Πατριάρχης Βασίλειος Α΄
Πατριάρχης Βασίλειος Α΄ | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Χώρα πολιτογράφησης | Βυζαντινή Αυτοκρατορία |
Θρησκεία | Χαλκηδόνιος Χριστιανισμός |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ιερέας |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως επίσκοπος |
Ο Βασίλειος Α΄, ο επονομαζόμενος Σκαμανδρηνός[α], διετέλεσε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως για τέσσερα έτη (970-974).
Βιογραφικά στοιχεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πριν εκλεγεί Πατριάρχης, ήταν μοναχός[1] «άγνωστος και άσημος[2]» (και ως εκ τούτου ακίνδυνος[3]) στον Όλυμπο της Συρίας και συνέχισε τον ασκητικό βίο και μετά την εκλογή του. Επελέγη από τον Αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή, του οποίου μάλιστα σώζεται η ομιλία με την οποία ανήγγειλε την τοποθέτησή του. Σε αυτήν ανέφερε ότι βασίστηκε στην αυτοκρατορική του εξουσία για να τοποθετήσει στον εκκλησιαστικό θρόνο έναν άνθρωπο που έκρινε άξιο[4]. Φαίνεται ότι βασικό κριτήριο του Αυτοκράτορα ήταν το πρότυπο θρησκευτικής αυστηρότητας που ακολουθούσε ο Βασίλειος[5]. Εξελέγη στις 13 Φεβρουαρίου 970[6], Κυριακή της Ορθοδοξίας[7].
Ως Πατριάρχης συκοφαντήθηκε για συνωμοσία κατά του Αυτοκράτορα (ίσως προς όφελος του Βάρδα Σκληρού[8]) και παράβαση ιερών κανόνων, αρνήθηκε όμως να παρουσιαστεί ενώπιον βασιλικού δικαστηρίου. Εξορίστηκε[9] και κατέφυγε στη Μονή Σκαμάνδρου[10], που είχε ιδρύσει ο ίδιος, όπου και πέθανε.
Επί των ημερών του συντάχθηκε και κυρώθηκε ο λεγόμενος Τράγος[β], ο πρώτος Καταστατικός Χάρτης της μοναστικής Πολιτείας του Αγίου Όρους.
Υποσημειώσεις και παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Υποσημειώσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ από τη Μονή Σκαμάνδρου, την οποία ίδρυσε
- ↑ από το δέρμα του ζώου, από το οποίο κατασκευάστηκε η περγαμηνή
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Caseau-Chevallier 2007, σελ. 234.
- ↑ Dagron 1993, σελ. 197.
- ↑ Dagron 2003, σελ. 309.
- ↑ Runciman 2005, σελ. 105.
- ↑ Andriollo 2012, σελ. 75.
- ↑ Grumel 1964, σελ. 47.
- ↑ Darrouzès 1988, σελ. 58.
- ↑ Cheynet 1990, σελ. 26.
- ↑ Grumel 1964, σελ. 70.
- ↑ Janin 1975, σελ. 212.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Οικουμενικό Πατριαρχείο Αρχειοθετήθηκε 2010-06-16 στο Wayback Machine.
- Caseau-Chevallier, Béatrice (2007). Byzance : économie et société : Du milieu du viiie siècle à 1204. Éditions Sedes. ISBN 978-2-301-00108-5.
- Dagron, Gilbert (1993). Histoire du christianisme : des origines à nos jours / Tome IV, Evêques, moines et empereurs (610-1054) ; sous la responsabilité de Gilbert Dagron [et autres] ; avec la collaboration de Christian Hannick. Paris: Desclée. ISBN 9782718906140.
- Dagron, Gilbert (2003). Emperor and priest : the imperial office in Byzantium. Cambridge, U.K.: Cambridge University Press. ISBN 978-0-521-80123-2.
- Runciman, Steven (2005). Η Βυζαντινή Θεοκρατία. Εκδόσεις Δόμος. ISBN 9607217225.
- Grumel, Venance (1964). «Chronologie patriarcale au Xe siècle. Basile Ier Scamandrénos, Antoine III Scandalios le Studite, Nicolas II Chrysobergès». Revue des études byzantines 22. https://www.persee.fr/doc/rebyz_0766-5598_1964_num_22_1_1319. Ανακτήθηκε στις 5 Απριλίου 2021.
- Darrouzès, Jean (1988). «Sur la chronologie du patriarche Antoine III Stoudite». Revue des études byzantines 46. https://www.persee.fr/doc/rebyz_0766-5598_1988_num_46_1_2219. Ανακτήθηκε στις 5 Απριλίου 2021.
- Andriollo, Luisa (2012). Studies in Byzantine sigillography 11, «Les Kourkouas (IXe – XIe siècle)». Berlin: De Gruyter. ISBN 9783110266689.
- Cheynet, Jean-Claude (1990). Pouvoir et contestations à Byzance (963-1210). Publications de la Sorbonne. ISBN 978-2-88634-168-5.
- Janin, Raymond (1975). Les églises et les monastères des grands centres byzantins : Bithynie, Hellespont, Latros, Galèsios, Trébizonde, Athènes, Thessalonique. Institut français d'études byzantines. ISBN 978-9042931190.