Άρης (βρίκιο)
«Το βρίκιον Άρης», στο Μουσείο Μπενάκη, έργο του François Geoffroi Roux (1881) | |
Πληροφορίες | |
---|---|
Ονομασίες | (1807–1829) «Άρης» (1829–1879) «Αθηνά» (1879–1921) «Άρης» |
Πλοιοκτήτης | Αναστάσιος Τσαμαδός[1] |
Ναυπηγείο | Βενετίας[2] |
Έναρξη ναυπήγησης | 1807 |
Ένταξη σε υπηρεσία | 1821 (Αγώνας του 1821, μοίρα της Ύδρας) 1829 (Κυβερνείο της Ελλάδας) |
Χρήση | Σχολή Ναυτικών Δοκίμων |
Κατάληξη | Βυθίστηκε τιμητικά το 1921[3] |
Γενικά χαρακτηριστικά | |
Εκτόπισμα | 350 τόννοι |
Μήκος | 30,5 μέτρα |
Πλάτος | 8,8 μέτρα |
Βύθισμα | 4,9 μέτρα |
Πρόωση | Ιστιοφόρο |
Πλήρωμα | 82 |
Οπλισμός | 1807: 16 κανόνια των 12 λιβρών 1829: 2 κανόνια των 12 λιβρών και 10 κορρονάδες των 24 λιβρών[4] |
Σχετικά πολυμέσα | |
Το βρίκιον «Άρης» (γνωστό και ως «Αθηνά» κατά την περίοδο 1829–1879) θεωρείται ένα από τα ενδοξότερα πλοία του ελληνικού ναυτικού στον αγώνα της ανεξαρτησίας της Ελλάδος· ήταν ιδιοκτησίας Αναστασίου Τσαμαδού. Ναυπηγήθηκε στη Βενετία το 1807, κατόπιν παραγγελίας του Αναστασίου Τσαμαδού και πήρε το όνομα του μυθικού θεού του πολέμου Άρη. Το Μάρτιο του 1821, εν όψει του αγώνα της ανεξαρτησίας της Ελλάδος, εξοπλίστηκε και στη συνέχεια εντάχθηκε στο στόλο της Ύδρας. Έλαβε μέρος σε πολλές ναυμαχίες, αλλά δοξάστηκε στις 8 Μαΐου [Π.Η. 26 Απριλίου] 1825, λίγο πριν την Πτώση της Σφακτηρίας, με τη διάσπαση κατά την πολιορκία του νησιού, όπου πέρασε με επιτυχία ανάμεσα από τον κλοιό των Αιγυπτιακών πλοίων του Ιμπραήμ στη Σφακτηρία, διαφεύγοντας σώο από τον κόλπο του Ναυαρίνου μετά από πολύωρη μάχη.[1]
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στις 5 Μαΐου(Π.Η.) του 1821 το βρίκιο «Άρης» βρέθηκε στον Παγασητικό και βοήθησε στο να επισπευσθεί το αναφερόμενο ως κίνημα της Νοτιοανατολικής Θεσσαλίας· στη συνέχεια πήγε για περιπολία στα στενά μεταξύ Χίου και Ψαρών, ως μέλος της μοίρας της Ύδρας, μαζί με τη μοίρα των Σπετσών. Σύμφωνα με το ημερολόγιο του πλοίου περίμενε την άφιξη μιας ισχυρής μοίρας του τουρκικού στόλου, αποτελούμενης από οκτώ πλοία. Τελικά εντοπίστηκε ένα τουρκικό δίκροτο της εμπροσθοφυλακής της, το οποίο βρήκε καταφύγιο στην Ερεσό· εκεί, στις 27 Μαΐου(Π.Η.) ο «Άρης» πήρε μέρος στην αποστολή για την πυρπόληση του τουρκικού δικρότου, την οποία πραγματοποίησε με επιτυχία ο Δημήτριος Παπανικολής.[5]
Το βρίκιο «Άρης» ήταν σε αποστολή μεταφοράς πολεμικού υλικού με προορισμό την Πάτρα, όταν διερχόμενο από το Νεόκαστρο (ή τη σημερινή Πύλο) στις 19 Απριλίου(Π.Η.) του 1825 ο κυβερνήτης του Αναστάσιος Τσαμαδός αυτεπαγγέλτως στάθμευσε και ζήτησε άδεια από τον Υπουργό Πολέμου της Κυβέρνησης να παραμείνει και να εφοδιάσει την άμυνα του λιμανιού, λόγω του ότι ο Ιμπραήμ Πασάς ετοίμαζε εκεί απόβαση.[2]
Έτσι και έγινε: μετά από συμβούλιο, που διεξήχθη τελικά στο πλοίο «Άρης» υπό του υπουργού Πολέμου Αναγνωσταρά, αποφασίστηκε να ενισχυθεί η άμυνα του νησιού με 500 ακόμα άνδρες και ναυτικούς, καθώς και να ζητήσουν επιπλέον ενισχύσεις. Στις 22 Απριλίου(Π.Η.) ο ελληνικός στόλος βρέθηκε εμπρός στο Νεόκαστρο, ενώ ο εχθρικός γύρω στις Οινούσες. Ο Ανδρέας Μιαούλης, αφού συσκέφθηκε με τον Τσαμαδό, παρατάχθηκε για μάχη. Όλη η ημέρα πέρασε με ακροβολισμούς· ομοίως και οι επόμενες δύο επιθέσεις του ελληνικού στόλου δεν κατάφεραν να παρασύρουν τον εχθρικό στόλο σε κάποια ναυμαχία. Κύριος στόχος του Ιμπραήμ ήταν η Σφακτηρία. Σύμφωνα με το σχέδιό του η πρώτη μοίρα, που αποτελείτο από 3 φρεγάτες, 4 κορβέττες και 39 άλλα μικρότερα πλοία, διατάχθηκε να εισδύσει στον κόλπο, να βομβαρδίσει το νησί και να καλύψει την απόβαση. Η δεύτερη μοίρα, που αποτελείτο από τα μεγαλύτερα πλοία, θα ορμούσε εναντίον του ελληνικού στόλου, που λοξοδρομούσε κάτω από το νησί Πρώτη. Συγχρόνως τα αιγυπτιακά στρατεύματα της ξηράς θα επετίθεντο εναντίον του Παλαιοκάστρου.[6]
Τη νύχτα της 25ης Απριλίου(Π.Η.) προς την 26η Απριλίου(Π.Η.) ο Αιγυπτιακός Στόλος, έχοντας πλέον ευνοϊκό άνεμο, εισέπλευσε στον όρμο του Ναυαρίνου, συνοδεύοντας αποβατικό σώμα τριών χιλιάδων ανδρών για να καταλάβει τον όρμο και το φρούριό του. Ο εχθρός αρχικά κατέλαβε τη Σφακτηρία, φονεύοντας 350 από τους 800 υπερασπιστές της, μεταξύ των οποίων ήταν ο φιλικός και αρχηγός των Ελλήνων στη μάχη Αναγνωσταράς, ο Φρούραρχος της Σφακτηρίας Σταύρος Δ. Σαχίνης, ο φιλέλληνας Ιταλός κόμης Σαντόρε ντι Σανταρόζα και ο κυβερνήτης του βρικίου «Άρης», πλοίαρχος Αναστάσιος Τσαμαδός. Ο τελευταίος βρισκόταν στην ξηρά στο πλευρό των αμυνομένων Ελλήνων μαζί με 200 περίπου αξιωματικούς και ναυτικούς, που εγκατέλειψαν και αυτοί τις λέμβους τους για να βοηθήσουν στη μάχη. Το γεγονός ότι όχι μόνο αυτός, αλλά και ο κυβερνήτης του πλοίου «Αθηνά», ο πλοίαρχος Νικόλαος Βότσης, δεν πρόλαβαν να επιβιβασθούν στα πλοία τους, σημαίνει ότι ο είσπλους των Αιγυπτίων έγινε αιφνιδιαστικά. Όταν οι ναυτικοί μας τράπηκαν σε φυγή, επιστρέφοντας ατάκτως στις λέμβους τους, επέβησαν όπου ήταν δυνατόν, ανεξαρτήτως αν ήταν το πλήρωμα του σκάφους ή όχι. Δύο από τα πέντε άλλα πλοία μας που ήταν στον όρμο, πρόλαβαν να σαλπάρουν έγκαιρα και να εξέλθουν ανενόχλητα, με κυβερνήτες τον Θεόδωρο Σάντο Σπετσιώτη και τον Βασίλειο Σ. Βουδούρη. Το «Αθηνά» χωρίς τον κυβερνήτη του επιχείρησε και επέτυχε ηρωική έξοδο. Στο βρίκιο «Αχιλλεύς», ενώ απέπλεε από τον όρμο υπό των αδελφών Γεωργίου και Αντωνίου Ορλάνδου, κρεμάσθηκαν τριάντα ναύτες στα πλευρά της λέμβου με το σώμα στη θάλασσα, όπως και σε άλλα πλοία. Επίσης, το τρικάταρτο και βαριά οπλισμένο «Ποσειδών» υπό του Θεοφίλου Μουλά, απέπλευσε οριακά φορτωμένο με βαρέλια νερό στην πλώρη για να μοιάζει πυρπολικό και έτσι κατάφερε να διαφύγει, χωρίς να προσπαθήσουν να το εμβολίσουν. Τελευταίο έμεινε το βρίκιο «Άρης», που είχε μείνει μέσα στον όρμο, περιμένοντας τον κυβερνήτη του. Μόλις το πλήρωμα έμαθε για τον θάνατό του, απέπλευσε με τον Πλοίαρχο Νικόλαο Βότση, που πρόλαβε να επιβιβαστεί την τελευταία στιγμή σε αυτό μαζί με το Δημήτριο Σαχτούρη και τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο.[2][3]
Η έξοδος του «Άρη»
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το ημερολόγιο του πλοίου «Άρης» παραδόθηκε στους συγγενείς του Αλεξάνδρου Τσαμαδού και σώζεται μέχρι σήμερα από τους απογόνους του. Είναι γραμμένο με μολύβι και το παρακάτω απόσπασμά του αναφέρει συμβάντα της ημέρας της εξόδου του πλοίου, 8ης Μαΐου [Π.Η. 26ης Απριλίου] του 1825, μέχρι της στιγμής που το πλοίο ανοίγει τα πανιά του.[2]
Ημερολόγιον βρικίου Άρης — Κυριακή, 26 Απριλίου(Π.Η.) 1825:[2]
Έως εις τας 8 ώρας μ.μ. ο εχθρικός στόλος, γενόμενος εις δύο μοίρας, η μεν φυλάττουσα το Βλησίδι, εκανονιοβόλει το νησίον Σφακτηρία, ταυτοχρόνως δε και ο Ιμβραήμ πασάς δια ξη[ρ]άς την πόλιν. Ο κανονιοβολισμός διήρκεσεν ώραν 1 εις τας 5, όπου και έρριψαν τας βάρκας των οι εχθροί γεμάταις πολεμοφόδια να κάμουν απόβασιν· οι εν τῳ Νησίῳ έδωσαν το κατ' αρχάς αντίστασιν γενναίων και έτρεψαν ταις βάρκαις εις φυγήν· μία όμως εξ εκείνων, μη δυνηθέντες να την εμποδίσωσιν, έκαμεν απόβασιν και ταυτοχρόνως έκαμον και αι άλλαι και ούτως οι Έλληνες ετράπησαν εις φυγήν και [οι Αιγύπτιοι] άλλους εζώγρησαν, άλλους εθανάτωσαν και άλλους έπνιξαν και ούτως εκυριεύθη το Νησίον από τους εχθρούς, τα δε ιδικά μας πλοία, ιδόντα τον κίνδυνον και αβεβαιότητα μη κλεισθώσιν, έκαμον αρχή να κόπτουν τας άγκυρας, αφού άφησαν το [...] έξω εις το Νησίον, άλλους συντρόφους, αρκετούς θανατωμένους και ζωγρησμένους· πρώτον το καράβι που έκαμε πανιά εστάθη το πλοίο του Βασιλείου Σ. Βουδούρη, και ακολούθως τα πλοία, ημείς δεν ηξήλθομεν και ο πλοίαρχός μας μετά του ναυκλήρου έξω και άλλοι σύντροφοι, ο δε Εκλαμπρότατος Μαυροκορδάτος έλλειπεν έξω εις το Νησίον· εστείλαμεν ταις βάρκαις μας δια να τους λάβωμεν, αλλά κατά δυστυχίαν ταις ανήγγειλον ότι εθανατώθη ο γενναίος πλοίαρχός μας, πολεμών μετά του ναυκλήρου Χριστοφίλου και λοιπών· τούτους επερίλαβον. Ο ναύκληρος Χριστόφιλος εσώθη κολυμβών εις το φρούριον.
Σχολή Ναυτικών Δοκίμων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1829 αγοράστηκε από την Ελληνική Κυβέρνηση και μετονομάστηκε σε «Αθηνά», αλλά το 1879 μετονομάστηκε εκ νέου σε «Άρης». Χρησιμοποιήθηκε ως Σχολή Ναυτικών Δοκίμων μέχρι το 1900, καθώς και σχολή για το κατώτερο προσωπικό το διάστημα 1863–1865 και 1882–1885. Μετά το 1900 το πλοίο έμεινε προσορμισμένο στον Πόρο και λειτουργούσε ως Σχολή Ναυτοπαίδων. Διατηρήθηκε μέχρι τις 25 Μαρτίου 1921 οπότε και βυθίστηκε «τιμητικά», κατά τον εορτασμό των 100 ετών από την ελληνική επανάσταση, στα νερά του Σαρωνικού κοντά στη νησίδα «Κυρά Σαλαμίνος» του Ναυστάθμου, ουσιαστικά όμως λόγω οικονομικής αδυναμίας συντήρησης και επισκευής του. Το ακρόπρωρο του πλοίου τοποθετήθηκε στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο στην Αθήνα. Ο ιστός του πλοίου τοποθετήθηκε στον Ναύσταθμο Σαλαμίνας και με τον καιρό ξεχάστηκε η προέλευσή του· εκεί βρίσκεται ακόμη και σήμερα σε χρήση για τις ανάγκες του σηματορείου.[3][7]
Πλοία με το όνομα «Άρης»
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το βρίκιο «Άρης» είναι το πρώτo κατά σειρά από τα πέντε πλοία συνολικά που φέρουν το όνομα αυτό. Τα πλοία είναι τα εξής:
ΑΑ | Πλοίο (τύπος) | Περιγραφή |
---|---|---|
I | Άρης (βρίκιο) | κατασκευής 1807 που μετονομάστηκε σε «Αθηνά» το 1829 και ξαναονομάστηκε «Άρης» το 1879 |
II | Άρης (γαβάρα) | πρώην «Ηρακλής» η οποία ενετάγη το 1834 και βυθίσθηκε το 1842 |
III | Άρης (ναρκοθέτις) | (επίτακτο) χρησιμοποιήθηκε ως ναρκοθέτιδα κατά τους βαλκανικούς πολέμους 1912–1913 |
IV | Άρης (εκπαιδευτικό) | το οποίο ενετάγη το 1927, αιχμαλωτίσθηκε από τους Γερμανούς το 1941 και βυθίσθηκε το 1942 |
V | Άρης Α-74 (εκπαιδευτικό) | ελληνικής κατασκευής το οποίο ενετάγη το 1979 και παροπλίσθηκε το 2004 |
Περαιτέρω ανάγνωση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 «Η έξοδος του Άρη». ΓΕΕΘΑ. Ανακτήθηκε στις 5 Ιανουαρίου 2014.[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ 2,0 2,1 2,2 2,3 2,4 Μεγάλη Στρατιωτικὴ καὶ Ναυτικὴ Ἐγκυκλοπαιδεία.
- ↑ 3,0 3,1 3,2 Πολίτης, Στυλιανός. «Ιστορικής αξίας αντικείμενα στο Ναύσταθμο Σαλαμίνας». www.eaan.gr. Ένωση Αποστράτων Αξιωματικών Ναυτικού. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 5 Ιανουαρίου 2014.
- ↑ «Βρίκιον Άρης (Τεχνικά χαρακτηριστικά)». hellasarmy.gr. Ανακτήθηκε στις 5 Ιανουαρίου 2014.[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1971), τόμ. 12, σσ. 111 & 126.
- ↑ Ιστορία του Ελληνικού Έθνους (1971), τόμ. 12, σσ. 380–382.
- ↑ «Βρίκιον Άρης (Γενικές πληροφορίες)». hellasarmy.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 5 Ιανουαρίου 2014.
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- «Η Ελληνική Επανάσταση (1821–1832)». Ιστορία του Ελληνικού Έθνους: ISBN 960-213-095-4. Τόμος ΙΒ΄. Εκδοτική Αθηνών. 1971. ISBN 960-213-108-Χ. OCLC 636806977.
- «Άρης (Πάρων)». Μεγάλη Στρατιωτικὴ καὶ Ναυτικὴ Ἐγκυκλοπαιδεία. Tόμος Δεύτερος: Ἀλαρκόν–Γωνιόμετρον. Ἀθήναι: Ἔκδοσις Μεγάλης Στρατιωτικῆς καὶ Ναυτικῆς Ἐγκυκλοπαιδείας. 1928, σσ. 225-226. OCLC 31255024.