεύασαν οι Βυζαντινοί ήταν η βασιλική, η οποία ήταν πολύ διαδεδομένη και έλαβε τη μεγαλύτερη ανάπτυξη από τις εκκλησίες που χτίστηκαν στην αυτοκρατορία. Μέσω τροποποιήσεων και προσαρμογών της τοπικής έμπνευσης, το βυζαντινό ύφος αρχιτεκτονικής χρησιμοποιήθηκε ως η κύρια πηγή έμπνευσης για αρχιτεκτονικά ύφη στις ανατολικές ορθόδοξες χώρες.[4] Για παράδειγμα, στη Ρουμανία, το ύφος Brâncovenesc βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στη βυζαντινή αρχιτεκτονική, αλλά έχει επίσης μεμονωμένα ρουμανικά χαρακτηριστικά.

Ψηφιδωτό στον Όσιο Λουκά (Δήμος Διστόμου–Αράχοβας–Αντίκυρας, Ελλάδα), περίπου 10ος αιώνας μ.Χ.
Η Μικρή Μητρόπολη (Αθήνα), 9ος-13ος αιώνας, άγνωστος αρχιτέκτονας

Όπως και με τον Παρθενώνα, ο οποίος χτίστηκε αφιερωμένος στην Αρχαία ελληνική θρησκεία, η Αγία Σοφία θεωρούνταν εμβληματική εκκλησία του Χριστιανισμού. Οι ναοί και των δύο θρησκειών διαφέρουν ουσιαστικά ως προς την εξωτερική και εσωτερική τους όψη. Στην Αρχαιότητα, το εξωτερικό ήταν το σημαντικότερο μέρος του ναού, γιατί στο εσωτερικό, όπου φυλασσόταν το λατρευτικό άγαλμα της θεότητας στην οποία χτίστηκε ο ναός, είχε πρόσβαση μόνο ο ιερέας. Οι τελετές εδώ γίνονταν έξω, και αυτό που βλέπουν οι πιστοί ήταν η πρόσοψη του ναού, αποτελούμενη από κίονες, με θριγκό και δύο αετώματα. Εν τω μεταξύ, οι χριστιανικές λειτουργίες τελούνταν στο εσωτερικό των εκκλησιών, με το εξωτερικό να έχει συνήθως ελάχιστη έως καθόλου διακόσμηση.[5]

Η βυζαντινή αρχιτεκτονική συχνά παρουσίαζε μαρμάρινες κολώνες, οροφές με κουφώματα και πολυτελή διακόσμηση, συμπεριλαμβανομένης της εκτεταμένης χρήσης ψηφιδωτών με χρυσό φόντο.[6] Το οικοδομικό υλικό που χρησιμοποιούσαν οι βυζαντινοί αρχιτέκτονες δεν ήταν πλέον το μάρμαρο, το οποίο εκτιμήθηκε ιδιαίτερα και χρησιμοποιήθηκε από τους Αρχαίους Έλληνες, αντί αυτού επέλεξαν κυρίως πέτρα και πλήνθους (τούβλα) ενώ χρησιμοποιούσαν λεπτά φύλλα από αλάβαστρο για τα παράθυρα.[7]

Η Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος (Αθήνα), 1888, από τον Θεόφιλο Χάνσεν

Μετά την ανεξαρτησία της Ελλάδας και κατά τον δέκατο ένατο αιώνα, η νεοκλασική αρχιτεκτονική χρησιμοποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό τόσο για δημόσια όσο και για ιδιωτικά κτίρια.[8] Η αρχιτεκτονική του 19ου αιώνα της Αθήνας και άλλων πόλεων του Βασιλείου της Ελλάδας είναι κυρίως επηρεασμένη από αρχιτέκτονες όπως ο Θεόφιλος Χάνσεν, ο Ερνέστος Τσίλλερ, ο Παναγής Κάλκος, ο Λύσανδρος Καυταντζόγλου, ο Αναστάσιος Μεταξάς και ο Σταμάτης Κλεάνθης. Εν τω μεταξύ, οι εκκλησίες στην Ελλάδα, από την άλλη, γνώρισαν μια νεοβυζαντινή αναβίωση.

Το 1933, η Χάρτα των Αθηνών, ένα μανιφέστο του μοντερνιστικού κινήματος, υπογράφηκε και δημοσιεύτηκε από τον Λε Κορμπυζιέ. Πρωταρχικοί αρχιτέκτονες αυτού του κινήματος ήταν οι: Ιωάννης Δεσποτόπουλος, Δημήτρης Πικιώνης, Πάτροκλος Καραντινός και Τάκης Ζενέτος. Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο και τον Ελληνικό Εμφύλιο Πόλεμο, η μαζική ανέγερση πολυκατοικιών στα μεγάλα κέντρα των ελληνικών πόλεων, αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα για την ελληνική οικονομία και τη μεταπολεμική ανάκαμψη. Οι πρώτοι ουρανοξύστες κατασκευάστηκαν επίσης κατά τις δεκαετίες του 1960 και του 1970, όπως ο Πύργος του ΟΤΕ και το συγκρότημα του Πύργου Αθηνών.

Το Θέατρο "Ολύμπιον" στη Θεσσαλονίκη, έδρα του Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.

Ο κινηματογράφος πρωτοεμφανίστηκε στην Ελλάδα το 1896, αλλά το πρώτο πραγματικό σινεμά-θέατρο άνοιξε το 1907. Το 1914 ιδρύθηκε η Asty Films Company, η οποία ξεκίνησε την παραγωγή ταινιών μεγάλου μήκους στην Ελλάδα. Η Γκόλφω, μια πολύ γνωστή παραδοσιακή ιστορία αγάπης, είναι η πρώτη ελληνική ταινία μεγάλου μήκους, αν και πριν από αυτήν υπήρχαν αρκετές μικρές παραγωγές, όπως δελτία ειδήσεων. Το 1931 ο Ορέστης Λάσκος σκηνοθέτησε το «Δάφνις και Χλόη», που περιείχε την πρώτη γυμνή σκηνή στην ιστορία του ευρωπαϊκού κινηματογράφου, εμπνευσμένη απο το Δάφνις και Χλόη του Έλληνα Λόγγου, ενός εκ των πρώτων μυθιστοριογράφων του κόσμου, συγγραφέας του 3ου μ.Χ. αιώνα. Ήταν επίσης η πρώτη ελληνική ταινία που παίχτηκε στο εξωτερικό. Το 1944, η Κατίνα Παξινού τιμήθηκε με το Όσκαρ Β´ Γυναικείου Ρόλου για το «Για ποιον χτυπά η καμπάνα».

Η δεκαετία του 1950 και οι αρχές της δεκαετίας του 1960 θεωρούνται από πολλούς ως η χρυσή εποχή του ελληνικού κινηματογράφου. Σκηνοθέτες και ηθοποιοί αυτής της εποχής αναγνωρίστηκαν ως σημαντικές ιστορικές προσωπικότητες στην Ελλάδα και κάποιοι κέρδισαν διεθνή αναγνώριση, όπως οι: Μιχάλης Κακογιάννης, Αλέκος Σακελλάριος, Μελίνα Μερκούρη, Νίκος Τσιφόρος, Ιάκωβος Καμπανέλης, Κατίνα Παξινού, Νίκος Κούνδουρος, Έλλη Λαμπέτη, Ειρήνη Παπά κ.α. Την εποχή εκείνη γυρίζονταν πάνω από εξήντα ταινίες ετησίως, με την πλειοψηφία να έχει στοιχεία φιλμ νουάρ. Αξιοσημείωτες ταινίες ήταν η "Η κάλπικη λίρα" (1955, σκηνοθεσία Γιώργος Τζαβέλλας), Πικρό ψωμί (1951, σκηνοθεσία Γρηγόρης Γρηγορίου), Ο Δράκος (1956, σκηνοθεσία Νίκος Κούνδουρος), Στέλλα (1955, σε σκηνοθεσία Κακογιάννη και σενάριο Καμπανέλλη). Ο Κακογιάννης σκηνοθέτησε επίσης τον Ζορμπά με τον Άντονι Κουίν που έλαβε υποψηφιότητες Καλύτερης Σκηνοθεσίας, Καλύτερου Διασκευασμένου Σεναρίου και Καλύτερης Ταινίας. Η Finos Film συμβάλλει επίσης σε αυτήν την περίοδο με ταινίες όπως Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο, Η θεία απ' το Σικάγο, Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο και πολλές άλλες. Τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 ο Θόδωρος Αγγελόπουλος σκηνοθέτησε μια σειρά από πολλές και αξιόλογες ταινίες. Η ταινία του Μία αιωνιότητα και μία μέρα κέρδισε τον Χρυσό Φοίνικα και το Βραβείο της Οικουμενικής Επιτροπής στο Φεστιβάλ Καννών το 1998.

Υπήρχαν επίσης διεθνούς φήμης κινηματογραφιστές στην ελληνική διασπορά όπως ο Ελληνοαμερικανός Ελία Καζάν.

Η Ελλάδα έχει μια ποικιλόμορφη και μεγάλης επιρροής μουσική παράδοση, με την αρχαία Ελληνική μουσική να επηρεάζει τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και αργότερα τα βυζαντινά λειτουργικά άσματα καθώς και την κοσμική μουσική όπου επηρέασε τη μουσική της Μέσης Ανατολής και την Αναγέννηση. Η σύγχρονη ελληνική μουσική συνδυάζει αυτά τα στοιχεία, για να μεταφέρει την ερμηνεία των Ελλήνων σε ένα ευρύ φάσμα μουσικών μορφών.

Κύλιξ περίπου του 480 π.Χ., που απεικονίζει έναν άνδρα να κρατά μια Λύρα, έκθεμα στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης της Νέας Υόρκης

Η ιστορία της μουσικής ξεκινά στην Ελλάδα με τη μουσική της αρχαίας Ελλάδας, δομημένη σε μεγάλο βαθμό στη λύρα και σε άλλα υποστηρικτικά έγχορδα όργανα της εποχής. Πέρα από τις γνωστές δομικές κληρονομιές της Πυθαγόρειας κλίμακας και τις σχετικές μαθηματικές εξελίξεις που υποστήριξε τον ορισμό της δυτικής κλασικής μουσικής, σχετικά λίγα είναι κατανοητά για τον ακριβή χαρακτήρα της μουσικής κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Γνωρίζουμε, ωστόσο, ότι άφησε, όπως συχνά αναφέρεται, ισχυρό σημάδι στον πολιτισμό της Ρώμης. Ό,τι έχει σταχυολογηθεί για τον κοινωνικό ρόλο και τον χαρακτήρα της αρχαίας ελληνικής μουσικής προέρχεται σε μεγάλο βαθμό από την κεραμική και άλλες μορφές ελληνικής τέχνης.

Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν ότι ο χορός επινοήθηκε από τους θεούς και γι' αυτό τον συνέδεαν με θρησκευτικές τελετές. Πίστευαν ότι οι θεοί πρόσφεραν αυτό το δώρο μόνο σε επιλεγμένους θνητούς, οι οποίοι με τη σειρά τους δίδασκαν χορό στους συνανθρώπους τους.

Περιοδικές μαρτυρίες στα αρχαία κείμενα δείχνουν ότι ο χορός είχε μεγάλη εκτίμηση, ιδιαίτερα για τις εκπαιδευτικές του ιδιότητες. Ο χορός, μαζί με το γράψιμο, τη μουσική και τη σωματική άσκηση, ήταν θεμελιώδεις για να ξεκινήσουν σε κύκλο και να τελειώσουν με τους χορευτές να βρίσκονται αντιμέτωποι. Όταν δεν χόρευαν σε κύκλο, οι χορευτές κρατούσαν τα χέρια τους ψηλά ή τα κουνούσαν αριστερά και δεξιά. Στα χέρια τους κρατούσαν κύμβαλα (όπως τα σημερινά ζίλια) ή ένα μαντήλι και οι κινήσεις τους τονίζονταν από τα μακριά μανίκια τους. Καθώς χόρευαν, τραγουδούσαν, άλλοτε σε ομοφωνία, άλλοτε σε επωδό, επαναλαμβάνοντας τον στίχο που τραγούδησε ο πρωτοχορευτής. Οι θεατές συμμετείχαν, χειροκροτώντας τον ρυθμό ή τραγουδώντας. Επαγγελματίες τραγουδιστές, συχνά οι ίδιοι οι μουσικοί, συνέθεταν στίχους ανάλογα με την περίσταση.

Κύριο λήμμα: Βυζαντινή μουσική
Τέλη 4ου αιώνα μ.Χ. "Μωσαϊκό των Μουσικών" με Ύδραυλις, αυλούς και λύρα από βυζαντινή βίλα στο Μαρυαμίν της Συρίας

Η βυζαντινή μουσική έχει επίσης μεγάλη σημασία για την ιστορία και την ανάπτυξη της ευρωπαϊκής μουσικής, καθώς τα λειτουργικά άσματα έγιναν το θεμέλιο και το σκαλοπάτι για τη μουσική της Αναγέννησης (βλ.Αναγεννησιακή μουσική). Είναι επίσης βέβαιο ότι η βυζαντινή μουσική περιλάμβανε μια εκτεταμένη παράδοση ενόργανης αυλικής μουσικής και χορού. Οποιαδήποτε άλλη εικόνα θα ήταν και ασύμβατη με την ιστορικά και αρχαιολογικά τεκμηριωμένη χλιδή της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Υπάρχουν λίγες αλλά σαφείς αφηγήσεις κοσμικής μουσικής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι οι αφηγήσεις για πνευματικά όργανα, των οποίων η κατασκευή προχώρησε περαιτέρω στην ανατολική αυτοκρατορία πριν από την ανάπτυξή τους στη Δύση μετά την Αναγέννηση.

Τα βυζαντινά όργανα περιλάμβαναν Κίθαρις, μονό ή διπλό ή πολλαπλό Φλάουτο, Σείστρο, Τύμπανο, ψαλτήριο, Σίριγγες, Λύρα, Κύμβαλα, Κέρας και Κανονάκι. Οι δημοφιλείς χοροί αυτής της περιόδου ήταν ο Συρτός, ο Γέρανος, η Μαντηλία, ο Σάξιμος, ο Πυρρίχιος και ο Κόρδακας. Μερικοί από αυτούς τους χορούς έχουν την προέλευσή τους στην αρχαία περίοδο και εξακολουθούν να χορεύονται με κάποια μορφή σήμερα.

Ο Μάνος Χατζιδάκις αριστερά

Μια σειρά από εγχώριους και διεθνώς γνωστούς Έλληνες συνθέτες και ερμηνευτές σε όλο το μουσικό φάσμα έχουν γνωρίσει επιτυχία στη σύγχρονη Ελλάδα, ενώ η παραδοσιακή ελληνική μουσική χαρακτηρίζεται ως ένα μείγμα επιρροών από τον ιθαγενή πολιτισμό με εκείνους της Δύσης και της Ανατολής. Λίγα οθωμανικά αλλά και μεσαιωνικά ιταλικά στοιχεία ακούγονται στα παραδοσιακά τραγούδια, τα δημοτικά, καθώς και στη σύγχρονη λαική και ρεμπέτικη μουσική. Γνωστό ελληνικό μουσικό όργανο είναι το μπουζούκι. Το «μπουζούκι» είναι ένα περιγραφικό τουρκικό όνομα, αλλά το ίδιο το όργανο είναι πιθανότατα ελληνικής προέλευσης (από το αρχαίο ελληνικό λαούτο γνωστό ως Πανδούρα, ένα είδος κιθάρας, ευδιάκριτο στα αρχαία αγάλματα, ειδικά στα γυναικεία ειδώλια των «Ταναγραιών» που παίζουν έγχορδα όργανα.).

Ο Μίκης Θεοδωράκης, δημοφιλής συνθέτης και τραγουδοποιός, εισήγαγε το μπουζούκι στην κυρίαρχη κουλτούρα.

Διάσημοι Έλληνες μουσικοί και συνθέτες της σύγχρονης εποχής συμπεριλαμβάνονται ως το κεντρικό πρόσωπο του ευρωπαϊκού μοντερνισμού του 20ού αιώνα, όπως ο Ιάννη Ξενάκη, συνθέτης, αρχιτέκτονας και θεωρητικός. Η Μαρία Κάλλας, ο Νίκος Σκαλκώτας, ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Δημήτρης Μητρόπουλος, ο Μάνος Χατζιδάκις και ο Βαγγέλης Παπαθανασίου ηγούνταν επίσης των ελληνικών μουσικών συνεισφορών του εικοστού αιώνα, δίπλα στους Ντέμη Ρούσσο, Νάνα Μούσχουρη, Yanni, Ζωρζ Μουστακί, Ελένη Καραΐνδρου και άλλους.

Η γέννηση της πρώτης Σχολής νεότερης ελληνικής κλασικής μουσικής (Επτανησιακή ή Ιόνια Σχολή) ήρθε από τα Επτάνησα (σημαντικοί συνθέτες είναι ο Σπυρίδων Σαμάρας, ο Νικόλαος Μάντζαρος και ο Παύλος Καρρέρ), ενώ ο Μανώλης Καλομοίρης θεωρείται ο ιδρυτής του Ελληνικού Εθνικού Σχολείου.

Η Ελλάδα είναι ένα από τα λίγα μέρη στην Ευρώπη όπου διατηρείται ο καθημερινός ρόλος του λαϊκού χορού. Αντί να λειτουργεί ως μουσειακό αντικείμενο που διατηρείται μόνο για παραστάσεις και ειδικές εκδηλώσεις, είναι μια ζωντανή έκφραση της καθημερινής ζωής. Αφορμές για χορό είναι συνήθως γάμοι, οικογενειακές γιορτές και πανιέρια (ονομαστικές εορτές των πολιούχων). Ο χορός έχει τη θέση του σε τελετουργικά έθιμα που διατηρούνται ακόμη στα ελληνικά χωριά, όπως ο χορός της νύφης σε γάμο και ο χορός του προικού της νύφης κατά τις προετοιμασίες του γάμου. Το καρναβάλι και το Πάσχα προσφέρουν περισσότερες ευκαιρίες για οικογενειακές συγκεντρώσεις και χορό. Οι ελληνικές ταβέρνες που προσφέρουν ζωντανή διασκέδαση συχνά περιλαμβάνουν λαϊκούς χορούς στο πρόγραμμά τους.

Τα πολιτιστικά χαρακτηριστικά των περιοχών της Ελλάδας αναπτύχθηκαν με την πάροδο των ετών λόγω των διαφοροποιήσεων στις κλιματικές συνθήκες, τη μορφολογία των εδαφών και την κοινωνική ζωή των ανθρώπων. Ο Καλαματιανός και ο Συρτός θεωρούνται πανελλήνιοι χοροί και χορεύονται σε όλο τον κόσμο στις κοινότητες της Ελληνικής διασποράς. Άλλα έχουν επίσης ξεπεράσει τα σύνορα και είναι γνωστά πέρα από τις περιοχές από τις οποίες προέρχονται. Αυτά περιλαμβάνουν το Πεντοζάλι από την Κρήτη, το Χασάπικο από την Κωνσταντινούπολη, τον Ζωναράδικο από τη Θράκη, τα Σέρρα από τον Πόντο και τον Μπάλο από τα νησιά του Αιγαίου.

Ο πρωτοποριακός χορογράφος, σκηνοθέτης και χορευτής Δημήτρης Παπαϊωάννου ήταν υπεύθυνος για την κρισίμως επιτυχημένη τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, με μια αντίληψη που αντανακλούσε τις κλασικές επιρροές στις σύγχρονες και πειραματικές ελληνικές φόρμες χορού.

Υπήρχαν πολλές αλληλένδετες παραδόσεις ζωγραφικής στην αρχαία Ελλάδα. Λόγω των τεχνικών διαφορών τους, υπέστησαν κάπως διαφοροποιημένες εξελίξεις. Δεν εκπροσωπούνται όλες οι τεχνικές ζωγραφικής εξίσου καλά στα αρχαιολογικά αρχεία. Η πιο σεβαστή μορφή τέχνης, σύμφωνα με συγγραφείς όπως ο Πλίνιος ή ο Παυσανίας, ήταν ατομικοί, κινητοί πίνακες σε ξύλινες σανίδες, που τεχνικά περιγράφονταν ως πίνακες ζωγραφικής. Επίσης, η παράδοση της τοιχογραφίας στην Ελλάδα ανάγεται τουλάχιστον στη Μινωική και Μυκηναϊκή Εποχή του Χαλκού, με πλούσια τοιχογραφική διακόσμηση σε τοποθεσίες όπως η Κνωσός, η Τίρυνθα και οι Μυκήνες.

Μεγάλο μέρος των εικαστικών ή αρχιτεκτονικών γλυπτών της αρχαίας Ελλάδας ήταν ζωγραφισμένα πολύχρωμα. Αυτή η πτυχή της ελληνικής λιθοδομής περιγράφεται ως πολύχρωμη. Λόγω των έντονων καιρικών συνθηκών, η πολυχρωμία στη γλυπτική και την αρχιτεκτονική έχει ξεθωριάσει ουσιαστικά ή εντελώς στις περισσότερες περιπτώσεις.

Ψηφιδωτό από τη Μονή Δαφνίου (περίπου το 1100 μ.Χ.)

Βυζαντινή τέχνη είναι ο όρος που δημιουργήθηκε για την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία από τον 5ο αιώνα μ.Χ. περίπου μέχρι την άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453. Το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό αυτής της νέας αισθητικής ήταν ο «αφηρημένος» ή αντινατουραλιστικός χαρακτήρας της. Αν η κλασική τέχνη σημαδεύτηκε από την προσπάθεια δημιουργίας αναπαραστάσεων που μιμούνται την πραγματικότητα όσο το δυνατόν περισσότερο, η βυζαντινή τέχνη φαίνεται να έχει εγκαταλείψει αυτή την απόπειρα υπέρ μιας πιο συμβολικής προσέγγισης. Η βυζαντινή ζωγραφική επικεντρώθηκε κυρίως σε εικόνες και αγιογραφίες.

Μετα-Βυζαντινή και Σύγχρονη Ελλάδα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η Η Κοίμηση της Θεοτόκου από τον Ελ Γκρέκο, παράδειγμα της Κρητικής Σχολής.
Κάλαντα του Νικηφόρου Λύτρα

Ο όρος Κρητική Σχολή περιγράφει μια σημαντική σχολή αγιογραφίας, γνωστή και ως μεταβυζαντινή τέχνη, η οποία ήκμασε ενώ η Κρήτη βρισκόταν υπό Ενετοκρατία κατά τον ύστερο Μεσαίωνα, φτάνοντας στο αποκορύφωμά της μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης και έγινε η κεντρική δύναμη της ελληνικής ζωγραφικής. Κατά τον 15ο, 16ο και 17ο αιώνα, οι Κρήτες καλλιτέχνες ανέπτυξαν ένα ιδιαίτερο στυλ ζωγραφικής υπό την επίδραση τόσο των ανατολικών όσο και των δυτικών καλλιτεχνικών παραδόσεων και κινημάτων. Το πιο διάσημο "προϊόν" της σχολής, ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος (Ελ Γκρέκο), ήταν ο πιο επιτυχημένος από τους πολλούς καλλιτέχνες που προσπάθησαν να σταδιοδρομίσουν στη Δυτική Ευρώπη.

Η Επτανέζικη Σχολή ζωγραφικής διαδέχθηκε την Κρητική σχολή ως η κορυφαία σχολή της ελληνικής μεταβυζαντινής ζωγραφικής μετά την πτώση της Κρήτης στους Οθωμανούς το 1669. Όπως και η Κρητική σχολή συνδύασε τις βυζαντινές παραδόσεις με μια αυξανόμενη δυτικοευρωπαϊκή καλλιτεχνική επιρροή και επίσης είδε την πρώτη σημαντική απεικόνιση κοσμικών θεμάτων. Το σχολείο είχε έδρα στα νησιά του Ιονίου, που δεν αποτελούσαν τμήμα της οθωμανικής Ελλάδας, από τα μέσα του 17ου αιώνα έως τα μέσα του 19ου αιώνα.

Η νεοελληνική ζωγραφική, μετά την ανεξαρτησία και τη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους, άρχισε να αναπτύσσεται την εποχή του ρομαντισμού και οι Έλληνες καλλιτέχνες απορρόφησαν πολλά στοιχεία από τους Ευρωπαίους συναδέλφους τους, με αποτέλεσμα να κορυφωθεί το ξεχωριστό ύφος της ελληνικής ρομαντικής τέχνης. Αξιοσημείωτοι ζωγράφοι της εποχής είναι οι Νικόλαος Γύζης, Γεώργιος Ιακωβίδης, Νικηφόρος Λύτρας, Κωνσταντίνος Βολανάκης και Θεόδωρος Βρυζάκης.

Η Πεπλοφόρος κόρη στο Μουσείο της Ακρόπολης. Τα απομεινάρια της πολυχρωμίας είναι ορατά.

Η αρχαία ελληνική μνημειακή γλυπτική αποτελείται σχεδόν εξ ολοκλήρου από μάρμαρο ή μπρούτζο, με το χυτό μπρούντζο να γίνεται το αγαπημένο μέσο για μεγάλα έργα στις αρχές του 5ου αιώνα. Τόσο το μάρμαρο όσο και ο μπρούτζος είναι ευτυχώς εύκολο να δουλευθούν και είναι πολύ ανθεκτικά. Χρυσελεφάντινα γλυπτά, που χρησιμοποιούνταν για λατρείες σε ναούς και σε έργα πολυτελείας, χρησιμοποιούσαν χρυσό, πιο συχνά σε μορφή φύλλου και ελεφαντόδοντο για όλα ή μέρη (πρόσωπα και χέρια) της μορφής, και πιθανώς πολύτιμους λίθους και άλλα υλικά, αλλά ήταν πολύ λιγότερο συνηθισμένα. Στις αρχές του 19ου αιώνα, η συστηματική ανασκαφή αρχαίων ελληνικών χώρων είχε αναδείξει μια πληθώρα γλυπτών με ίχνη από ιδιαίτερα πολύχρωμες επιφάνειες. Δεν ήταν, έως ότου δημοσιεύτηκαν ευρήματα από τον Γερμανό αρχαιολόγο Vinzenz Brinkmann στα τέλη του 20ού και στις αρχές του 21ου αιώνα, γνωστό ότι η βαφή των αρχαίων ελληνικών γλυπτών ήταν ένα καθιερωμένο γεγονός. Χρησιμοποιώντας λαμπτήρες υψηλής έντασης, υπεριώδες φως και ειδικά σχεδιασμένες κάμερες σε γύψινα εκμαγεία και ορισμένα ορυκτά σε σκόνη, ο Brinkmann απέδειξε ότι ολόκληρος ο Παρθενώνας, συμπεριλαμβανομένης της και της πραγματικής του δομής καθώς και των αγαλμάτων του, είχε βαφτεί.

Οι Βυζαντινοί κληρονόμησαν από τους πρωτοχριστιανούς την δυσπιστία τους για τη μνημειακή γλυπτική στη θρησκευτική τέχνη και παρήγαγαν μόνο ανάγλυφα, από τα οποία ελάχιστα σώζονται σε φυσικό μέγεθος, σε έντονη αντίθεση με τη μεσαιωνική τέχνη της Δύσης, όπου η μνημειακή γλυπτική αναβίωσε από την τέχνη των Καρολιδών και μετά. Μικρά ελεφαντόδοντα κυρίως ήταν επίσης ανάγλυφα.

Οι λεγόμενες «μικρές τέχνες» ήταν πολύ σημαντικές στη βυζαντινή τέχνη και είδη πολυτελείας, συμπεριλαμβανομένων του ελεφαντόδοντου σκαλισμένο ανάγλυφο. Κατασκευάζονταν δίπτυχα, γλυπτά από σκληρό λίθο, σμάλτα, κοσμήματα, μεταλλοτεχνίες και φιγούρες σε μεγάλες ποσότητες σε όλη τη βυζαντινή εποχή. Πολλά από αυτά ήταν θρησκευτικής φύσης, αν και παρήχθη μεγάλος αριθμός αντικειμένων με κοσμική ή μη αναπαραστατική διακόσμηση, για παράδειγμα, ελεφαντόδοντα που αντιπροσώπευαν θέματα από την κλασική μυθολογία. Τα βυζαντινά κεραμικά ήταν σχετικά ακατέργαστα, καθώς ποτέ δεν χρησιμοποιούσαν αγγεία στα τραπέζια των πλουσίων, που έτρωγαν από σκεύη κατασκευασμένα από ασήμι.

Ο «Δισκοβόλος» του Κωνσταντίνου Δημητριάδη, έξω από το Παναθηναϊκό Στάδιο

Μετά την ίδρυση του Ελληνικού Βασιλείου και τη δυτική επιρροή του νεοκλασικισμού, η γλυπτική "ανακαλύφθηκε ξανά" από τους Έλληνες καλλιτέχνες. Κύρια θέματα περιελάμβαναν την ελληνική αρχαιότητα, τον πόλεμο της Επανάστασης και σημαντικές προσωπικότητες της ελληνικής ιστορίας.

Αξιοσημείωτοι γλύπτες της νέας πολιτείας ήταν ο Λεωνίδας Δρόσης (το κύριο έργο του ήταν το εκτεταμένο νεοκλασικό αρχιτεκτονικό στολίδι στην Ακαδημία Αθηνών), ο Λάζαρος Σώχος, ο Γεώργιος Βιτάλης, ο Δημήτριος Φιλιππότης, ο Ιωάννης Κόσσος, ο Γιαννούλης Χαλεπάς, ο Γεώργιος Μπονάνος και ο Λάζαρος Φυτάλης.

Το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου συνεχίζει να χρησιμοποιείται για παραστάσεις αρχαίων ελληνικών έργων.

Το θέατρο γεννήθηκε στην Ελλάδα. Η πόλη-κράτος της Κλασικής Αθήνας, που έγινε σημαντική πολιτιστική, πολιτική και στρατιωτική δύναμη κατά την περίοδο αυτή, ήταν το κέντρο της, όπου θεσμοθετήθηκε ως μέρος μιας γιορτής ("φεστιβάλ") που ονομαζόταν Διονύσια, γιορτή που τιμούσε τον θεό Διόνυσο. Η Τραγωδία (τέλη 6ου αιώνα π.Χ.), η κωμωδία (486 π.Χ.) και το Σατυρικό δράμα, έργο του σατύρου ήταν τα τρία δραματικά είδη που εμφανίστηκαν εκεί. Η Αθήνα εξήγαγε το "φεστιβάλ" αυτό στις πολυάριθμες αποικίες και συμμάχους της προκειμένου να προωθήσει μια κοινή πολιτιστική ταυτότητα.

Κύριο λήμμα: Βυζαντινή τέχνη

Κατά τη βυζαντινή περίοδο, η θεατρική τέχνη παρακμάζει σε μεγάλο βαθμό. Σύμφωνα με τον Μάριο Πλωρίτη, η μόνη μορφή που διασώθηκε ήταν το λαϊκό θέατρο (Μίμος και Παντόμιμος), παρά την εχθρότητα του επίσημου κράτους.[9] Αργότερα, κατά την Οθωμανική περίοδο, η κύρια θεατρική λαϊκή τέχνη ήταν το θέατρο σκιών και ο Καραγκιόζης. Η Αναγέννηση που κυριάρχισε στο νεοελληνικό θέατρο, έλαβε χώρα στην ενετική Κρήτη. Σημαντικοί δραματουργοί είναι ο Βιτσέντζος Κορνάρος και ο Γεώργιος Χορτάτσης.

Το Θέατρο Απόλλων Πάτρας, σχεδιασμένο από τον αρχιτέκτονα Ερνέστο Τσίλλερ

Το νεοελληνικό θέατρο γεννήθηκε μετά την ελληνική ανεξαρτησία, στις αρχές του 19ου αιώνα, και αρχικά επηρεάστηκε από το Επτανησιακό θέατρο και το Μελόδραμα, όπως η Ιταλική όπερα. Το Θέατρο Σαν Τζάκομο της Κέρκυρας ήταν το πρώτο θέατρο και όπερα της σύγχρονης Ελλάδας και το μέρος όπου παίχτηκε η πρώτη ελληνική όπερα, Ο Υποψήφιος Βουλευτής του Σπυρίδωνος Ξύνδα (βασισμένο σε αποκλειστικά ελληνικό λιμπρέτο). Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα, η σκηνή του αθηναϊκού θεάτρου κυριαρχούνταν από επιθεωρήσεις, μουσικές κωμωδίες, οπερέτες και νυχτερινά, ενώ αξιόλογοι θεατρικοί συγγραφείς ήταν ο Σπυρίδωνας Σαμαράς, ο Διονύσιος Λαυράγκας, ο Θεόφραστος Σακελλαρίδης και άλλοι.

Το Εθνικό Θέατρο ιδρύθηκε το 1880. Αξιόλογοι θεατρικοί συγγραφείς του νεοελληνικού θεάτρου είναι οι Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής, Γρηγόριος Ξενόπουλος, Νίκος Καζαντζάκης, Άγγελος Τερζάκης, Παντελής Χορν, Αλέκος Σακελλάριος και Ιάκωβος Καμπανέλλης, ενώ αξιόλογοι ηθοποιοί είναι η Κυβέλη Ανδριανού, η Μαρίκα Κοτοπούλη. Αιμίλιος Βεάκης, Ορέστης Μακρής, Κατίνα Παξινού, Μάνος Κατράκης και Δημήτρης Χορν. Σημαντικοί σκηνοθέτες είναι οι Δημήτρης Ροντήρης, Αλέξης Μινωτής και ο Κάρολος Κουν.

Κύριο λήμμα: Ελληνική κουζίνα
Χωριάτικη σαλάτα
Παραδοσιακή ελληνική ταβέρνα, αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής κουλτούρας και κουζίνας.
Μπουκάλι Ρετσίνας

Η ελληνική κουζίνα έχει μακρά παράδοση και οι γεύσεις της αλλάζουν ανάλογα με την εποχή και τη γεωγραφία της.[10] Η ελληνική μαγειρική, ιστορικά πρόδρομος της δυτικής κουζίνας, διέδωσε τη γαστρονομική της επιρροή –μέσω της αρχαίας Ρώμης– σε όλη την Ευρώπη και όχι μόνο.[11]

Η αρχαία ελληνική κουζίνα χαρακτηριζόταν από τη λιτότητά της και θεμελιώθηκε στη «μεσογειακή τριάδα»: σιτάρι, ελαιόλαδο και κρασί, με το κρέας να τρώγεται σπάνια και το ψάρι να είναι πιο συνηθισμένο.[11] Ήταν ο Αρχέστρατος το 320 π.Χ. που έγραψε το πρώτο βιβλίο μαγειρικής στην ιστορία. Η Ελλάδα έχει μια γαστρονομική παράδοση περίπου 4.000 ετών.[12]

Η Βυζαντινή κουζίνα ήταν παρόμοια με την κλασική, περιλαμβάνοντας ωστόσο νέα συστατικά που δεν ήταν διαθέσιμα πριν, όπως χαβιάρι, μοσχοκάρυδο και λεμόνια, βασιλικός, με τα ψάρια να συνεχίζουν να αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της διατροφής. Οι γαστρονομικές συμβουλές επηρεάστηκαν από τη θεωρία του χιούμορ, που διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον αρχαίο Έλληνα γιατρό Κλαύδιο Αίλιο Γαληνό.[13]

Η σύγχρονη ελληνική κουζίνα έχει επίσης επιρροές από την οθωμανική και ιταλική κουζίνα λόγω της οθωμανικής και βενετικής κυριαρχίας ανά τους αιώνες.

Η Ελλάδα, αν όχι η παλαιότερη, είναι μια από τις παλαιότερες οινοπαραγωγικές περιοχές στον κόσμο. Οι αρχαιότερες ενδείξεις ελληνικού κρασιού χρονολογούνται πριν από 6.500 χρόνια[14][15] όπου το κρασί παρήχθη σε οικιακή ή κοινοτική βάση. Στην αρχαιότητα, καθώς το εμπόριο του κρασιού έγινε εκτεταμένο, μεταφερόταν από άκρη σε άκρη της Μεσογείου. Το ελληνικό κρασί είχε ιδιαίτερα υψηλό κύρος στην Ιταλία επί Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Στη μεσαιωνική περίοδο, τα κρασιά που εξάγονταν από την Κρήτη, τη Μονεμβασιά και άλλα ελληνικά λιμάνια έπιασαν υψηλές τιμές στη Βόρεια Ευρώπη.

Επισκόπηση της πανεπιστημιούπολης του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, του μεγαλύτερου πανεπιστημίου στην Ελλάδα και τα Βαλκάνια

Η εκπαίδευση στην Ελλάδα είναι υποχρεωτική για όλα τα παιδιά ηλικίας 6–15 ετών. Περιλαμβάνει δηλαδή την Πρωτοβάθμια εκπαίδευση (Δημοτικό σχολείο) και την Κατώτερη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (Γυμνάσιο). Η σχολική ζωή των μαθητών όμως μπορεί να ξεκινήσει από την ηλικία των 2,5 ετών (Προσχολική Αγωγή) σε ιδρύματα (ιδιωτικά και δημόσια) που ονομάζονται «Βρεφονηπιακόι Παιδικοί Σταθμοί». Σε κάποιους Βρεφονηπιακούς Σταθμούς υπάρχουν και Νηπιακά Τμήματα που λειτουργούν μαζί με τα Νηπιαγωγεία.

Η μετα-υποχρεωτική Δευτεροβάθμια εκπαίδευση, σύμφωνα με τις μεταρρυθμίσεις του 1997 και του 2006, αποτελείται από δύο βασικούς τύπους σχολείων: τα Γενικά Λύκεια (Γε.Λ) και τα Επαγγελματικά Λύκεια (Επα.Λ). Λειτουργούν επίσης Γυμνάσιο Μουσικής, Εκκλησιαστικής και Φυσικής Αγωγής, καθώς και Επαγγελματικές Σχολές ΟΑΕΔ.

Η μετα-υποχρεωτική Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση περιλαμβάνει επίσης τα Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης (ΙΕΚ), τα οποία παρέχουν επίσημο αλλά αταξινόμητο επίπεδο εκπαίδευσης. Τα Ινστιτούτα αυτά δεν ταξινομούνται ως εκπαιδευτικό επίπεδο, διότι δέχονται αποφοίτους Γυμνασίου και Λυκείου σύμφωνα με τις σχετικές ειδικότητες που παρέχουν. Η δημόσια Τριτοβάθμια Εκπαίδευση χωρίζεται σε Πανεπιστήμια και Τεχνολογικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα (ΤΕΙ). Οι μαθητές γίνονται δεκτοί στα Ιδρύματα αυτά σύμφωνα με την επίδοσή τους σε εξετάσεις πανελλαδικού επιπέδου που πραγματοποιούνται στην τρίτη τάξη του Λυκείου. Επιπλέον, οι φοιτητές γίνονται δεκτοί στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο με τη συμπλήρωση του 22ου έτους της ηλικίας τους με κλήρωση.

Η Νέα Δημοκρατία, το ελληνικό συντηρητικό κόμμα της πολιτικής δεξιάς, ισχυρίστηκε ότι θα αλλάξει τον νόμο, ώστε τα ιδιωτικά πανεπιστήμια να αποκτήσουν αναγνώριση. Χωρίς επίσημη αναγνώριση, οι φοιτητές που έχουν πτυχίο EES δεν μπορούν να εργαστούν στο δημόσιο τομέα. Το ΠΑΣΟΚ προχώρησε σε κάποια μέτρα μετά την παρέμβαση της ΕΕ, δηλαδή τη δημιουργία ειδικής κυβερνητικής υπηρεσίας που πιστοποιεί το επαγγελματικό καθεστώς ορισμένων κατόχων πτυχίου ΕΕΑ. Ωστόσο, η ακαδημαϊκή τους κατάσταση παραμένει πρόβλημα. Το θέμα της πλήρους αναγνώρισης εξακολουθεί να αποτελεί θέμα συζήτησης μεταξύ των Ελλήνων πολιτικών.

Το Ινστιτούτο Ανάπτυξης Επιχειρηματικότητας (iED) είναι ένας Ελληνικός Μη Κυβερνητικός Οργανισμός που δημιουργήθηκε για την προώθηση της καινοτομίας και την ενίσχυση του επιχειρηματικού πνεύματος με σκοπό να συνδεθεί με άλλες ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες.

Κύριο λήμμα: Έλληνες
Αλέξανδρος ο Μέγας γνωστός και ως Αλέξανδρος Γ', βασιλιάς της Μακεδονίας, ήταν ο πιο επιτυχημένος στρατηλάτης στην ιστορία.

Οι απαρχές της δυτικής λογοτεχνίας και των κύριων κλάδων της δυτικής μάθησης εντοπίζονται στην εποχή του ελληνικού μεγαλείου που ξεκίνησε πριν από το 700 π.Χ. με τα έπη του Ομήρου, της Ιλιάδας και της Οδύσσειας. Ο Ησίοδος, ο πρώτος διδακτικός ποιητής, έβαλε σε επικούς στίχους τις περιγραφές του για την ποιμενική ζωή, συμπεριλαμβανομένων πρακτικών συμβουλών για τη γεωργία και αλληγορικών μύθων. Οι ποιητές ο Αλκαίος ο Μυτιληναίος, η Σαπφώ, ο Ανακρέοντας και ο Βακχυλίδης έγραψαν για τον έρωτα, τον πόλεμο και τον θάνατο σε στίχους μεγάλης αίσθησης και ομορφιάς. Ο Πίνδαρος γιόρταζε τις Πανελλήνιες αθλητικές γιορτές με ζωντανές ωδές. Οι μύθοι του δούλου Αισώπου είναι διάσημοι για περισσότερα από 2.500 χρόνια. Τρεις από τους μεγαλύτερους δραματουργούς του κόσμου ήταν ο Αισχύλος, συγγραφέας της τριλογίας της Ορέστειας. Ο Σοφοκλής, συγγραφέας των θηβαϊκών θεατρικών έργων και ο Ευριπίδης, συγγραφέας των Μήδεια, οι Τρωάδες και οι Βάκχες. Ο Αριστοφάνης, ο μεγαλύτερος συγγραφέας κωμωδιών, σατίριζε τα ήθη της εποχής του σε μια σειρά από λαμπρά έργα. Τρεις μεγάλοι ιστορικοί ήταν ο Ηρόδοτος, που θεωρείται ο πατέρας της ιστορίας, γνωστός για τους Περσικούς πολέμους. Ο Θουκυδίδης, ο οποίος γενικά απέφευγε τους μύθους και τους θρύλους και εφήρμοσε μεγαλύτερα πρότυπα ιστορικής ακρίβειας στην Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου· και ο Ξενοφών, πιο γνωστός για την αφήγησή του για την ελληνική υποχώρηση από την Περσία, την Ανάβασις. Εξέχουσες λογοτεχνικές μορφές της ελληνιστικής περιόδου ήταν ο Μένανδρος, ο κύριος εκπρόσωπος ενός νεότερου τύπου κωμωδίας. Οι ποιητές Καλλίμαχος, Θεόκριτος και Απολλώνιος ο Ρόδιος, συγγραφέας των Αργοναυτικών, καθώς και ο Πολύβιος, ο οποίος έγραψε μια λεπτομερή ιστορία του μεσογειακού κόσμου. Αξιοσημείωτος στη ρωμαϊκή περίοδο ήταν ο Στράβωνας, συγγραφέας γεωγράφος. Ο Πλούταρχος, ο πατέρας της Βιογραφίας, του οποίου οι παράλληλοι βίοι διάσημων Ελλήνων και Ρωμαίων αποτελούν κύρια πηγή πληροφοριών για μεγάλες μορφές της αρχαιότητας. Ο Παυσανίας, ταξιδιωτικός συγγραφέας και ο Λουκιανός, σατιρικός.

Οι κορυφαίοι φιλόσοφοι της περιόδου που προηγήθηκε της χρυσής εποχής της Ελλάδας ήταν ο Θαλής, ο Πυθαγόρας, ο Ηράκλειτος, ο Πρωταγόρας και ο Δημόκριτος. Ο Σωκράτης ερεύνησε την ηθική και την πολιτική. Ο μεγαλύτερος μαθητής του, ο Πλάτωνας, χρησιμοποίησε τη μέθοδο ερωτήσεων και απαντήσεων του Σωκράτη για τη διερεύνηση των φιλοσοφικών προβλημάτων στους περίφημους διαλόγους του. Ο μαθητής του Πλάτωνα, ο Αριστοτέλης, καθιέρωσε τους κανόνες του απαγωγικού συλλογισμού, αλλά χρησιμοποίησε επίσης την παρατήρηση και τον επαγωγικό συλλογισμό, εφαρμόζοντας τον εαυτό του στη συστηματική μελέτη σχεδόν κάθε μορφής ανθρώπινης προσπάθειας. Εξέχοντες στην ελληνιστική περίοδο ήταν ο Επίκουρος, ο φιλόσοφος του μέτρου. Ο Ζήνων του Κιτίου, ο ιδρυτής του στωικισμού. Και ο Διογένης ο Σινωπεύς ο περίφημος Κυνικός. Ο όρκος του Ιπποκράτη, του πατέρα της ιατρικής, εξακολουθεί να απαγγέλλεται από νεοαποφοιτήσαντες γιατρούς. Ο Ευκλείδης εξέλιξε το σύστημα γεωμετρίας που φέρει το όνομά του. Ο Αρχιμήδης ανακάλυψε τις αρχές της μηχανικής και της υδροστατικής. Ο Ερατοσθένης υπολόγισε την περιφέρεια της γης με αξιοσημείωτη ακρίβεια και ο Ίππαρχος ίδρυσε την επιστημονική αστρονομία. Ο Γαληνός ήταν ένας εξαιρετικός γιατρός της αρχαιότητας.

Ο πιο διάσημος καλλιτέχνης που γεννήθηκε στην Ελλάδα ήταν πιθανώς ο Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, πιο γνωστός ως El Greco ("Ο Έλληνας") στην Ισπανία. Έκανε το μεγαλύτερο μέρος της ζωγραφικής του δουλειάς εκεί, στα τέλη του 1500 και στις αρχές του 1600.

Ο γλύπτης Φειδίας δημιούργησε το άγαλμα της Αθηνάς και τη μορφή του Δία στο ναό της Ολυμπίας και επέβλεψε την κατασκευή και τη διακόσμηση του Παρθενώνα. Ένας άλλος διάσημος γλύπτης ήταν ο Πραξιτέλης.

Οι νομικές μεταρρυθμίσεις του Σόλωνα χρησίμευσαν ως βάση της αθηναϊκής δημοκρατίας. Ο Αθηναίος στρατηγός Μιλτιάδης ο νεότερος ηγήθηκε της νίκης επί των Περσών στο Μαραθώνα το 490 π.Χ. και ο Θεμιστοκλής ήταν ο κύριος υπεύθυνος για τη νίκη στη Σαλαμίνα 10 χρόνια αργότερα. Ο Περικλής, ο "εικονικός" ηγεμόνας της Αθήνας για περισσότερα από 25 χρόνια, πρόσθεσε στην πολιτική δύναμη αυτής της πόλης, εγκαινίασε την κατασκευή του Παρθενώνα και άλλων αξιόλογων κτηρίων και ενθάρρυνε τις τέχνες της γλυπτικής και της ζωγραφικής. Με την παρακμή της Αθήνας, πρώτα η Σπάρτη και μετά η Θήβα, υπό τον μεγάλο στρατιωτικό τακτικό Επαμεινώνδα, κέρδισαν την υπεροχή, αλλά σύντομα μετά, δύο στρατιωτικές ιδιοφυΐες, ο Φίλιππος Β΄ της Μακεδονίας και ο γιος του ο Μέγας Αλέξανδρος, απέκτησαν τον έλεγχο σε όλη την Ελλάδα και σχημάτισαν μια τεράστια αυτοκρατορία που εκτείνονταν ανατολικά μέχρι την Ινδία. Εναντίον του Φιλίππου ο Δημοσθένης, ο μεγαλύτερος Έλληνας ρήτορας, με τους τέσσερις Φιλιππικούς λόγους του είχε προφανή σκοπό να συνεγείρει τους Έλληνες των πόλεων κρατών της νότιας Ελλάδας εναντίον του Φιλίππου.

Ο ποιητής Κώστας Καβάφης

Ο πιο διάσημος Έλληνας ζωγράφος κατά τη διάρκεια της Αναγέννησης ήταν ο Ελ Γκρέκο, γεννημένος στην Κρήτη, του οποίου τα κύρια έργα, ζωγραφισμένα στην Ισπανία, έχουν επηρεάσει πολλούς καλλιτέχνες του 20ού αιώνα. Μια εξέχουσα μοντέρνα λογοτεχνική προσωπικότητα είναι ο Νίκος Καζαντζάκης, μυθιστοριογράφος και ποιητής που συνέθεσε μια τεράστια συνέχεια της Οδύσσειας του Ομήρου. Κορυφαίοι γνωστοί διεθνώς σύγχρονοι ποιητές είναι ο Κωστής Παλαμάς και ο Κωνσταντίνος Π. Καβάφης, καθώς και οι Γιώργος Σεφέρης και ο Οδυσσέας Ελύτης, βραβευμένοι με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1963 και το 1979, αντίστοιχα. Το έργο του κοινωνικού θεωρητικού Κορνήλιου Καστοριάδη είναι διεθνώς γνωστό για το πολυεπιστημονικό του εύρος. Μεγάλοι μουσικοί διεθνούς εμβέλιας είναι οι συνθέτες Νίκος Σκαλκώτας, Γιάννης Ξενάκης και Μίκης Θεοδωράκης, ο Διευθυντής ορχήστρας Δημήτρης Μητρόπουλος και η σοπράνο Μαρία Κάλλας. Οι σκηνοθέτες που έχουν κερδίσει διεθνή αναγνώριση είναι οι Ελληνοαμερικανοί Τζον Κασσαβέτης και Ελία Καζάν, καθώς και οι Έλληνες Μιχάλης Κακογιάννης και ο Κώστας Γαβράς. Γνωστές πρωταγωνίστριες είναι η Κατίνα Παξινού, η Μελίνα Μερκούρη, που διορίστηκε υπουργός Πολιτισμού και Επιστημών στην Κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ το 1981, καθώς και η παγκοσμίου φήμης ηθοποιός Ειρήνη Παπά.

Στα εξέχοντα ελληνικά δημόσια πρόσωπα του 20ου αιώνα συγκαταλέγεται ο κρητικής καταγωγής Ελευθέριος Βενιζέλος, εξέχων πολιτικός του Μεσοπολέμου, ο Ιωάννης Μεταξάς, δικτάτορας από το 1936 έως το θάνατό του. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, πρωθυπουργός (1955–63, 1974–80) και Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας. Ο Γεώργιος Παπανδρέου, επικεφαλής του Κόμματος της Ένωσης Κέντρου και πρωθυπουργός (1963–65) και τον γιο του, Ανδρέα Παπανδρέου, τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ που έγινε πρωθυπουργός το 1981. Ο Κώστας Σημίτης ήταν αρχηγός του ΠΑΣΟΚ και πρωθυπουργός από το 1996 έως το 2004. Τον διαδέχθηκε ο Κώστας Καραμανλής.

Κύριο λήμμα: Ελληνική γλώσσα
Αρχαίο Ελληνικό Όστρακον που φέρει το όνομα Κίμων ο Μιλτιάδου. Στοά του Αττάλου Μουσείο Αρχαίας Αγοράς, Αθήνα.

Η ελληνική γλώσσα είναι η επίσημη γλώσσα της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυπριακής Δημοκρατίας και έχει συνολικά 15 εκατομμύρια ομιλητές παγκοσμίως σε 140 χώρες του κόμου όπου υπάρχουν Έλληνες.[16] Είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτο στο βάθος της συνέχειάς της, με γραπτές καταγραφές που εκτείνονται σε πάνω από 3400 χρόνια. Η παλαιότερη σωζόμενη μορφή είναι η Μυκηναϊκή ελληνική, γραμμένη στη Γραμμική Β γραφή κατά την Υστερη εποχή του χαλκού. Η Νέα ελληνική γλώσσα κατάγεται από την Ελληνιστική Κοινή στην οποία γράφτηκαν και τα Ευαγγέλια και η οποία σχηματίστηκε από διαλεκτική ισοπέδωση αρχαιοελληνικών διαλέκτων όπως η Αττική και η Δωρική Ελληνική.

Η ελληνική είχε τεράστιο αντίκτυπο σε άλλες γλώσσες τόσο άμεσα στις Ρομανικές γλώσσες όσο και έμμεσα μέσω της επιρροής της στην αναδυόμενη Λατινική γλώσσα κατά τις πρώτες ημέρες της Ρώμης. Σημάδια αυτής της επιρροής, και οι πολλές εξελίξεις της, μπορούν να φανούν σε όλη την οικογένεια των δυτικοευρωπαϊκών γλωσσών. Σύμφωνα με τον εβραίο δικηγόρο και καθηγητή εβραικής γλώσσας Joseph Isaac Jahuda, η Ελληνική γλώσσα έχει γονιμοποιήσει και την εβραική.[17][18]

Διαδίκτυο και "Greeklish"

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πιο πρόσφατα, η άνοδος των υπηρεσιών επικοινωνίας που βασίζονται στο Διαδίκτυο καθώς και των κινητών τηλεφώνων έχουν προκαλέσει την εμφάνιση μιας χαρακτηριστικής μορφής της ελληνικής, γραμμένης εν μέρει και μερικές φορές πλήρως, με Κυμαικούς (συχνά εσφαλμένα "Λατινικούς") χαρακτήρες. Αυτό είναι γνωστό ως Greeklish, μια μορφή που έχει εξαπλωθεί σε όλη την ελληνική διασπορά και ακόμη και στις δύο χώρες με πλειονότητα Ελλήνων, την Ελλάδα και την Κύπρο.

Κύριο λήμμα: Καθαρεύουσα

Η Καθαρεύουσα είναι μια μορφή της Ελληνικής Γλώσσας στο μέσο του δρόμου μεταξύ των σύγχρονων και των αρχαίων ελληνικών που αποδόθηκε στις αρχές του δέκατου ένατου αιώνα από τον Έλληνα διανοούμενο και επαναστάτη ηγέτη Αδαμάντιο Κοραή, με σκοπό να επαναφέρει την νέα ελληνική γλώσσα πιο κοντά στην αρχαία της μορφή. Η επιρροή της, τα τελευταία χρόνια, εξελίχθηκε προς έναν πιο επίσημο ρόλο και άρχισε να χρησιμοποιείται κυρίως για επίσημους σκοπούς όπως η Διπλωματία, η Πολιτική και άλλες μορφές επίσημης τεκμηρίωσης. Ωστόσο, είχε σημαντικές επιπτώσεις στην ελληνική γλώσσα, όπως γράφεται και ομιλείται ακόμη σήμερα, και τόσο το λεξιλόγιο όσο και οι γραμματικοί και συντακτικοί τύποι έχουν ξαναμπεί στα Νέα Ελληνικά μέσω της Καθαρεύουσας.

Υπάρχει μια ποικιλία διαλέκτων της ελληνικής γλώσσας. Τα πιο αξιοσημείωτα περιλαμβάνουν την Καππαδοκική, την Κρητική Ελληνική (η οποία σχετίζεται στενά με τις περισσότερες διαλέκτους των νησιών του Αιγαίου), την κυπριακή ελληνική, την ποντιακή, τη γλώσσα Γκρίκο που ομιλείται στη Νότια Ιταλία και την Τσακώνικη, που ομιλείται ακόμα στον σύγχρονο νομό Αρκαδίας και είναι ευρέως γνωστή ως μια σωζόμενη περιφερειακή διάλεκτος της Δωρικής Ελληνικής.

Εξιδανικευμένη προτομή του Ομήρου, Βρετανικό Μουσείο

Η Ελλάδα έχει μια αξιοσημείωτα πλούσια και ανθεκτική λογοτεχνική παράδοση, που εκτείνεται πάνω από 2800 χρόνια και σε αρκετές εποχές. Η Κλασική εποχή είναι αυτή που συνδέεται συχνότερα με την Ελληνική Λογοτεχνία, ξεκινώντας το 800 π.Χ. και διατήρησε την επιρροή της μέχρι τις αρχές της Βυζαντινής περιόδου, οπότε η επιρροή του Χριστιανισμού άρχισε να γεννά μια νέα ανάπτυξη του ελληνικού γραπτού λόγου. Τα πολλά στοιχεία μιας παράδοσης χιλιετιών αντικατοπτρίζονται στη νεοελληνική λογοτεχνία, συμπεριλαμβανομένων των έργων των βραβευμένων με Νόμπελ Λογοτεχνίας, Οδυσσέα Ελύτη και Γιώργου Σεφέρη.

Τα πρώτα καταγεγραμμένα έργα στη δυτική λογοτεχνική παράδοση είναι τα επικά ποιήματα του Ομήρου και του Ησιόδου. Η πρώιμη ελληνική λυρική ποίηση, όπως εκπροσωπήθηκε από ποιητές όπως η Σαπφώ και ο Πίνδαρος, ήταν υπεύθυνη για τον καθορισμό του λυρικού είδους όπως γίνεται αντιληπτό σήμερα στη δυτική λογοτεχνία. Ο Αίσωπος έγραψε τους Μύθους του τον 6ο αιώνα π.Χ. Αυτές οι καινοτομίες επρόκειτο να ασκήσουν βαθιά επιρροή όχι μόνο στους Ρωμαίους ποιητές, με πιο αξιοσημείωτο τον Βιργίλιο στο επικό του ποίημα για την ίδρυση της Ρώμης, την Αινειάδα, αλλά ένα που ήκμασε σε ολόκληρη την Ευρώπη.

Η κλασική Ελλάδα κρίνεται και η γενέτειρα του θεάτρου. Ο Αισχύλος εισήγαγε τις ιδέες του διαλόγου και των αλληλεπιδρώντων χαρακτήρων στη δραματουργία και με αυτόν τον τρόπο επινόησε ουσιαστικά το «δράμα»: η τριλογία των έργων του Ορέστεια κρίνεται το κορυφαίο επίτευγμά του. Άλλοι εξευγενιστές της θεατρικής συγγραφής ήταν ο Σοφοκλής και ο Ευριπίδης. Ο Αριστοφάνης, ένας κωμικός θεατρικός συγγραφέας, καθόρισε και διαμόρφωσε την ιδέα της κωμωδίας ως θεατρικής μορφής.

Ο Ηρόδοτος και ο Θουκυδίδης συχνά αποδίδονται στην ανάπτυξη της σύγχρονης μελέτης της ιστορίας σε ένα πεδίο άξιο φιλοσοφικής, λογοτεχνικής και επιστημονικής αναζήτησης. Ο Πολύβιος εισήγαγε για πρώτη φορά στη μελέτη την έννοια της στρατιωτικής ιστορίας.

Η φιλοσοφία μπήκε στη λογοτεχνία στους διαλόγους του Πλάτωνα, ενώ ο μαθητής του Αριστοτέλης, στο έργο του τα Ποιητικά, διατύπωσε τα πρώτα κριτήρια για τη λογοτεχνική κριτική. Και οι δύο αυτές λογοτεχνικές προσωπικότητες, στο πλαίσιο της ευρύτερης συμβολής της ελληνικής φιλοσοφίας στην κλασική και ελληνιστική εποχή, έμελλε να γεννήσουν την ιδέα της Πολιτικής Επιστήμης, τη μελέτη της πολιτικής εξέλιξης και την κριτική των κυβερνητικών συστημάτων.

Σελίδα από μια έκδοση του 16ου αιώνα της βυζαντινής εγκυκλοπαίδειας του αρχαίου μεσογειακού κόσμου του 10ου αιώνα, η Σούδα.

Η επέκτσαη του Χριστιανισμού σε όλο τον ελληνορωμαϊκό κόσμο τον 4ο, 5ο και 6ο αιώνα, μαζί με τον εξελληνισμό της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας της περιόδου, θα οδηγήσει στη διαμόρφωση μιας μοναδικής λογοτεχνικής μορφής, που συνδυάζει χριστιανικές, ελληνικές και ανατολίτικες επιρροές. Με τη σειρά του, αυτό θα προωθούσε εξελίξεις όπως η κρητική ποίηση, η ανάπτυξη της ποιητικής σάτιρας στην ελληνική Ανατολή και οι αρκετοί εξέχοντες ιστορικοί της περιόδου.

Ο Αδαμάντιος Κοραής, σημαντική μορφή του Νεοελληνικού Διαφωτισμού

Η νεοελληνική λογοτεχνία αναφέρεται στη λογοτεχνία γραμμένη στην ελληνική γλώσσα από τον 11ο αιώνα, με κείμενα γραμμένα σε μια γλώσσα που είναι πιο οικεία στα αυτιά των Ελλήνων σήμερα από τη γλώσσα των πρώιμων βυζαντινών χρόνων.

Ο Νίκος Καζαντζάκης, ένας από τους πιο εξέχοντες νεοέλληνες συγγραφείς

Το κρητικό αναγεννησιακό ποίημα Ερωτόκριτος είναι αναμφίβολα το αριστούργημα αυτής της πρώιμης περιόδου της νεοελληνικής λογοτεχνίας και αντιπροσωπεύει ένα από τα υπέρτατα επιτεύγματά της. Είναι ένα ειδύλλιο με στίχους που γράφτηκε γύρω στο 1600 από τον Βιτσέντζο Κορνάρο (1553–1613). Ο άλλος σημαντικός εκπρόσωπος της κρητικής λογοτεχνίας ήταν ο Γεώργιος Χορτάτσης και πιο αξιοσημείωτο έργο του η Ερωφίλη. Άλλα έργα είναι η Θυσία του Αβραάμ του Κορνάρου, η Πανώρια και ο Κατσούρμπος του Χορτάτζη, ο Βασιλιάς Ροδολλίνος του Ιωάννη Ανδρέα Τρώιλου, ο Στάθης (κωμωδία) και η Βοσκοπούλα, αγνώστων καλλιτεχνών.

Πολύ αργότερα, ο Διαφωτισμός ήταν ένα ιδεολογικό, φιλολογικό, γλωσσικό και φιλοσοφικό κίνημα μεταξύ των Ελλήνων του 18ου αιώνα που μεταφράζει τις ιδέες και τις αξίες του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού στον ελληνικό κόσμο. Ο Αδαμάντιος Κοραής και ο Ρήγας Φεραίος είναι δύο από τις πιο αξιόλογες μορφές. Το 1819, τα Κορακιστικά, γραμμένα από τον Ιάκωβο Ρίζο Νερουλό, ήταν μια Παρωδία κατά του Έλληνα διανοούμενου Αδαμάντιου Κοραή και των γλωσσικών του αντιλήψεων, που ευνόησε τη χρήση μιας πιο συντηρητικής μορφής της ελληνικής γλώσσας, πιο κοντά στην αρχαία.

Τα χρόνια πριν από την Ελληνική Επανάσταση του 1821, τα Επτάνησα έγιναν το κέντρο της Επτανησιακής Σχολής. Κύρια χαρακτηριστικά του ήταν η ιταλική επιρροή, ο ρομαντισμός, ο εθνικισμός και η χρήση της δημοτικής ελληνικής. Αξιόλογοι εκπρόσωποι ήταν οι Ανδρέας Λασκαράτος, Ανδρέας Κάλβος, Αριστοτέλης Βαλαωρίτης και Διονύσιος Σολωμός.

Μετά την ανεξαρτησία το πνευματικό κέντρο μεταφέρθηκε στην Αθήνα. Σημαντικό πρόσωπο αυτής της νέας εποχής ήταν ο Κωστής Παλαμάς, που θεωρείται «εθνικός ποιητής» της Ελλάδας. Υπήρξε το κεντρικό πρόσωπο της ελληνικής λογοτεχνικής γενιάς του 1880 και ένας από τους συνιδρυτές της λεγόμενης Νέας Αθηναϊκής Σχολής (ή Παλαμικής Σχολής). Κύριο χαρακτηριστικό της ήταν η χρήση της δημοτικής ελληνικής. Ήταν επίσης ο συγγραφέας του Ολυμπιακού Ύμνου.

Προχωρώντας στον εικοστό αιώνα, η νεοελληνική λογοτεχνική παράδοση επέκτεινε το έργο του Κωνσταντίνου Π. Καβάφη, που θεωρείται βασικό πρόσωπο της ποίησης του εικοστού αιώνα, του Γιώργου Σεφέρη (του οποίου τα έργα και τα ποιήματα στόχευαν να συγχωνεύσουν τη λογοτεχνία της Αρχαίας και Νεότερης Ελλάδας) και τον Οδυσσέα Ελύτη, που και οι δύο κέρδισαν το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Κυρίαρχη φυσιογνωμία θεωρείται και ο Νίκος Καζαντζάκης, με έργα όπως Ο Τελευταίος Πειρασμός του Χριστού και Το Ελληνικό Πάθος να λαμβάνουν διεθνή αναγνώριση.

Φιλοσοφία, επιστήμη και μαθηματικά

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ελληνικός κόσμος θεωρείται ευρέως ότι γέννησε την επιστημονική σκέψη μέσω της παρατήρησης, της σκέψης και της ανάπτυξης μιας θεωρίας χωρίς την παρέμβαση μιας υπερφυσικής δύναμης. Ο Θαλής, ο Αναξίμανδρος και ο Δημόκριτος ήταν μεταξύ εκείνων που συνέβαλαν σημαντικά στην καθιέρωση αυτής της παράδοσης. Επίσης, και ίσως πιο συχνά στη δυτική φαντασία, ταυτίζεται με την αυγή της δυτικής φιλοσοφίας, καθώς και με μια χαρτογράφηση των φυσικών επιστημών. Οι ελληνικές εξελίξεις των μαθηματικών συνεχίστηκαν μέχρι την παρακμή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Στη σύγχρονη εποχή οι Έλληνες συνεχίζουν να συνεισφέρουν στους τομείς της επιστήμης, των μαθηματικών και της φιλοσοφίας.

Ο Αρίσταρχος ο Σάμιος ήταν το πρώτο γνωστό άτομο που πρότεινε ένα ηλιοκεντρικό σύστημα, τον 3ο αιώνα π.Χ.

Η παράδοση της φιλοσοφίας στην αρχαία Ελλάδα συνόδευε τη λογοτεχνική της εξέλιξη. Η ελληνική μάθηση είχε βαθιά επιρροή στους πολιτισμούς της Δύσης και της Μέσης Ανατολής. Τα έργα του Σωκράτη, του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη και άλλων Ελλήνων φιλοσόφων επηρέασαν βαθιά την Κλασική σκέψη, την Χρυσή Εποχή του Ισλάμ και την Αναγέννηση.

Οι Αρχαίοι Αιγύπτιοι και οι Μεσοποτάμιοι ήταν πολύ καλοί στα μαθηματικά και στην κατασκευή γεωμετρικών τάφων, αλλά δεν φημίζονται για τη φιλοσοφία. Οι θρησκευτικές τους εξηγήσεις για τα πράγματα είναι περίτεχνες αλλά μη πειστικές από φιλοσοφικούς όρους. Οι θεοκρατικές κοινωνίες που διέπονται από ιερατικές κάστες είναι συνήθως στατικές και μονοπωλούν τη σκέψη. Επιμένουν στις ορθόδοξες εξηγήσεις και αποθαρρύνουν ενεργά τις ανεξάρτητες και αντισυμβατικές ιδέες. Οι Αρχαίοι Έλληνες επινόησαν τη φιλοσοφία, αλλά κανείς δεν ξέρει πραγματικά γιατί. Οι μεσογειακοί λαοί λόγω του εμπορίου τους στη Μεσόγειο Θάλασσα, δανείστηκαν μύθους και μυστικισμό καθώς και αρχιτεκτονική και μαθηματικά από τους γειτονικούς πολιτισμούς τους.

Ορισμένοι Έλληνες στοχαστές αποφάσισαν να μην δεχτούν θρησκευτικές εξηγήσεις για το πώς λειτουργεί ο κόσμος, για παράδειγμα ο Ξενοφάνης. Απλώς πίστευαν ότι έπρεπε απλώς να υπάρχει κάποιος βασιλιάς της υποκείμενης τάξης ή λογικής για τον τρόπο που έχουν τα πράγματα. Αυτό θα δοθεί αργότερα στην Αρχαία Ρώμη και στον σύγχρονο πολιτισμό.[19]

Στην Ιατρική, οι γιατροί εξακολουθούν να αναφέρονται στον όρκο του Ιπποκράτη, που θεσπίστηκε από τον Ιπποκράτη, ο οποίος θεωρείται ως ο πρωταρχικός στη θέσπιση των θεμελίων της ιατρικής ως επιστήμης. Ο Γαληνός βασίστηκε στη θεωρία του Ιπποκράτη για τα τέσσερα χιούμορ και τα γραπτά του έγιναν το θεμέλιο της ιατρικής στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή για αιώνες. Οι γιατροί Ηρόφιλος και Παύλος ο Αιγινήτης ήταν πρωτοπόροι στη μελέτη της ανατομίας, ενώ ο Διοσκουρίδης ο Πεδάνιος έγραψε μια εκτενή πραγματεία για την άσκηση της φαρμακολογίας.

Η περίοδος της Κλασικής Ελλάδας (από το 800 π.Χ. έως την άνοδο της Μακεδονίας) είναι αυτή που συνδέεται συχνότερα με την ελληνική πρόοδο στην επιστήμη. Ο Θαλής της Μιλήτου θεωρείται από πολλούς ως ο πατέρας της επιστήμης. Ήταν ο πρώτος από τους αρχαίους φιλοσόφους που προσπάθησε να εξηγήσει τον φυσικό κόσμο με όρους φυσικών και όχι υπερφυσικών αιτιών. Ο Πυθαγόρας ήταν ένας μαθηματικός που συχνά περιγράφεται ως ο «πατέρας των αριθμών». Πιστεύεται ότι είχε την πρωτοποριακή γνώση των αριθμητικών αναλογιών που καθορίζουν τη μουσική κλίμακα και το Πυθαγόρειο θεώρημα. Ο Διόφαντος ο Αλεξανδρεύς, με τη σειρά του, ήταν ο «πατέρας της άλγεβρας». Πολλά μέρη της σύγχρονης γεωμετρίας βασίζονται στο έργο του Ευκλείδη, ενώ ο Ερατοσθένης ήταν ένας από τους πρώτους επιστημονικούς γεωγράφους, που υπολόγισε την περιφέρεια της Γης και συνέλαβε τους πρώτους χάρτες με βάση επιστημονικές αρχές.

Η Ελληνιστική περίοδος, μετά τις κατακτήσεις του Αλεξάνδρου, συνεχίστηκε και δομήθηκε πάνω σε αυτή τη γνώση. Ο Ίππαρχος θεωρείται ο κατεξοχήν αστρονομικός παρατηρητής του αρχαίου κόσμου και πιθανότατα ήταν ο πρώτος που ανέπτυξε μια ακριβή μέθοδο για την πρόβλεψη της ηλιακής έκλειψης, ενώ ο Αρίσταρχος ο Σάμιος ήταν ο πρώτος γνωστός αστρονόμος που πρότεινε ένα ηλιοκεντρικό μοντέλο του Ηλιακού Συστήματος, δηλαδή ότι οι Πλανήτες περιστρέφονται γύρω απο τον Ήλιο και όχι ο Ήλιος γυρω από τους Πλανήτες. Αν και το γεωκεντρικό μοντέλο του Πτολεμαίου ήταν πιο κοινά αποδεκτό μέχρι τον δέκατο έβδομο αιώνα. Ο Πτολεμαίος συνέβαλε επίσης ουσιαστικά στη Χαρτογραφία και στην επιστήμη της οπτικής. Από την πλευρά του ο Αρχιμήδης ήταν ο πρώτος που υπολόγισε την τιμή του μαθηματικής σταθεράς "π" και της Γεωμετρικής προόδου, καθώς και ο παλαιότερος γνωστός Μαθηματικός και Φυσικός που ανακάλυψε τον νόμο της άνωσης, ο οποίος και συνέλαβε και τη πρώτη αντλία στη ιστορία, μια συσκευή άρδευσης γνωστή ως Κοχλίας του Αρχιμήδη.

Μανουήλ Χρυσολωράς, Έλληνας λόγιος της Αναγέννησης
Γεώργιος Πλήθων

Η βυζαντινή περίοδος παρέμεινε σε μεγάλο βαθμό μια περίοδος διατήρησης όσον αφορά τα κλασικά ελληνορωμαϊκά κείμενα. Σημειώθηκαν, ωστόσο, σημαντικές πρόοδοι στους τομείς της ιατρικής και της ιστορικής επιστήμης. Η θεολογική φιλοσοφία παρέμεινε επίσης ένας τομέας μελέτης, και υπήρξε, αν και δεν ανταποκρίνεται στα επιτεύγματα των προηγούμενων αιώνων, μια κάποια αύξηση στον επαγγελματισμό της μελέτης αυτών των θεμάτων, που επισημάνθηκε από την ίδρυση του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης.

Ο Ισίδωρος της Μιλήτου και ο Ανθέμιος ο Τραλλιανός, οι αρχιτέκτονες της περίφημης Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, συνέβαλαν επίσης στις μαθηματικές θεωρίες σχετικά με την αρχιτεκτονική μορφή και την αντιληπτή μαθηματική αρμονία που απαιτείται για τη δημιουργία μιας πολυτρουλικής δομής. Αυτές οι ιδέες επρόκειτο να ασκήσουν τεράστια επιρροή στον Οθωμανό αρχιτέκτονα Μιμάρ Σινάν στη δημιουργία του Μπλε Τζαμί, επίσης στην Κωνσταντινούπολη. Ο Ανθέμιος δημιούργησε ειδικότερα αρκετές πραγματείες για τις Φυσικές Επιστήμες, καθώς και στα μαθηματικά, όπως οι Κωνικές Τομές.

Η σταδιακή μετανάστευση των Ελλήνων από το Βυζάντιο στις ιταλικές πόλεις-κράτη μετά την παρακμή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, και τα κείμενα που έφεραν μαζί τους σε συνδυασμό με τις ακαδημαϊκές θέσεις που κατείχαν, ήταν ένας σημαντικός παράγοντας στο άναμμα των πρώτων σπινθήρων της ιταλικής Αναγέννησης.

Ο Κωνσταντίνος Καραθεοδωρή, ο οποίος εισήγαγε αρκετά μαθηματικά θεωρήματα, γνωστά ως "Θεωρήματα Καραθεοδωρή".

Οι Έλληνες συνεχίζουν να συνεισφέρουν στην επιστήμη και την τεχνολογία στον σύγχρονο κόσμο. Ο Ιωάννης Αργύρης, μαθηματικός και μηχανικός, ήταν μεταξύ των δημιουργών της μεθόδου των πεπερασμένων στοιχείων και της μεθόδου άμεσης ακαμψίας. Ο Κωνσταντίνος Καραθεοδωρή συνέβαλε σημαντικά στη θεωρία των συναρτήσεων μιας πραγματικής μεταβλητής, στον λογισμό των μεταβολών και στη θεωρία μετρήσεων, που πιστώθηκε με την εισαγωγή πολλών μαθηματικών θεωρημάτων. Στη Φυσική, ο Ιωάννης Ηλιόπουλος είναι γνωστός για την πρόβλεψη του Γοητευτικού Κουάρκ και την πρόταση του μηχανισμού GIM, καθώς και για τον τύπο Fayet–Iliopoulos D-term, ενώ ο Δημήτρης Νανόπουλος είναι ένας από τους κύριους επιστήμονες που αναπτύσσουν το μοντέλο του Flipped SU(5).

Ο βιολόγος Φώτης Καφάτος πρωτοστατεί στον τομέα της μοριακής κλωνοποίησης και της γονιδιωματικής και υπήρξε ο ιδρυτής και πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Έρευνας. Στην ιατρική, ο Γεώργιος Παπανικολάου συνέβαλε τα μέγιστα στην ανάπτυξη του προσυμπτωματικού ελέγχου του τραχήλου της μήτρας επινοώντας το Τεστ Παπ, το οποίο είναι από τις πιο κοινές μεθόδους προσυμπτωματικού ελέγχου του τραχήλου της μήτρας παγκοσμίως.

Ο σχεδιαστής αυτοκινήτων Άλεκ Ισηγόνης σχεδίασε το πρωτοποριακό και εμβληματικό αυτοκίνητο Mini, ενώ ο Μιχάλης Δερτούζος ήταν μεταξύ των πρωτοπόρων του Διαδικτύου, καθοριστικός στον καθορισμό της Κοινοπραξίας του Παγκόσμιου Ιστού και διευθυντής για 27 χρόνια του Εργαστηρίου Επιστήμης Υπολογιστών και Τεχνητής Νοημοσύνης του MIT, στο οποίο καινοτομούσε σε ποικιλία τομέων κατά τη διάρκεια της θητείας του. Ο Νίκολας Νεγρεπόντε, είναι ο ιδρυτής του MIT Media Lab και του έργου One Laptop per Child με στόχο την επέκταση της πρόσβασης στο Διαδίκτυο στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Ο Ιωσήφ Σηφάκης, επιστήμονας υπολογιστών, κέρδισε το Βραβείο Τούρινγκ για την πρωτοποριακή του εργασία στον έλεγχο μοντέλων.

Το κτήριο της Βουλής των Ελλήνων, πρώην Ανάκτορο του Όθωνα Α΄.

Το πολίτευμα της Ελλάδας είναι η Προεδρεύομενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία όμως με Πρόεδρο που έχει έναν εθιμοτυπικό ρόλο από ό,τι σε ορισμένες άλλες δημοκρατίες. Ο Πρόεδρος επιλέγεται από τον Πρωθυπουργό και ψηφίζεται από την πλειοψηφία στο κοινοβούλιο. Η Ελλάδα έχει ένα κωδικοποιημένο Σύνταγμα και μια γραπτή Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Πολίτη ενσωματωμένη σε αυτό.

Στην πολιτική της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας κυριαρχούν δύο βασικά πολιτικά κόμματα, οι αυτοαποκαλούμενοι σοσιαλιστές του ΠΑΣΟΚ και η συντηρητική Νέα Δημοκρατία. Μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990 το ΠΑΣΟΚ κυριάρχησε στην πολιτική σκηνή, κυριαρχώντας σε ευνοϊκούς ρυθμούς ανάπτυξης από οικονομική άποψη, αλλά στα μάτια των επικριτών που απέτυχαν να αποδώσουν σε ό,τι αφορά την ανεργία και τα διαρθρωτικά ζητήματα όπως η απελευθέρωση της αγοράς.

Η εκλογή της Νέας Δημοκρατίας στην κυβέρνηση το 2004 οδήγησε σε διάφορες πρωτοβουλίες για τον εκσυγχρονισμό της χώρας, όπως το πανεπιστημιακό πρόγραμμα εκπαίδευσης, καθώς και η απελευθέρωση της αγοράς εργασίας. Πολιτικά υπήρξε μαζική αντίθεση σε ορισμένες από αυτές τις κινήσεις λόγω ενός μεγάλου, καλά οργανωμένου εργατικού κινήματος στην Ελλάδα, το οποίο δεν εμπιστεύεται τη δεξιά διοίκηση και τις νεοφιλελεύθερες ιδέες. Ο πληθυσμός γενικά φαίνεται να αποδέχεται πολλές από τις πρωτοβουλίες, που αντικατοπτρίζονται στην κυβερνητική υποστήριξη. Στο οικονομικό μέτωπο, πολλοί είναι μέχρι στιγμής θερμοί για τις μεταρρυθμίσεις που έγιναν από τη διοίκηση, οι οποίες έχουν ανταμειφθεί σε μεγάλο βαθμό με ρυθμούς ανάπτυξης άνω του μέσου όρου της Ευρωζώνης. Η Νέα Δημοκρατία επανεξελέγη τον Μάιο του 2023.

Υπάρχουν και άλλα μικρότερα πολιτικά κόμματα. Περιλαμβάνουν το τρίτο μεγαλύτερο κόμμα (το Κομμουνιστικό Κόμμα), το οποίο εξακολουθεί να έχει μεγάλη υποστήριξη από πολλές αγροτικές περιοχές εργασίας καθώς και από μέρος του μεταναστευτικού πληθυσμού στην Ελλάδα. Υπάρχει επίσης ένα σχετικά μικρό, αλλά καλά οργανωμένο αναρχικό κίνημα, αν και το καθεστώς του στην Ελλάδα έχει κάπως υπερβολικό από τα μέσα ενημέρωσης στο εξωτερικό.

Στην πολιτική διαδικασία συμμετέχει ενεργά και ανοιχτά ο λαός της Ελλάδας, ενώ οι δημόσιες διαδηλώσεις αποτελούν συνεχές χαρακτηριστικό της αθηναϊκής ζωής. Ωστόσο, υπήρξαν επικρίσεις για την αποτυχία της κυβέρνησης να εμπλέξει επαρκώς τις μειονότητες στον πολιτικό διάλογο και ως εκ τούτου παραγκωνίστηκαν οι απόψεις τους. Σε γενικές γραμμές, η πολιτική θεωρείται ως ένα αποδεκτό θέμα για συζήτηση σχεδόν σε κάθε κοινωνική περίσταση και οι Έλληνες είναι συχνά πολύ επιφυλακτικοί σχετικά με την υποστήριξή τους (ή την έλλειψή της) σε ορισμένες προτάσεις πολιτικής ή τα ίδια τα πολιτικά κόμματα – αυτό ίσως αντικατοπτρίζεται σε αυτό που πολλοί θεωρούν τα φερέφωνα μέσα ενημέρωσης και στις δύο πλευρές του πολιτικού φάσματος. Αν και αυτό είναι χαρακτηριστικό των περισσότερων ευρωπαϊκών ταμπλόιντ.

Επίσημες αργίες και γιορτές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σύμφωνα με την Ελληνική Νομοθεσία κάθε Κυριακή του έτους είναι αργία. Επιπλέον, υπάρχουν τέσσερις υποχρεωτικές, επίσημες αργίες: Η 25 Μαρτίου (Ελληνική Επανάσταση του 1821), η Δευτέρα του Πάσχα, ο Δεκαπενταύγουστος (Κοίμηση της Θεοτόκου) και η 25 Δεκεμβρίου (Χριστούγεννα). Δύο ακόμη ημέρες, η 1η Μαΐου (Εργατική Πρωτομαγιά) και η 28η Οκτωβρίου (Επέτειος του Όχι), ρυθμίζονται από το νόμο ως προαιρετικές, αλλά συνηθίζεται να δίνεται άδεια στους εργαζόμενους. Υπάρχουν, ωστόσο, περισσότερες αργίες που γιορτάζονται στην Ελλάδα από αυτές που ανακοινώνονται από το Υπουργείο Εργασίας κάθε χρόνο ως υποχρεωτικές ή προαιρετικές. Ο κατάλογος αυτών των μη καθορισμένων Εθνικών Εορτών σπάνια αλλάζει και δεν έχει αλλάξει τις τελευταίες δεκαετίες, δίνοντας συνολικά έντεκα Εθνικές Εορτές κάθε χρόνο.

Εκτός από τις Εθνικές Εορτές, υπάρχουν και Δημόσιες Εορτές που δεν γιορτάζονται πανελλαδικά, αλλά μόνο από συγκεκριμένη επαγγελματική ομάδα ή τοπική κοινωνία. Για παράδειγμα, πολλοί δήμοι έχουν έναν «Πολιούχο Άγιο», που ονομάζεται επίσης «Ονομαστική Γιορτή», ή «Ημέρα Απελευθέρωσης», και αυτή την ημέρα συνηθίζεται τα σχολεία να έχουν μια μέρα άδεια.

Στα αξιοσημείωτα φεστιβάλ συγκαταλέγονται το Πατρινό Καρναβάλι, το Φεστιβάλ Αθηνών και διάφορα τοπικά φεστιβάλ κρασιού. Η πόλη της Θεσσαλονίκης φιλοξενεί επίσης μια σειρά από φεστιβάλ και εκδηλώσεις. Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης είναι ένα από τα σημαντικότερα κινηματογραφικά φεστιβάλ στη Νότια Ευρώπη.[20]

Ο ναός του Ηφαίστου στην Αθήνα είναι ο καλύτερα διατηρημένος από όλους τους αρχαίους ελληνικούς ναούς επι ελληνικού εδάφους.

Η κλασική Αθήνα μπορεί να θεωρηθεί ότι ανήγγειλε μερικές από τις ίδιες θρησκευτικές ιδέες που θα προωθούσε αργότερα ο Χριστιανισμός, όπως η επίκληση του Αριστοτέλη σε έναν τέλειο Θεό και ο Λόγος του Ηράκλειτου. Ο Πλάτων θεώρησε ότι υπήρχαν ανταμοιβές για τους ενάρετους στους ουρανούς και τιμωρία για τους κακούς κάτω από τη γη. Η ψυχή εκτιμήθηκε υψηλότερα από το υλικό σώμα, και ο υλικός κόσμος έγινε κατανοητός ως ατελής και όχι πλήρως πραγματικός (που απεικονίζεται στην αλληγορία του Πλάτωνα για το σπήλαιο).

Ελληνιστική Ελλάδα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι κατακτήσεις του Αλέξανδρου διέδωσαν κλασικές έννοιες για το θείο, τη μετά θάνατον ζωή και πολλά άλλα σε όλη την περιοχή της ανατολικής Μεσογείου. Οι Εβραίοι και οι πρώτοι Χριστιανοί υιοθέτησαν το όνομα «Άδης», παρμένο απο την Ελληνική μυθολογία όταν έγραφαν για το «sheol» (κάτω κόσμος) από τα εβραικά στα ελληνικά. Ο Ελληνοβουδισμός ήταν ο πολιτισμικός συγκρητισμός μεταξύ του ελληνιστικού πολιτισμού και του βουδισμού, που αναπτύχθηκε στα Ινδοελληνικά βασίλεια. Με την έλευση του Χριστιανισμού, τα τέσσερα αρχικά πατριαρχεία πέρα από τη Ρώμη χρησιμοποιούσαν την ελληνική ως εκκλησιαστική τους γλώσσα, αφού σε αυτήν γράφτηκε η Καινή Διαθήκη.

Βυζαντινή και Σύγχρονη Ελλάδα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η Παναγία της Τήνου, το μεγαλύτερο Μαριανό ιερό στην Ελλάδα

Η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία, κυρίως λόγω της σημασίας του Βυζαντίου στην ελληνική ιστορία, καθώς και του ρόλου της στην επανάσταση, είναι ένας σημαντικός θεσμός στη σύγχρονη Ελλάδα. Οι ρόλοι της στην κοινωνία και ο μεγαλύτερος ρόλος της στον γενικότερο ελληνικό πολιτισμό είναι πολύ σημαντικοί. Ένας αριθμός Ελλήνων πηγαίνει στην Εκκλησία τουλάχιστον μία φορά το μήνα ή περισσότερο και η γιορτή του Ορθόδοξου Πάσχα έχει ιδιαίτερη σημασία.

Θραύσματα σπασμένων αγγείων και σταμνών στο δρόμο, αφού πετάχτηκαν από τα παράθυρα των διπλανών σπιτιών. Παράδοση Μεγάλου Σάββατου στην Κέρκυρα.

Η Εκκλησία της Ελλάδος διατηρεί επίσης περιορισμένη πολιτική επιρροή λόγω του γεγονότος ότι το ελληνικό σύνταγμα δεν έχει ρητό διαχωρισμό Εκκλησίας και Κράτους. Μια συζήτηση που προτάθηκε από πιο συντηρητικά στοιχεία της εκκλησίας στις αρχές της δεκαετίας του 2000 σχετικά με τα δελτία ταυτότητας και το αν θα μπορούσε να προστεθεί σε αυτά η θρησκευτική πίστη, υπογραμμίζει την τριβή μεταξύ κράτους και εκκλησίας σε ορισμένα ζητήματα. Αναπάντεχα η πρόταση δεν έγινε δεκτή. Ένα ευρέως δημοσιευμένο σύνολο σκανδάλων διαφθοράς το 2004 που εμπλέκουν μια μικρή ομάδα ανώτερων εκκλησιαστικών ηύξησε επίσης τον εθνικό διάλογο για την εισαγωγή μεγαλύτερης διαφάνειας στη σχέση εκκλησίας-κράτους.

Οι Ελληνικοί Ορθόδοξοί Ναοί είναι διάσπαρτοι τόσο στα χωριά όσο και στις πόλεις της Ελλάδας και έχουν ποικίλες αρχιτεκτονικές μορφές, από παλαιότερες βυζαντινές εκκλησίες, σε πιο μοντέρνες εκκλησίες από λευκό τούβλο, έως νεότερες δομές που μοιάζουν με καθεδρικούς ναούς με εμφανή βυζαντινή επιρροή. Η Ελλάδα (όπως και η Κύπρος), που επίσης συμμετείχε σε δημοσκόπηση ως, φαινομενικά, μια από τις πιο θρησκευόμενες χώρες της Ευρώπης, σύμφωνα με τη Eurostat. Ωστόσο, ενώ η εκκλησία έχει μεγάλο σεβασμό ως ηθικό και πολιτιστικό θεσμό, μια αντίθεση στη θρησκευτική πίστη με την προτεσταντική βόρεια Ευρώπη είναι πιο εμφανής από μια αντίθεση με την καθολική μεσογειακή Ευρώπη.

Η Ελλάδα έχει επίσης μια σημαντική μειονότητα Μουσουλμάνων και Πομάκων στη Δυτική Θράκη (που αριθμεί περίπου 100–150.000), με τους τόπους λατρείας τους να είναι εγγυημένοι από τη Συνθήκη της Λωζάνης το 1923. Το ελληνικό κράτος ενέκρινε πλήρως την ανέγερση κύριου τζαμιού για την πιο "πρόσφατη μουσουλμανική κοινότητα" της Αθήνας σύμφωνα με τις διατάξεις περί θρησκευτικής ελευθερίας του ελληνικού συντάγματος.

Άλλες θρησκευτικές κοινότητες που ζουν στην Ελλάδα περιλαμβάνουν Ρωμαιοκαθολικούς, Μάρτυρες του Ιεχωβά, Προτεστάντες, Αρμένιους, πιστούς της Αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας, Εβραίους (βλ.Ιουδαϊσμός) και άλλους.

Αγώνες τοξοβολίας στο Παναθηναϊκό Στάδιο κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004.

Η Ελλάδα έχει αναδειχθεί σε πολλούς αθλητικούς τομείς τις τελευταίες δεκαετίες. Ειδικά το ποδόσφαιρο είχε δει μια ταχεία μεταμόρφωση, με την εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Ελλάδας που κέρδισε το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου της ΟΥΕΦΑ το 2004, όμως δεν κράτησε πολύ. Πολλοί Έλληνες αθλητές έχουν επίσης σημειώσει σημαντικές επιτυχίες και έχουν κατακτήσει παγκόσμιους και ολυμπιακούς τίτλους σε πολλά αθλήματα κατά τη διάρκεια των ετών, όπως η Καλαθοσφαίριση, η Πάλη, η Υδατοσφαίριση, ο Στίβος, η Άρση βαρών, με πολλούς από αυτούς να γίνονται διεθνείς σταρ στα αθλήματά τους. Η επιτυχημένη διοργάνωση των Ολυμπιακών και Παραολυμπιακών Αγώνων Αθήνα 2004 οδήγησε επίσης στην περαιτέρω ανάπτυξη πολλών αθλημάτων και οδήγησε στη δημιουργία πολλών αθλητικών χώρων παγκόσμιας κλάσης σε όλη την Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη. Οι Έλληνες αθλητές έχουν κερδίσει συνολικά 146 μετάλλια για την Ελλάδα σε 15 διαφορετικά ολυμπιακά αθλήματα στους Θερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες, συμπεριλαμβανομένων των Ολυμπιακών του 1906, ένα επίτευγμα που καθιστά την Ελλάδα ένα από τα κορυφαία έθνη παγκοσμίως, στην παγκόσμια κατάταξη των μεταλλίων κατά κεφαλήν.

Παραδοσιακή (και αληθινή) σημαία της Ελλάδας που χρησιμοποιήθηκε από το 1769 έως την Επανάσταση του 1821.

Τα εθνικά χρώματα της Ελλάδας είναι το Γαλάζιο και το Λευκό. Το εθνόσημο της Ελλάδας αποτελείται από έναν λευκό σταυρό πάνω σε γαλάζιο φόντο που περιβάλλεται από δύο κλαδιά δάφνης.[21] Γαλανόλευκη είναι και η σημαία της Ελλάδας, όπως ορίζει ο νόμος 851/1978 περί Εθνικής Σημαίας.[22]

Το Τάγμα του Σωτήρος και το στρατιωτικό παράσημο Αριστείο Ανδρείας έχουν κορδέλες στα εθνικά χρώματα.[23]

Από τότε που καθιερώθηκε για πρώτη φορά, το εθνικό έμβλημα έχει υποστεί πολλές αλλαγές στο σχήμα και στο σχέδιο. Το αρχικό ελληνικό εθνικό έμβλημα απεικόνιζε τη θεά Αθηνά και μια κουκουβάγια. Την εποχή του Ιωάννη Καποδίστρια προστέθηκε ο Φοίνικας, το σύμβολο της αναγέννησης.

Άλλα αναγνωρίσιμα σύμβολα περιλαμβάνουν τον (σε όλη τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία) Δικέφαλο Αετό και τον Ήλιο της Βεργίνας.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. Myres, John. Herodotus, Father of History. Oxford: Clarendon Press, 1953. Web. 25 Jun. 2012.
  2. "Greece, Ancient." World Book Advanced. World Book, 2012. Web. 8 July 2012.
  3. Hodge, Susie (2019). The Short Story of Architecture (στα Αγγλικά). Laurence King Publishing. σελ. 14. ISBN 978-1-7862-7370-3. 
  4. George D. Hurmuziadis (1979). Cultura Greciei (στα Ρουμανικά). Editura științifică și enciclopedică. σελ. 89 & 90. 
  5. George D. Hurmuziadis (1979). Cultura Greciei (στα Ρουμανικά). Editura științifică și enciclopedică. σελ. 92. 
  6. Hodge, Susie (2019). The Short Story of Architecture (στα Αγγλικά). Laurence King Publishing. σελ. 17. ISBN 978-1-7862-7370-3. 
  7. George D. Hurmuziadis (1979). Cultura Greciei (στα Ρουμανικά). Editura științifică și enciclopedică. σελ. 93. 
  8. Manos G. Birēs, Marō Kardamitsē-Adamē, Neoclassical architecture in Greece
  9. «24 γράμματα / Πολυχώρος Πολιτισμού στο Χαλάνδρι (Θέατρο – Μουσική – Γκαλερί- Βιβλίο) » Το Θέατρο στο Βυζάντιο και την Οθωμανική περίοδο». www.24grammata.com. Ανακτήθηκε στις 27 Μαρτίου 2018. 
  10. Spices and Seasonings:A Food Technology Handbook – Donna R. Tainter, Anthony T. Grenis, p. 223
  11. 11,0 11,1 Renfrew, Colin (1972). The Emergence of Civilization; The Cyclades and the Aegean in the Third Millennium B.C. Taylor & Francis. σελ. 280. 
  12. http://www.focusmm.com/greece/gr_coumn.htm – Αρχειοθετήθηκε 2017-07-26 στο Wayback Machine. Historical reference about Ancient Greek cuisine.
  13. Civitello, Linda (2007). Cuisine and Culture: A History of Food and PeopleΔωρεάν πρόσβαση υπoκείμενη σε περιορισμένη δοκιμή, συνήθως απαιτείται συνδρομή. New York: Wiley. σελ. 67. ISBN 978-0-471-74172-5. 
  14. Ancient Mashed Grapes Found in Greece Αρχειοθετήθηκε 2008-01-03 στο Wayback Machine. Discovery News.
  15. Mashed grapes find re-write history of wine Zeenews
  16. «Τελικά πόσοι είναι οι Έλληνες του εξωτερικού;». e-radio.gr. 28 Ιανουαρίου 2024. 
  17. «JOSEPH YAHUDA – HEBREW IS GREEK». wordpress.com. 15 Ιανουαρίου 2012. 
  18. «Hebrew is Greek - The 'blocked' book of Joseph Yahuda». bristolgreeks.com. 6 Ιανουαρίου 2019. 
  19. Dave Robinson, Judy Groves (2007). PHILOSOPHY A Graphic Guide (στα Αγγλικά). Icon Books Ldt. σελ. 6, 7. ISBN 978-1-84046-853-3. 
  20. Thessaloniki International Film Festival – Profile Αρχειοθετήθηκε 2015-09-05 στο Wayback Machine. (in Greek)
  21. Ἑφημερίς τῆς Κυβερνήσεως 1975, σελ. Article 2.
  22. Law 851/1978, σελ. Article 1, Clause 1.
  23. Presidency of the Hellenic Republic: The Order of the Redeemer.