Πολιορκία της Αδριανούπολης
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Πολιορκία της Αδριανούπολης | |||
---|---|---|---|
μέρος του Α' Βαλκανικού Πολέμου | |||
Σχεδιάγραμμα των θέσεων μάχης | |||
Χρονολογία | 3 Νοεμβρίου 1912 - 26 Μαρτίου 1913 | ||
Τόπος | Αδριανούπολη, Βιλαέτι της Αδριανούπολης, Οθωμανική Αυτοκρατορία σημ. Εντιρνέ 41°40′37″N 26°33′20″E / 41.67694°N 26.55556°E | ||
Έκβαση | Νίκη των Βουλγάρων και των Σέρβων, κατάληψη της πόλης | ||
Αντιμαχόμενοι | |||
Ηγετικά πρόσωπα | |||
| |||
Δυνάμεις | |||
| |||
Απώλειες | |||
|
Η Πολιορκία (ή μάχη) της Αδριανούπολης (βουλγ. Обсада на Одрин, σερβ. Опсада Једрена, τουρκ. Edirne Kuşatması) ήταν από τις πιο σημαντικές - αν όχι η πιο σημαντική - στρατιωτικές επιχειρήσεις του Α΄ Βαλκανικού πολέμου.
Η Βουλγαρία επιθυμούσε την κατάκτηση της πόλης, κυρίως επειδή σχεδίαζε με ένα έργο μεγάλης κλίμακας -μετατρέποντας τον ποταμό Έβρο σε πλωτό ποτάμι να τη χρησιμοποιήσει ως λιμάνι στο Αιγαίο Πέλαγος και κατά συνέπεια ως έξοδο της χώρας στη Μεσόγειο θάλασσα.[5]
Όμως και οι Τούρκοι θεωρούσαν κάτι παραπάνω από απαραίτητη την κατοχή της πόλης, και λόγω του καίριου σημείου της, αλλά κυρίως λόγω του παρελθόντος της και της σημασίας που έχει αυτή η πόλη τους Οθωμανούς. (Η Αδριανούπολη ήταν η γενέτειρα πόλη του Μωάμεθ του Πορθητή και έχει σημαντικότατα μουσουλμανικά μνημεία και τεμένη).
[6]
Η μεγάλη αυτή πόλη, που βρισκόταν σε κομβικό σημείο και ανήκε τότε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, δέχτηκε για πέντε σχεδόν μήνες, την πολιορκία των συνδυασμένων βουλγαρικών και σερβικών στρατών με σκοπό την κατάκτησή της. Πράγματι η Αδριανούπολη έπεσε στα χέρια των Βουλγάρων στις 26 Μαρτίου του 1913, γεγονός που σήμανε και τη λήξη του πολέμου. Την πόλη την ανακατέλαβαν οι Οθωμανοί λίγους μήνες μετά, στον Β΄Βαλκανικό πόλεμο.
Το χρονικό της πολιορκίας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Την επόμενη της κήρυξης του πολέμου, στις 7/ 18 Οκτωβρίου 1912 τα βουλγαρικά στρατεύματα περνώντας τα σύνορα επιτέθηκαν κατ' αρχήν στο χωριό Μουσταφά Πασά, - σήμερα Σβίλενγκραντ της Βουλγαρίας - που απείχε περίπου 30 χιλιόμετρα από την Αδριανούπολη. Τις επόμενες μέρες, θα συνεχίσουν την προώθησή τους, διώχνοντας στο πέρασμά τους τα οθωμανικά στρατεύματα και στις 9/20 Οκτωβρίου φτάνουν έξω από την πόλη και καταλαμβάνουν το φρούριο Τσερμέν (σημερινό Ορμένιο, αποκλείοντας την Αδριανούπολη από το βορρά.
Παράλληλα, στις 10/22 Οκτωβρίου οι Βούλγαροι περνώντας τον Άρδα, κατακτούν ύστερα από πολύνεκρη μάχη με τους Τούρκους, το χωριό Μαράς, σημ. Μαράσια, και κυκλώνουν την Αδριανούπολη από τα νότια-ανατολικά. [εκκρεμεί παραπομπή]
Στις 25 Οκτωβρίου/6 Νοεμβρίου θα καταφτάσει στην περιοχή ο σερβικός στρατός με διοικητή τον Στεπάν Στεπάνοβιτς και θα ενταχθεί υπό τις διαταγές του αρχηγού της 2ης βουλγαρικής στρατιάς, στρατηγού Νικολά Ιβανώφ.
Στις 10/26 Οκτωβρίου καταλαμβάνουν τον σιδηροδρομικό σταθμό στην περιοχή του Πασά-Μπουνάρ, ενώ οι Οθωμανοί ανασυντάσσονται στο Μπουνά-Χισάρ (πρώην «Βρύσις» ανατολικής Θράκης) και στη Βιζύη, σήμερα Vize Τουρκίας. Εκεί θα δοθεί στις 12/28 Οκτωβρίου η αιματηρή μάχη του Λουλέ Μπουργκάς, η οποία εκτός των άλλων, θα αποκόψει τον στρατό της Αδριανούπολης από τον ανεφοδιασμό του από την Κωνσταντινούπολη.
Έτσι η Αδριανούπολη περικυκλώνεται και αρχίζει η πολιορκία της.
Ωστόσο, την πόλη υπερασπίζονται κατ' αρχήν τα οχυρωματικά της έργα - από τα καλύτερα οχυρωματικά έργα της εποχής - που είχαν σχεδιασθεί και υλοποιηθεί από Γερμανούς μηχανικούς και αξιωματικούς του στρατού που βοηθούσαν στον εκσυγχρονισμό του οθωμανικού στρατού. Έτσι, το φρούριο είχε χωριστεί σε τρεις αμυντικές γραμμές: η εξωτερική γραμμή η οποία είχε περίμετρο 35 χιλιόμ και απείχε από την πόλη περίπου 10 χιλιόμ.. Είχε θέσεις για το πυροβολικό καθώς και χαρακώματα για το πεζικό. Κοντά στους λόφους της πόλης και σε απόσταση από 500 μέτρα ως 3 χιλμ. από την πόλη, είχε τοποθετηθεί η δεύτερη αμυντική γραμμή με 24 αμυντικά φυλάκια κατά μήκος της, εξοπλισμένα και με συστοιχίες πολυβόλων, τα οποία είχαν χωρητικότητα 300 στρατιωτών και ήταν φτιαγμένο από τσιμέντο. Η τρίτη γραμμή, ήταν τα ίδια τα τείχη της πόλης.
Αλλά και ο στρατός, με διοικητή του τον στρατηγό του πυροβολικού Σουκρού Μεχμέτ Πασά, ο οποίος είχε στη διάθεσή του 4 συντάγματα πεζικού, 3 συντάγματα εφέδρων, 5 συντάγματα πυροβολικού, πέντε μοίρες ιππικού, δυο τάγματα μηχανικού, επίσης σκαπανείς και τηλεγραφητές, συνολική δύναμη 70.000 στρατιώτες και 524 αξιωματικοί. Επίσης, είχαν στη διάθεσή τους ένα αερόστατο παρατήρησης και αναγνώρισης του εχθρού, (το οποίο όμως δεν χρησιμοποίησαν καθόλου), νυχτερινούς ανακλαστήρες καθώς και τη δυνατότητα ασύρματης επικοινωνίας.
Έτσι τους επόμενους μήνες οι Βούλγαροι θα προσπαθήσουν σκληρά αλλά μάταια τελικά, να καταλάβουν την πόλη εξ εφόδου. Ωστόσο, τα αμυντικά φυλάκια αντέχουν τους συνεχείς κανονιοβολισμούς και τη ρίψη οβίδων. Πιο δεινή, κάνει τη θέση των πολιορκουμένων, η πείνα που εμφανίζεται λόγω του ασφυκτικού αποκλεισμού της πόλης. Οι Τούρκοι συχνά θα κάνουν εξόδους, προσπαθώντας να σπάσουν τις βουλγαρικές δυνάμεις αλλά δεν θα τα καταφέρουν σε καμία περίπτωση. Από τα τέλη Νοεμβρίου μάλιστα, η χολέρα θα κάνει την εμφάνισή της και μέσα στη πόλη αλλά και στον τουρκικό στρατό.
Με την έναρξη των διαπραγματεύσεων για την ειρήνη και την ανακωχή που υπεγράφη στις 21 Νοεμβρίου 1912/ 3 Δεκεμβρίου 1913, οι ελπίδες για λύση της πολιορκίας αναπτερώνονται. Το αγκάθι όμως στις διαπραγματεύσεις είναι η Αδριανούπολη, μήλο της έριδας και για τους Βούλγαρους και για τους Οθωμανούς. Οι Βούλγαροι απαιτούν την παράδοση της πόλης για να τερματίσουν τον πόλεμο, ενώ οι Οθωμανοί ενώ υποχωρούν σε όλες τις απαιτήσεις των Συμμάχων, αρνούνται την παράδοση της πόλης. Όταν η Υψηλή Πύλη θα δεχτεί τελικά, την παράδοση της πόλης, στασιαστικό κίνημα θα ξεσπάσει 11 / 23 Ιανουαρίου στα ανάκτορα του Ντολμά Μπαξέ, από τον Εμβέρ Μπέη, που θα ανατρέψει την κυβέρνηση, και θα αρνηθεί την παραχώρηση της πόλης.
Ο πόλεμος ξαναρχίζει στις 22 Ιανουαρίου/3 Φεβρουαρίου του 1913.
Οι Βούλγαροι που εκμεταλλεύτηκαν το διάστημα της ανακωχής για να μεταφέρουν και άλλο πυροβολικό, αρχίζουν τώρα με τις νέες συστοιχίες οβιδοβόλων να βάλλουν μέσα στην πόλη. Κύριος στόχος τους, οι στρατιωτικές εγκαταστάσεις και η τουρκική συνοικία. Τη νύχτα της 3ης προς την 4η Φεβρουαρίου ρίχτηκαν μέσα στην πόλη 138 οβίδες και 11 σράπνελ, οι οποίες σκότωσαν 8 κατοίκους και τραυμάτισαν 10.
Ο πολεμικός ανταποκριτής της εφημερίδας Τάιμς του Λονδίνου από την Αδριανούπολη, - σε ανταπόκριση που μεταφράζει και δημοσιεύει η εφημερίδα Πατρίς, μετά τη λήξη του πολέμου γράφει:
«...η πόλη ήταν ήσυχη, τα καταστήματα άνοιγαν μόνο για λίγες ώρες.... Τις ημέρες του έντονο βομβαρδισμού από 22 Νοεμβρίου μέχρι 8 Δεκεμβρίου οι ξένοι κάτοικοι της πόλης είχαν πανικοβληθεί πολύ ώστε οι πρόξενοι νοίκιασαν το κτίριο της Σχολής Αγράμ και τους εγκατέστησαν εκεί για να τους προφυλάξουν.... Στις 21 Νοεμβρίου αερόπλανο έριξε προκήρυξη γραμμένη στα τουρκικά που ενημέρωνε τους κατοικους για τις βουλγαρικές νίκες αλλά και τις νίκες των συμμάχων (πληροφορίες που οι τουρκικές αρχές απέκρυβαν) και την κακή κατάσταση του τουρκικού στρατού. Το διάστημα της ανακωχής πέρασε σε αναμονή.... Όταν τα τρόφιμα άρχιζαν να ελαττώνονται η αρχη της πόλης έθεσε δελτίο και μετά την ακόμα μεγαλύτερη ελάττωση, τρόφιμα έβρισκαν μόνο οι πλούσιοι.... Με το τέλος της ανακωχής ξανάρχισε και ο βομβαρδισμός.... Ο πανικός ξαναφούντωσε, και οι Γάλλοι, Άγγλοι και Ρ'ωσοι υπήκοοι στεγάστηκαν στα υπόγεια της σχολής των Πατέρων της Αναστάσεως, ενώ οι Αυστριακοί συνέχισαν να διαμένουν στη σχολή Αγράμ.... Οι τιμές των τροφίμων και άλλων ειδών πρώτης ανάγκης έφτασαν στα ύψη ενώ δεν υπήρχαν πλέον κάρβουνα.... Στις 9 Φεβρουαριου ο Σουκρή Πασάς πιεζόμενος από την κοινή γνώμη διέταξε έξοδο του στρατού ο οποίος όμως, νικήθηκε αμέσως από τους Βούλγαρους....» [7]
Παράδοση της πόλης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Αδριανούπολή έπεσε αφού ο βουλγαρικός στρατός κατέλαβε στις 13/24 Μαρτίου και ώρα 10 το πρωί όλα τα φρούρια του ανατολικού τομέα κα μπήκε στην πόλη με τις σημαίες του ψηλά. Μετά την πτώση των ανατολικών φρουρίων ο Σουκρή πασάς ζήτησε να παύσει το πυρ και να παραδώσει την πόλη. Με αυτόν το σκοπό έστειλε τον υπασπιστή του στο 20ο σερβικό σύνταγμα και στον Στεπάν Στεπάνοβιτς αλλά αυτός δηλώνοντας αναρμόδιος, παρέπεμψε στον στρατηγό Ιβάνωφ. Οι Οθωμανοί πρόλαβαν να καταστρέψουν τις αποθήκες πυρομαχικών στους στρατώνες, καθώς και οπλισμό και σκότωσαν τα πολεμικά άλογα για να μην πέσουν στα χέρια των εχθρών. Επίσης κατέστρεψαν τον σταθμό του ασυρμάτου, ενώ πυρπόλησαν και μερικές σιταποθήκες. Η παράδοση της πόλεως έγινε στις 15/26 Μαρτίου 1913. Ο Σουκρή Πασάς με 7 στρατηγούς του και το επιτελείο του, οδηγήθηκαν με έκτακτο τρένο στη Σόφια όπου παρέμειναν αιχμάλωτοι μέχρι και τη λήξη του πολέμου. [8]
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ πληροφορία από το αντίστοιχο λήμμα της βουλγαρικής βικιπαιδεία
- ↑ πληροφορία από το αντίστοιχο λήμμα της τουρκικής βικιπαιδεία
- ↑ πληροφορία από τη βουλγαρική βικιπαιδεία
- ↑ πληροφορία από την τουρκική βικιπαιδεία
- ↑ ...Η Αδριανούπολη είναι ζωτικής σημασίας για τους Βουλγάρους αφού μαζί με την περιοχή των Σαράντα Εκκλησιών, επιτρέπουν στη Βουλγαρία να έχει τον έλεγχο σε μια συνοριακή γραμμή 60 χιλιομέτρων, που θα ασφαλίσει τη Σόφια αλλά και ολόκληρη τη Βουλγαρία. Αλλά την κατάληψη της πόλης τη θέλουν και για οικονομικούς λόγους, αφού αυτή η πολιτεία των 100 χιλιάδων κατοίκων, είναι πλούσια, περιστοιχιζόμενη από ευφορώτατα εδάφη και με πολλές εμπορικές συναλλαγές. Η βουλγαρική κυβέρνηση σχεδίαζει την ανάπτυξη των μεταφορικών δικτύων της πόλης και κυρίως τη συνδεσή της με τη θάλασσα, μετατρέποντας τον Έβρο σε πλωτό ποτάμι ακόμα και για μεγάλα σκάφη. Έτσι, η Αδριανούπολη θα καταστεί η έξοδος της Βουλγαρίας προς το Αιγαίο και κατ' επέκταση προς τη Μεσόγειο θάλασσα.Άρθρο «Το ζήτημα της Αδριανουπόλεως. τα επιχειρήματα των Βουλγάρων» Συνέντευξη Βούλγαρου διπλωμάτη σε παρισινή εφημερίδα, η οποία δημοσιεύτηκε μεταφρασμένη στην εφημερίδα «Πατρίς» της 5ης Ιανουαρίου 1913, σελ.4 https://srv-web1.parliament.gr/library.asp?item=38947 Αρχειοθετήθηκε 2022-04-20 στο Wayback Machine.
- ↑ Οι Τούρκοι από την πλευρά τους αρνούνταν την παράδοση της πόλης, ισχυριζόμενοι ότι οι Βούλγαροι είναι μειονότητα στην πόλη σε σχέση με τα άλλα έθνη, και ότι επίσης η ύπαρξη σημαντικων για τη θρησκεία τους μνημείων και τεμένων θα καταστρέψει το γόητρο του Ισλάμ. Παράλληλα, θεωρούν οτι η βουλγαρική κατοχή της πόλης θα προκαλεί διαρκή φόβο των Οθωμανών για την ασφάλεια της Κωνσταντινούπολης αλλά και ολόκληρου του κράτους. Άρθρο «Η Τουρκία δεν εκχωρεί την Αδριανούπολη», εφημ. «Πατρίς» 7ης Ιανουαρίου 1913, σελ. 4
- ↑ Εφημερίδα Πατρίς, φύλλο της 28ης Μαρτίου 1913
- ↑ Εφημερίδα Πατρίς της 15ης Μαρτίου 1913