Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μάρκος Αιμίλιος Λέπιδος (ύπατος το 187 π.Χ.)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μάρκος Αιμίλιος Λέπιδος (ύπατος το 187 π.Χ.)
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Marcus Aemilius Lepidus (Λατινικά)
Γέννηση230 π.Χ. (περίπου και πιθανώς)[1]
Αρχαία Ρώμη
Θάνατος152 π.Χ.[1]
Χώρα πολιτογράφησηςΑρχαία Ρώμη
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςλατινική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
ΙδιότηταΡωμαίος πολιτικός
Ρωμαίος στρατιωτικός
Οικογένεια
ΤέκναΜάρκος Αιμίλιος Λέπιδος Πορκίνα[2][3]
Marcus Aemilius Lepidus[4][5]
ΓονείςMarcus Aemilius Lepidus
ΟικογένειαΑιμίλιοι Λεπίδες
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΚήνσορας
Πραίτορας
Αγορανόμος (Aedilis)
Ρωμαίος συγκλητικός (άγνωστη τιμή)[6]
Ύπατος στην αρχαία Ρώμη (187 π.Χ.)[6]
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Μάρκος Αιμίλιος Λέπιδος, λατιν.: Marcus Aemilius Lepidus, (π. 230 – 152 π.Χ.) ήταν Ρωμαίος ύπατος, μέγιστος αρχιερέας, τιμητής και πρώτος της Συγκλήτου. Γόνος του αρχαίου γένους πατρικίων των Αιμιλίων, ήταν πιθανότατα γιος τού Μάρκου Αιμίλιου Λέπιδου, υπάτου το 232 π.Χ. με αδέλφια του τον Λεύκιο και τον Κόιντο.[7][8]

Σύμφωνα με τον Πολύβιο, ο Λέπιδος ήταν «ο πιο όμορφος άνδρας της εποχής του», καθώς και, σύμφωνα με τα λόγια του Διόδωρου, ήταν «προικισμένος με ανώτερη ευφυΐα».[9][10] Συνδυάζοντας αυτές τις ιδιότητες με την άψογη αριστοκρατική γέννηση, την πολιτική ικανότητα και τη φήμη της γενναιότητάς του, ο Λέπιδος σύντομα έγινε ένας από τους κορυφαίους Ρωμαίους της γενιάς του.

Ο Λέπιδος ήταν ο προπάππος τού Μάρκου Αιμίλιου Λέπιδου, ενός της Τριανδρίας.[11]

Αν και ήταν μόλις 15 ετών την εποχή της μάχης των Καννών στον 2ο Καρχηδονιακό Πόλεμο, ήταν τότε που ο Λέπιδος διακρίθηκε για πρώτη φορά. Αν όχι στις Κάννες, τότε σε μία από τις μάχες που την ακολούθησαν, ο Λέπιδος έσωσε τη ζωή ενός συμπατριώτη του, σκοτώνοντας τον επιτιθέμενο σε αυτόν. Γι' αυτήν την πράξη γενναιότητας, η Σύγκλητος διέταξε ένα έφιππο άγαλμα τού νεαρού άνδρα, που τοποθετήθηκε στον Καπιτωλίνο λόφο για να τιμήσει την πράξη.[12] Ήταν μία αξιοσημείωτη τιμή για έναν τόσο νέο, και μία ενέργεια που σημάδεψε τον Λέπιδο για το μελλοντικό μεγαλείο που θα επετύγχανε.

Αργότερα το ίδιο έτος, το 216 π.Χ., ο πατέρας τού Λεπίδου, Μάρκος Αιμίλιος Λέπιδος, ο οποίος είχε διατελέσει οιωνοσκόπος (augur) και δύο φορές ύπατος, απεβίωσε και ο Μάρκος και τα δύο αδέλφια του διοργάνωσαν νεκρικούς αγώνες για τρεις ημέρες προς τιμήν του.[8]

Αποστολές στην Ανατολή

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 201 ο Λέπιδος και δύο συνάδελφοι στάλθηκαν ως πρεσβευτές από τη Σύγκλητο στον βασιλιά Πτολεμαίο Ε΄ της Αιγύπτου, για να ανακοινώσουν τη νίκη της Ρώμης επί της Καρχηδόνας και να διασφαλίσουν ότι η συμμαχία της Ρώμης με την Αίγυπτο θα συνεχιζόταν στον επερχόμενο πόλεμο με τον Φίλιππο Ε΄ της Μακεδονίας, τον οποίο προετοίμαζαν οι Ρωμαίοι.[13] Ο Πτολεμαίος ήταν ακόμη μικρό παιδί εκείνη την εποχή, και υπάρχει μία παράδοση ότι ο Λέπιδος για ένα διάστημα ενεργούσε ο ίδιος κατά την παραμονή του στην Αίγυπτο ως φύλακας τού βασιλιά, και για ένα διάστημα κυβερνούσε τη χώρα. Αυτή η έκκληση προς τη Ρώμη για να τους στείλει αντιβασιλιά η Σύγκλητος έγινε, σύμφωνα με τον Ιουστίνο, από τους ίδιους τους Αιγυπτίους.[14]

Αυτή τη στιγμή επίσης, ενώ βρισκόταν στην Αλεξάνδρεια, ο Λέπιδος έπλευσε για να συναντηθεί προσωπικά με τον Φίλιππο Ε΄, ενώ ο βασιλιάς πολιορκούσε την Άβυδο, σε μία προσπάθεια να τον πείσει να άρει την πολιορκία και να εγκαταλείψει τις επιθέσεις του στην Πέργαμο και στους Ρόδιους, που είχαν προσφύγει στη Ρώμη.[15] Ο Λέπιδος τού έδωσε μήνυμα από τη Σύγκλητο, ότι ο Φίλιππος Ε΄ της Μακεδονίας πρέπει να σταματήσει να κάνει πόλεμο εναντίον οποιωνδήποτε άλλων Ελλήνων, και να συμφωνήσει να καταβάλει αποζημίωση στον Άτταλο Α΄ της Περγάμου και τη Ρόδο, για οποιαδήποτε ζημιά προκληθεί. Εάν ο Φίλιππος Ε΄ δεν συμφωνούσε με αυτούς τους όρους, τότε αυτός και η Μακεδονία θα βρεθούν σύντομα σε πόλεμο με τη Ρώμη.[16] Απορρίπτοντας τις απαιτήσεις, και λέγοντας ότι ήταν έτοιμος για πόλεμο, ο Φίλιππος Ε΄ πήρε την πόλη Άβυδο, και ο Λέπιδος έφυγε. Αποτέλεσμα της άρνησης του βασιλιά των όρων του Λέπιδου ήταν η έναρξη τού Β' Μακεδονικού Πολέμου.

Επιδίωξη της υπατείας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 193 ο Λέπιδος υπηρέτησε ως αγορανόμος καθέδρας (curule aedile) μαζί με τον συγγενή του Λεύκιο Αιμίλιο Παύλο, κατά την οποία οι δύο Aιμίλιοι κατασκεύασαν δύο νέες στοές στη Ρώμη, μία από τις οποίες ήταν η Αιμιλία Στοά.[17]

Εκλεγμένος πραίτωρ το 192, ο Λέπιδος υπηρέτησε τη θητεία του από το 191 έως το 190 ως κυβερνήτης της Σικελίας.[18] Λόγω τού συνεχιζόμενου πολέμου μεταξύ της Ρώμης και του Αντιόχου στην Ανατολή, ο Λέπιδος επιφορτίστηκε με την άμυνα τού νησιού από επίθεση, καθώς και τη διασφάλιση ότι το ένα πέμπτο τού συνόλου των παραγόμενων σιτηρών αποστέλλεται για υποστήριξη των στρατών, που εκστρατεύουν στην Ελλάδα.[18]

Το 190 ο Λέπιδος έφυγε από τη Σικελία νωρίς, πριν λήξει η θητεία του ως κυβερνήτη, χωρίς να ζητήσει πρώτα την άδεια της Συγκλήτου για να το κάνει, και έσπευσε πίσω στη Ρώμη, για να θέσει υποψηφιότητα στις υπατικές εκλογές.[19] Αυτό όμως μέτρησε εναντίον του, και τον έκανε αντιδημοφιλή, καθώς κατηγορήθηκε ότι εγκατέλειψε την επαρχία και τις ευθύνες του, για να ικανοποιήσει τις προσωπικές του φιλοδοξίες. Μετά την ψηφοφορία, μόνο ένας υποψήφιος, ο Mάρκος Φούλβιος Νοβίλιωρ, αντίπαλος τού Λέπιδου, είχε επιτύχει την απαιτούμενη πλειοψηφία, αλλά αυτό σήμαινε ότι η άλλη υπατεία ήταν κενή. Ωστόσο την επόμενη ημέρα ο Noβίλιωρ επέλεξε τον υποψήφιο, που είχε έρθει δεύτερος, τον Γναίο Μάνλιο Βούλσωνα ως συνάδελφό του, και έτσι οι δύο τους ανέλαβαν την υπατεία για το 189. Ο Λέπιδος είχε ψηφιστεί τρίτος από τους τέσσερις υποψηφίους, μετά από τον Mάνλιο αλλά πριν από τον Mάρκο Βαλέριο Μεσσάλα.[19] Αυτή η ταπεινωτική ήττα για τον αριστοκρατικό πατρίκιο Λέπιδο, ο οποίος πιθανότατα είδε την υπατεία ως το εκ γενετής δικαίωμα του, ενίσχυσε περαιτέρω ένα μίσος, που υπήρχε ήδη μεταξύ αυτού και τού Noβίλιωρ.

Στις επόμενες εκλογές, που έγιναν αργότερα το 189, ο Λέπιδος ήταν και πάλι υποψήφιος για την υπατεία. Ωστόσο ο Noβίλιωρ επέστρεψε στη Ρώμη για να διεξαγάγει και να επιβλέπει τις εκλογές, και χρησιμοποίησε τη θέση του για να αποτρέψει τυχόν ψήφους υπέρ τού Λέπιδου, τού προσωπικού του εχθρού. Ως αποτέλεσμα, αν και αυτή τη φορά άδικα, ο Λέπιδος υπέστη για άλλη μία φορά την ταπείνωση της ήττας στις εκλογές, και μπορούσε δίκαια να κατηγορήσει τον Noβίλιωρ. Αντίθετα, ο Mάρκος Βαλέριος Μεσσάλα, ο οποίος το προηγούμενο έτος είχε ψηφιστεί πιο κάτω από τον Λέπιδο, και ο Γάιος Λίβιος Σαλινάτωρ εξελέγησαν ύπατοι.

Για τρίτη συνεχόμενη φορά, ο Λέπιδος στάθηκε υποψήφιος ύπατος το 188, και αυτή τη φορά επέτυχε και εξελέγη ύπατος με συνάδελφό του τον Γάιο Φλαμίνιο.[20]

Το 187 ο Λέπιδος ήταν επιτέλους ύπατος και, καθώς αυτός και ο Φλαμίνιος ανέλαβαν το αξίωμα, έφτασε η είδηση στη Σύγκλητο ότι οι Λίγουρες ετοιμάζονταν να κάνουν πόλεμο στη Ρώμη. Η απειλή επίθεσης τόσο κοντά στη Ρώμη έκανε τη Σύγκλητο να πάρει το θέμα στα σοβαρά, και γρήγορα αποφάσισε ότι και οι δύο ύπατοι έπρεπε να έχουν τη Λιγουρία ως κοινή επαρχία και διοίκηση.[20] Ο Λέπιδος αντιτάχθηκε σε αυτό, διαμαρτυρόμενος ότι ο Noβίλιωρ και ο Μάνλιος εξακολουθούσαν να ενεργούν ως βασιλείς στην Ανατολή, παρόλο που η θητεία τους είχε λήξει, ωστόσο η Σύγκλητος εξακολουθούσε να σκοπεύει να περιορίσει τους δύο υπάτους (τον Λέπιδο και τον Φλαμίνιο) στη Λιγουρία, χωρίς να ανακαλέσει ή να αντικαταστήσει κανέναν από τους δύο άλλους ανατολικούς διοικητές. Είτε ο Noβίλιωρ και ο Mάνλιος θα πρέπει να αντικατασταθούν, είτε οι στρατοί τους να διαλυθούν και να επιστρέψουν στη Ρώμη.[20] Η Σύγκλητος συμφώνησε να ανακαλέσει τον Noβίλιωρ και τον Mάνλιο από την Ανατολή, αλλά επανέλαβε την απόφασή της ότι και ο Λέπιδος και ο Φλαμίνιος επρόκειτο να αναλάβουν τη διοίκηση στη Λιγουρία.

Πρώτος άνδρας στη Ρώμη

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από το 180 και μετά, ήταν μέγιστος αρχιερέας (pontifex maximus) και από το 179, πρώτος της Συγκλήτου (princeps senatus). Την ίδια χρονιά εξελέγη επίσης τιμητής (censor) μαζί με τον μεγάλο του αντίπαλο Μάρκο Φούλβιο Νοβίλιωρ. Το 175 εξελέγη ύπατος για δεύτερη φορά.[21] Επόπτευσε την κατασκευή της Αιμιλίας Οδού (Via Aemilia) το 187, ενός ρωμαϊκού δρόμου από την πόλη Πιατσέντσα ως το Ρίμινι, που χρησιμοποιείται ακόμη, και είναι ένας από τους πιο σημαντικούς δρόμους στη Βόρεια Ιταλία. Ίδρυσε τις ρωμαϊκές αποικίες της Πάρμα και της Μόντενα, και έδωσε το όνομά του στο ρωμαϊκό κάστρο τού Regium Lepidi (σήμερα Ρέτζιο Εμίλια).

  1. 1,0 1,1 1,2 «Digital Prosopography of the Roman Republic» (Αγγλικά) 1067. Ανακτήθηκε στις 29  Ιουνίου 2021.
  2. «Digital Prosopography of the Roman Republic» (Αγγλικά) 1067. Ανακτήθηκε στις 10  Ιουνίου 2021.
  3. «Digital Prosopography of the Roman Republic» (Αγγλικά) 1553. Ανακτήθηκε στις 10  Ιουνίου 2021.
  4. «Digital Prosopography of the Roman Republic» (Αγγλικά) 1067. Ανακτήθηκε στις 10  Ιουνίου 2021.
  5. «Digital Prosopography of the Roman Republic» (Αγγλικά) 1180. Ανακτήθηκε στις 10  Ιουνίου 2021.
  6. 6,0 6,1 Thomas Robert Shannon Broughton: «The Magistrates of the Roman Republic» (Αγγλικά) Αμερικανική Φιλολογική Εταιρεία. 1951. ISBN-10 0-89130-812-1.
  7. Weigel (1992), 7.
  8. 8,0 8,1 Livy, 23.30.16
  9. Diodorus Siculus, 29.27
  10. Polybius, 16.34.6
  11. Weigel (1992), Lepidus: The Tarnished Triumvir, p. 7.
  12. Valerius Maximus, 3.1.1
  13. Livy, 31.2
  14. Justin, 30.2 - 30.3
  15. Livy, 31.18
  16. Polybius, 16.34
  17. Livy, 35.10
  18. 18,0 18,1 Livy, 36.2
  19. 19,0 19,1 Livy, 37.47
  20. 20,0 20,1 20,2 Livy, 38.42
  21. About his political career: Broughton, T. Robert S.: The Magistrates Of The Roman Republic. Vol. 1: 509 B.C. - 100 B.C.. Cleveland, Ohio: Case Western Reserve University Press, 1951. Reprint 1968. (Philological Monographs. Edited by the American Philological Association. vol. 15, part 1), 191 BC = p. 352, 187 BC = p. 367-370, 175 BC = p. 401
  • Λίβι . Periochae
  • Ρόναλντ Σάιμ. Η Αυγουστιανή Αριστοκρατία . Οξφόρδη, 1986

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]