Μελχίτες
Ο όρος Μελκίτες ή Μελχίτες αναφέρεται σε διάφορες Χριστιανικές εκκλησίες με Βυζαντινό τυπικό στη λατρεία, που τα μέλη τους προέρχονται από τη Μέση Ανατολή. Ο όρος προέρχεται από την κοινή Σημιτική ρίζα Μ-Λ-Κ που σημαίνει "βασιλικός" και κατ' επέκταση "Αυτοκρατορικός", δηλ. πιστός στον Αυτοκράτορα της Ρωμανίας. Οι Μελκίτες αποδέχονται την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο, που έγινε στη Χαλκηδόνα. Κυρίως χρησιμοποιούν τα Ελληνικά και σε λιγότερη έκταση τα Αραμαϊκά στη λατρεία, αλλά αργότερα ενσωμάτωσαν τα Αραβικά σε μέρη της λειτουργίας.
Εκτός από την Ελληνο-Ορθόδοξη Εκκλησία τους, σήμερα ο όρος χρησιμοποιείται και για την Μελχιτική Ελληνική Καθολική Εκκλησία. Επίσης μπορεί να αναφέρεται στην εθνο-θρησκευτική ομάδα.
Γενική θεώρηση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι Μελκίτες θεωρούν τους εαυτούς τους ως την πρώτη χριστιανική κοινότητα και την ανάγουν στην εποχή των Αποστόλων. Αυτή η πρώτη κοινότητα λέγεται ότι ήταν ένα μείγμα από άτομα που ήταν Έλληνες, Ρωμαίοι, Σύριοι και Ιουδαίοι.
Ο Ελληνιστικός Ιουδαϊσμός και η Ιουδαιο-Ελληνική γραμματεία της "σοφίας", διαδεδομένη στα τέλη της εποχής του Δεύτερου Ναού μεταξύ των Εξελληνισμένων Ιουδαίων (γνωστών ως Μιτυαβνίμ) και των εθνικών Ελλήνων προσήλυτων που ασπάστηκαν τον Ιουδαϊσμό, έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση της παράδοσης των Μελκιτών.
Έπειτα από τις ισλαμικές κατακτήσεις στην Ανατολή τον 7ο αι., η κοινότητα των Μελκιτών άρχισε να ενσωματώνει την αραβική γλώσσα στις λειτουργικές παραδόσεις της, καθώς η Μέση Ανατολή γινόταν σταδιακά Αραβική.
Ο όρος Μελκίτες αρχικά χρησιμοποιήθηκε ως υποτιμητικός όρος, έπειτα από την πικρή διαίρεση του Χριστιανισμού της Ανατολής που έγινε μετά τη Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο το 451 στη Χαλκηδόνα. Χρησιμοποιήθηκε από όσους δεν αποδέχθηκαν τη Σύνοδο για να αναφερθούν σε αυτούς που υποστήριζαν τη Σύνοδο και τον Ρωμαίο Αυτοκράτορα (μάλκο και οι συγγενείς με αυτό λέξεις είναι σημιτικές λέξεις για τον βασιλιά). Οι Μελκίτες γενικά είναι Ελληνόφωνοι αστοί, που ζουν στα δυτικά της Μέσης Ανατολής και της Αιγύπτου, σε αντίθεση με αυτούς που μιλούν Συριακά ή Κοπτικά και ζουν στην επαρχία και δεν αποδέχθηκαν τη Σύνοδο (προ-Χαλκηδόνιοι). Η Μελκιτική Εκκλησία έχει οργανωθεί σε τρία ιστορικά Πατριαρχεία, της Αλεξανδρείας, της Αντιοχείας και της Ιερουσαλήμ, σε ένωση με το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης. Έπειτα από τη Σύνοδο στη Χαλκηδόνας όμως, για τους επόμενους αιώνες, εκείνες οι Εκκλησίες που απέρριψαν τη Δ΄ Σύνοδο αναγνώρισαν διαφορετικούς Πατριάρχες στην Αλεξάνδρεια (Κοπτική Ελληνική Εκκλησία) και την Αντιόχεια (Συριακή Ορθόδοξη Εκκλησία). Το Νουβιακό βασίλειο της Μακουρία (στο σύγχρονο Σουδάν) σε αντίθεση με τους προ-Χαλκηδόνιους Ορθοδόξους της Αιθιοπίας γείτονές του, από το π. 575 ως το π. 710 και ακόμη έχει μία μεγάλη μειοψηφία Μελκιτών ως τον 15ο αι.
Από το 1342 ο Ρωμαιο-Καθολικός κλήρος είχε βάση τη Δαμασκό και άλλες περιοχές. Εκείνη την εποχή η φύση του Σχίσματος Ανατολής-Δύσης του 1054 ήταν απροσδιόριστη και μερικοί από τους Μελχίτες έγιναν φιλο-Δυτικοί. Το 1724 κάποιος Σεραφείμ Τάνας από τη Δαμασκό, που είχε σπουδάσει στη Ρώμη στο Κολέγιο Προπαγάνδας, έγινε στη Δαμασκό "Πατριάρχης Αντιόχειας" ως Κύριλλος ΣΤ΄. Στην απόπειρα αυτή των Καθολικών, ο Πατριάρχης Ιερεμίας Γ΄ της Κωνσταντινούπολης, χειροτόνησε τον ιερέα Σύλβεστρο ως Πατριάρχη Αντιόχειας, που με την τουρκική προστασία εκτόπισε τον Κύριλλο. Ο Σύλβεστρος ενθάρρυνε πολλούς να επανεξετάσουν το πόσο έγκυρη ήταν η εκλογή του Κυρίλλου ΣΤ΄. Ο πάπας Βενέδικτος ΙΓ΄ (1724-30) αναγνώρισε τον τελευταίο ως νόμιμο, έτσι η Μελχιτική Εκκλησία από τότε διαιρέθηκε στην Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία της Αντιόχειας, που αναγνώριζε τον Οικουμενικό Πατριάρχη και στη Μελχιτική Ελληνική Καθολική Εκκλησία, που αναγνώριζε τον πάπα.
Μερικές τυπικές Ελληνικές ¨Αρχαίων Συναγωγών" ιερατικές ακολουθίες και ύμνοι έχουν επιζήσει εν μέρει ως την εποχή μας, κυρίως στις εκκλησιαστικές λειτουργίες των Καθολικών Μελχιτών και των Ελλήνων Ορθοδόξων κοινοτήτων στην επαρχία Χατάι της Νότιας Τουρκίας, στη Συρία και τον Λίβανο. Τα μέλη αυτών των κοινοτήτων καλούν ακόμη τους εαυτούς τους Rûm, Ρωμαίους, που στα Αραβικά σημαίνει τους Χριστιανούς Έλληνες, αυτό που οι Δυτικοί αποκαλούν "Βυζαντινούς". Ο όρος χρησιμοποιείται για να διαφοροποιήσει αυτούς από τους Ιονάνι, Γιαβάνι, που σημαίνει Ίωνες, Έλληνες Εθνικούς στα κλασικά Αραβικά και στα Εβραϊκά της Βίβλου.
Ιστορικές Μελχιτικές Εκκλησίες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία της Αντιόχειας, μία αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελληνικής Ορθοδόξου κοινότητας. (Από τους οποίους η Μελχιτική Ελληνική Καθολική Εκκλησία προέκυψε τη δεκαετία του 1720).
- Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλεξάνδρειας, μία αυτοκέφαλη εκκλησία της Ελληνικής Ορθοδόξου κοινότητας.
- Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία της Ιερουσαλήμ, μία αυτοκέφαλη εκκλησία της Ελληνικής Ορθοδόξου κοινότητας.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Dick, Iganatios (2004). Melkites: Greek Orthodox and Greek Catholics of the Patriarchates of Antioch, Alexandria and Jerusalem. Boston: Sophia Press.