Μετάβαση στο περιεχόμενο

Λαμπρόν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 37°10′1″N 34°36′7″E / 37.16694°N 34.60194°E / 37.16694; 34.60194

Λαμπρόν
Καλλιτεχνική αναπαράσταση του κάστρου, κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, από τον Βικτόρ Λανγκλουά.
Χάρτης
Είδοςκάστρο, αρχαιολογική θέση και σταυροφορικό κάστρο
Γεωγραφικές συντεταγμένες37°10′0″N 34°36′8″E
Διοικητική υπαγωγήΤσαμλιγιαϊλά
ΧώραΤουρκία
Έναρξη κατασκευής1071
Commons page Πολυμέσα

Το Λαμπρόν (αρμενικά: Լամբրոն, γαλλικά: Les Embruns, τουρκικά: Namrun Kalesi) είναι κάστρο σε κοντινή απόσταση της κωμοπόλεως της Τσαμλιγιαϊλά, στην Επαρχία Μερσίνης, στην Τουρκία.[1] Τμήμα του Αρμενικού Βασιλείου της Κιλικίας κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα, το κάστρο ήταν γνωστό ως Λαμπρόν, ενώ, παράλληλα, αποτελούσε και λίκνο της αρμενικής ηγεμονικής δυναστείας των Χετουμιδών. Ευρισκόμενο εντός του ορεινού συμπλέγματος του Ταύρου, το φρούριο φύλασσε, μέσω της παρουσίας του, τα περάσματα με κατεύθυνση την Ταρσό και τις Κιλίκιες Πύλες.[2][3]

Ιστορία και περιγραφή

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όπως αριθμό κάστρων του ορεινού ανάγλυφου του πρώην Αρμενικού Βασιλείου της Κιλικίας, το Λαμπρόν βρίσκεται επί ασβεστολιθικού πλατώματος το οποίο, στη συγκεκριμένη περίπτωση, προεξέχει του νότιου άκρου του Μπουλγκάρ Νταγί (τουρκικά: Bulgar Dağı).[2][1] Αρχικώς, οι Αρμένιοι εγκαταστάθηκαν στη συγκεκριμένη, υπό βυζαντινό έλεγχο, τοποθεσία κατά τα τέλη του 11ου αιώνα, περίοδο κατά την οποίαν ο Οσίν έλαβε την κτήση του Λαμπρόν και τον τίτλο του σεβαστού από τον Βυζαντινό Αυτοκράτορα.[4][5][1][6][7] Έπειτα από χρονικό διάστημα, περίπου, μισού αιώνα, πλέον, είχε καταστεί ως ένα ισχυρό και σχεδόν απόρθητο φρούριο, καθώς και λίκνο της ηγεμονικής δυναστείας των Χετουμιδών. Κατά τις απαρχές του 13ου αιώνα, έπειτα από αριθμό ανεπιτυχών προσπαθειών, όπως, μεταξύ άλλων, το 1171[8], το 1176[8], καθώς και το 1182[8], τελικώς, κατελήφθη από τον βασιλέα Λέοντα Α΄ της Αρμενίας, ο οποίος καταγόταν από την ηγεμονική δυναστεία των Ρουπενιδών, μέσω τεχνάσματος το οποίο προέβλεπε το γάμο της ανιψιάς του με έναν εκ των Χετουμιδών ευγενών.[9][10] Κατά τη διάρκεια του γάμου, κι ενώ το σύνολο των προσκεκλημένων ευρισκόταν στην Ταρσό, στο πλαίσιο των γαμήλιων εορτασμών, τα στρατεύματα του Λεβόν κατέλαβαν το κάστρο.[9][10] Κατά τις απαρχές της δεκαετίας του 1240, αποτέλεσε το επίκεντρο ευρείας κλίμακας εξεγέρσεως κατά του Αρμένιου βασιλέα, κατά τη διάρκεια της οποίας ο τοπικός ηγεμόνας του Λαμπρόν, Κωνσταντίνος, συμμάχησε με τον Σελτζούκο σουλτάνο, Καϊχοσρόη Β΄, και πραγματοποίησαν από κοινού επιθέσεις εναντίον του βασιλέα Χετούμ Α΄.[11][8] Ο τελευταίος, από την πλευρά του, όρισε τον Σμπατ τον Κοντόσταυλο, τοπικό ηγεμόνα του Παπερόν, ως επικεφαλής ευρείας κλίμακας αντεπιθέσεως των βασιλικών στρατευμάτων, η οποία και οδήγησε στην καταστολή της εξεγέρσεως, τη σύλληψη ως αιχμαλώτου του Κωνσταντίνου και την εκτέλεσή του για εσχάτη προδοσία το 1250.[12][8] Κατά την περίοδο μεταξύ 1309 και 1310, το κάστρο αποτέλεσε για σύντομο χρονικό διάστημα τόπο φυλάκισης του, καταγόμενου από τον Οίκο του Λουζινιάν, Βασιλέα της Κύπρου, Ερρίκου Β΄.[13][14] Κατά τα τέλη του 14ου αιώνα, μαμελουκική φρουρά βρισκόταν εγκατεστημένη εντός του φρουρίου.[8]

Το κάστρο βρίσκεται χτισμένο σε ευνοϊκή τοποθεσία, πιο συγκεκριμένα στο σημείο διασταύρωσης τριών υψιπεδικών κοιλάδων, με επιβλέπουσα ορατότητα προς τις συγκλίνουσες οδούς.[2][1] Παράλληλα, ορατό, επίσης, από τη συγκεκριμένη τοποθεσία είναι το Κάστρο του Σινάπ, το οποίο βρίσκεται σε απόσταση έξι χιλιομέτρων με κατεύθυνση προς τα βορειοανατολικά.[2] Το Λαμπρόν εκτείνεται επί συνολικής έκτασης της τάξεως, περίπου, 330 × 150 μέτρων.[15][1] Συγκριτικά με την κοιλάδα την οποία επιβλέπει, έχει υψομετρική διαφορά της τάξεως άνω των 50 μέτρων.[16] Στο βορειοδυτικό άκρο του βρίσκεται ξηρή τάφρος απώτερος σκοπός της ύπαρξης της οποίας ήταν η αποκοπή του φρουρίου από το υπόλοιπο τμήμα του ορεινού πλατώματος επί του οποίου είναι χτισμένο.[16] Το κάστρο είναι χωρισμένο σε ένα μικρού μεγέθους, καθώς και μικρού πλάτους προτείχισμα εκτεινόμενο στα νότια και δυτικά, καθώς και ένα κατά πολύ μεγαλύτερου μεγέθους άνω προτείχισμα, η πρόσβαση στο οποίο γίνεται μόνο μέσω λαξευμένων στο βράχο σκαλοπατιών, καθώς και μέσω στενής ελικοειδούς διόδου εισόδου.[17] Εντός των νότιων και ανατολικών άκρων του άνω προτειχίσματος βρίσκονται τα ερειπωμένα κατάλοιπα αριθμού κτιρίων, αρκετά εκ των οποίων ήσαν θεμελιωμένα επάνω στον ίδιο τον βράχο.[18] Εντός του βόρειου άκρου βρίσκονται έξι υπέροχου κάλλους θολωτοί θάλαμοι, δύο εκ των οποίων διέθεταν οχυρώματα και πολεμίστρες.[18][19] Οι συγκεκριμένοι έξι παρακείμενοι θάλαμοι είναι χτισμένοι με προσεκτικά λαξευμένη ασβεστολιθική τοιχοποιία.[20][19] Μικρού μεγέθους θολωτό λουτρό, η κατασκευή του οποίου χρονολογείται από τη μεσαιωνική περίοδο, βρίσκεται στα νοτιοδυτικά, σε κοντινή απόσταση από το κάτω προτείχισμα.[21]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 Eydoux 1982, σελ. 357.
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 Edwards 1987, σελ. 392.
  3. Tournebize 1910, σελ. 197.
  4. Der Nersessian 1969, σελ. 633.
  5. Edwards 1987, σελ. 2.
  6. Tournebize 1910, σελ. 169.
  7. Edwards 1987, σελ. 219.
  8. 8,0 8,1 8,2 8,3 8,4 8,5 Edwards 1987, σελ. 394.
  9. 9,0 9,1 Edwards 1987, σελ. 6.
  10. 10,0 10,1 Tournebize 1910, σελ. 206.
  11. Tournebize 1910, σελ. 209.
  12. Tournebize 1910, σελ. 209-210.
  13. Edwards 1987, σελ. 220.
  14. Tournebize 1910, σελ. 229.
  15. Edwards 1987, σελ. 396.
  16. 16,0 16,1 Edwards 1987, σελ. 395.
  17. Edwards 1987, σελ. 63.
  18. 18,0 18,1 Edwards 1987, σελ. 395-396.
  19. 19,0 19,1 Eydoux 1982, σελ. 357-359.
  20. Edwards 1987, σελ. 85.
  21. Edwards 1987, σελ. 66.
  • (Αγγλικά) Der Nersessian, Sirarpie (1969). «The Kingdom of Cilician Armenia». Στο: Setton, Kenneth M.· Wolff, Robert Lee· Hazard, Harry W., επιμ. A History of the Crusades. 2. Μάντισον: University of Wisconsin Press. ISBN 978-0299048440. 
  • (Αγγλικά) Edwards, Robert W. (1987). The Fortifications of Armenian Cilicia. Dumbarton Oaks Studies. XXIII. Ουάσινγκτον, Περιφέρεια της Κολούμπια: Dumbarton Oaks. ISBN 0-88402-163-7. 
  • (Γαλλικά) Eydoux, Henri Paul (1982). Les Châteaux du soleil. Forteresses et guerres des Croisés. Perrin. ISBN 9782262002527. 
  • (Αγγλικά) Molin, Kristian (2003). Unknown Crusader Castles. Bloomsbury Academic. ISBN 978-1852852610. 
  • (Αγγλικά) Robinson, F. C. R.; Hughes, P. C. (1969). «Lampron: Castle of Armenian Cilicia». Anatolian Studies (British Institute at Ankara) 19: 183–207. doi:10.2307/3642624. 
  • (Γαλλικά) Tournebize, François (1910). Histoire politique et religieuse de l'Arménie. 1. Παρίσι: Typographie Firmin-Didot. OCLC 458347837.