Actions

Work Header

Ο Αστερίξ και το Δεύτερο Ανυπότακτο Χωριό

Chapter Text

"Αυτό το ταβερνάκι σερβίρει νοθευμένο κρασί με νερό! Αν είναι δυνατόν!" Παραπονέθηκε ο Ρωμαίος και σχεδόν έχυσε την κούπα με το κρασί που παρήγγειλε.

"Έτσι το πίνουμε εμείς εδώ! Σ' αρεσει δε σ' αρέσει!" Του απάντησε θυμωμένα ο οινοχόος.

"Ευτυχώς τουλάχιστον έχει καλό φαγητό, έτσι δεν είναι, Οβελίξ;"

Όμως φαινόταν ότι ο γνωστός, φαγανός Οβελίξ δεν ήταν τόσο ο εαυτός του...

"Δεν πεινάω, Αστερίξ..." Είπε λυπημένα και αναστέναξε κοιτώντας στο κενό.

Ο Αστερίξ κούνησε τους ώμους. Άκουσε ένα ποδοβολητό και γύρισε να δει έναν λαχανιασμένο τύπο που τους ζητούσε.

"Γαλάτες! Γαλάτες! Σας θέλει ο Αρχηγός Θρασύβουλος! Έχει έτοιμες τις δοκιμασίες σας!" Ήταν ο Γλαύκων, ο οποίος έφτασε λαχανιασμένος.

"Καιρός ήταν! Πάμε, ώρα να τους αποδείξουμε τι σημαίνει Γαλάτες!" Ο Αστερίξ έσφιξε τη γροθιά του με ένα αποφασισμένο χαμόγελο. "Είμαστε έτοιμοι για όλα, έτσι δεν είναι, παιδιά;"
-
"Γαλάτες, καλώς ήρθατε για άλλη μια φορά στην αρένα μας! Εγώ, ο Θρασύβουλος ο πρώτος, μαζί με τη βοήθεια κάποιων έμπιστων συνεργατών μου, δημιούργησα δύο απίθανες δοκιμασίες, από τις οποίες ίσως και να μην βγείτε ζωντανοί! Ούτε ο ίδιος ο Ηρακλής δεν θα μπορούσε να τις περάσει! Είναι σχεδιασμένες έτσι ώστε να ανταγωνίζονται τις θεϊκές δυνάμεις του φρουρίου μας! Γιατί, εάν θέλετε να σας εμπιστευτούμε, πρέπει να φανείτε αντάξιοι του!"

Τότε ο Αστερίξ χασμουρήθηκε λίγο προκλητικά. "Ωραία, ωραία, τα έχουμε ξανά ακούσει αυτά! Μπαίνουμε τώρα στο ψητό;"

"Ακριβώς, Γαλάτη, όπως το είπες! Η πρώτη λοιπόν δοκιμασία, είναι ο διαγωνισμός φαγητού με τον ξακουστό μονομάχο στομαχιού Πολύφημο! Φέρτε τα τραπέζια με τις πιατέλες!!" Φώναξε ο Θρασύβουλος και κάποιο άρχισαν να φέρνουν ουρές από τραπέζια με τεράστιες ποσότητες φαγητού πάνω, ενώ ακούστηκαν σάλπιγγες.

Τα τραπέζια χωρίστηκαν από πέντε σε κάθε μεριά, και από την άλλη πόρτα της αρένας εμφανίστηκε ένας τεράστιος άντρας, με μια πολύ υπεροπτική έκφραση.

"Κανείς ποτέ δεν έχει νικήσει τον Πολύφημο στο πεδίο του, τη μάσα!" Ενημέρωσε ο αρχηγός και ο τεράστιος τύπος χτύπησε την κοιλιά του με ένα απειλητικό γέλιο.

"Μάλιστα, αλλά νομίζω πως ήρθε η ώρα! Οβελίξ! Δικός σου αυτός, έτσι δεν είναι;" Είπε με σιγουριά ο Αστερίξ.

"Δεν πεινάω..." Απάντησε λυπημένα ο Οβελίξ.

"Πώς;!! Δεν γίνεται αυτό, Οβελίξ, έχεις μείνει τόση ώρα χωρίς φαγητό! Εσύ έπρεπε να λιμοκτονείς τώρα!" Η έκπληξη και το άγχος στη φωνή του ήταν έντονα.

"Μ- μα πώς;!... Τι στο καλό, εσύ τρως πολλαπλάσια ποσότητα από έναν κανονικό άνθρωπο!" Συμπλήρωσε ο Σοσιαλίστικους τρομαγμένος και μπερδεμένος.

Ακόμα και ο Ιντεφίξ φάνηκε πολύ ανήσυχος με αυτά που άκουγε.

Τότε ο Αστερίξ θυμήθηκε κάτι. Κοίταξε προς το μέρος του Θρασυβούλου. Δίπλα του ήταν ο Γλαύκων, αλλά και η κόρη του, η Ξανθίππη.

Γύρισε πάλι στους φίλους του με ένα λίγο πονηρό χαμόγελο. "Νομίζω ξέρω τι φταίει! Βλέπεις, φίλε Μάρκους, ο Οβελίξ έχει αδυναμία σε κάποια πράγματα. Δύο από αυτά είναι το φαγητό και οι χαριτωμένες κοπέλες! Και συνήθως το ένα είναι δύσκολο όταν υπάρχει το άλλο!" Εξήγησε και κράτησε το γέλιο του.

"Έι, Οβελίξ! Δε νομίζεις ότι η κόρη του αρχηγού θα εντυπωσιάσει αν καταφέρεις να νικήσεις τον Πολύφημο;"

Τότε τα μάτια του ξανά ζωντάνεψαν. "Λες;..."

"Μα φυσικά! Γι αυτό είμαστε εδώ! Για να τους αποδείξουμε την αξία μας! Και είμαι σίγουρος ότι θα εντυπωσιάσουν αν νικήσεις εσύ!"

"Ακόμα και η Ξανθίππη;"

"Ειδικά η Ξανθίππη, φίλε μου!" Το έκλεισε το μάτι.

Τότε, ο Οβελίξ επέστρεψε στον χαρούμενο εαυτό του, και μαζί με τη διάθεση και την αποφασιστικότητα, δεν άργησε να επιστρέψει και η τεράστια όρεξη, η οποία ήταν ακόμα μεγαλύτερη από άλλες φορές, αφού δεν ήταν συνηθισμένο να μην έχει φάει για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα.

Σήκωσε το παντελόνι του και πήγε στην μεριά του.

Ο Πολύφημος τον αγριοκοίταξε και έβγαλε μια πολεμική κραυγή. Εκείνος τον αντέγραψε. Ο Αστερίξ και ο Σοσιαλίστικους φάνηκαν πολύ ανακουφισμένοι στις κερκίδες. Ο Ιντεφίξ ήταν μαζί τους, στα πόδια του Ρωμαίου.

"Εμπρός, γενναία παλικάρια, ας νικήσει ο καλύτερος!" Είπε μελοδικά ο Καλλίφωνος χτύπησε ένα τύμπανο για να δώσει σήμα.

"Αχ, νομίζω πως είπα μια φάλτσα νότα! Ήταν μι, όχι φα!" Είπε στον Θρασύβουλο με ανασφάλεια και έπιασε το πιγούνι του.

"Έλα, σιγά. Μια χαρά ήσουν, όπως πάντα."

Η μάχη είχε αρχίσει να γίνεται πολύ σκληρή. Και οι δύο έτρωγαν με μανία και σιγά σιγά άδειαζαν τα τραπέζια, σε χρόνο ρεκόρ.

"Τι αγωνία, μα τον Ριζοσπάστιους! Δε μπορώ να βλέπω! Ο Μάρκους έκλεισε τα μάτια σφιχτά, και αγκάλιασε τον Ιντεφίξ, ο οποίος φαινόταν να μιμείται τις κινήσεις του.

"Μην ανησυχείς, ο Οβελίξ το 'χει! Δεν υπάρχει περίπτωση να χάσει!"

"Το ελπίζω! Το μέλλον μας και της άδικης κυριαρχίας των Ρωμαίων εξαρτάται από αυτόν!"

Μέσα σε μισή ώρα, είχαν σχεδόν τελειώσει και με το τελευταίο τραπέζι. Ο Πολύφημος φαινόταν να παλεύει πλέον με ένα ψητό. Ο Οβελίξ ήταν ήδη πολύ μπροστά.

Όλοι στις κερκίδες είχαν αρχίσει να σχολιάζουν έκπληκτοι την τροπή των γεγονότων. Ο μαχητής τους ποτέ δεν είχε χάσει σε αυτή τη δοκιμασία.

"Φαίνεται πως... Φαίνεται πως έχουμε νικητή!" Ο Καλλίφωνος ακούστηκε από την μεριά του αρχηγού, πολύ έκπληκτος. "Ένα - μηδέν για τους Γαλάτες!"

"Αδύνατον..."

"Μπαμπά, αυτός ο χοντρός είναι φοβερός, έτσι;!" Η Ξανθίππη χαμογέλασε.

"Μα, μα, μα πώς;! Στα χρονικά του χωριού μας, κανείς δεν έχει καταφέρει να νικήσει τον Πολύφημο ποτέ ξανά!!"

"Ε, Αστερίξ, μήπως μπορείς να τους πεις να φέρουν και γλυκό; Νιώθω ακόμα ένα κενό εδώ!" Ο Οβελίξ τους πλησίασε τρίβοντας την κοιλιά του.

"Οβελίξ, τα κατάφερες!"

"Πανηγυρίστε όσο θέλετε τώρα, γιατί η αποτυχία σας χτυπάει την πόρτα! Η δεύτερη δοκιμασία θα αποδείξει ότι δεν τίποτα σπουδαίο!"

"Για να σε δούμε, Αρχηγούλη!"

"Από εδώ ο Αρτέμιος! Αυτός εδώ, Γαλάτες, είναι ο αρχιτέκτονας του χωριού μας. Έχει σχεδιάσει κάθε κτίριο σε αυτό το νησί, δηλαδή και το φρούριο με όλα τα μυστικά του όπλα. Κανείς ποτέ δεν έχει καταφέρει να τον ξεπεράσει από αρχιτέκτονες, ίσως εκτός από τον Ικτίνο και τον Καλλικράτη. Και φυσικά, κανείς δεν έχει καταφέρει να κτίσει οτιδήποτε από τα σχέδιά του μέσα σε τρεις ώρες, δηλαδή αυτό που θα κληθείτε να κάνετε εσείς." Τον παρουσίασε με περηφάνεια ο Θρασύβουλος.

"Λοιπόν, μαλλον οφείλουμε να σας πούμε ότι εμείς χτίσαμε το παλάτι της Κλεοπάτρας για τον Καίσαρα." Είπε με σιγουριά ο Αστερίξ και έβαλε τα χέρια στη μέση.

"Εμένα δε με νοιάζουν τα λόγια, μικρέ, αλλά οι πράξεις. Ακολουθήστε με στα οικόπεδά μου. Έχετε πολλή δουλειά!" Ο αρχιτέκτονας τους είπε, ίσως λίγο απειλητικά.

"Πωπω, Αστερίξ, δε μου αρέσει πολύ αυτός ο αρχιτέκτονας!" Ψιθύρισε ο Οβελίξ.

"Όχι πολλά λόγια, Οβελίξ! Απλά ακόλουθα τον!"

"Εδώ είναι το εργοτάξιο. Εδώ και μήνες προσπαθούμε να ολοκληρώσουμε αυτό το μεγαλείο! Είναι το νέο παλάτι του Αρχηγού μας. Το ήθελε λίγο σε στυλ Παρθενών. Ορίστε το σχέδιο που επιδιώκουμε." Τους έδειξε ένα περίπλοκο σχέδιο παλατιού, με πολλούς ορόφους και στοιχεία Παρθενώνα. Το κτίσμα στο εργοτάξιο δεν έμοιαζε καθόλου με την εικόνα, μέχρι στιγμής.

"Μάλιστα... Οβελίξ, πιάνουμε δουλειά!" Είπε και ήπιε λίγο από το φίλτρο.

"Ωραία, ωραία! Λίγη διασκέδαση!"

Ο Σοσιαλίστικους κάθισε σε μια πέτρα και χαμογέλασε, έτοιμος να απολαύσει το θέαμα μαζί με τον Ιντεφίξ. Έριξε μια ματιά στον Αρτέμιος, ο οποίος τον κοίταξε με δυσπιστία, μέχρι που είδε με τα μάτια του τους Γαλάτες να σηκώνουν τις πέτρες και να τις στοιβάζουν μία μία στη σωστή θέση χωρίς καμία ιδιαίτερη προσπάθεια.

Του έπεσε το σαγόνι. "Δ- δεν είναι δυνατόν!! Σε καμία περίπτωση, δεν είναι δυνατόν!"

"Ω, ναι... Είναι δυνατόν... Ούτε εγώ το πίστευα στην αρχή. Αλλά μόνο όταν το έκανα ο ίδιος το πίστεψα..." Ο Μάρκους απάντησε, με ένα ικανοποιημένο βλέμμα στα μάτια του.

"Φοβερό σχέδιο, μα τον Τουτάτη! Εύγε, αρχιτέκτονα!"

"Ναι! Πιο διασκεδαστικό από το παλάτι του Νουμερομπίς!"

"Ναι, αλλά μη του το πεις, θα παρεξηγηθεί!"

Ο Αρτέμιος απλά δεν μπορούσε να το χωνέψει, καθώς τους έβλεπε να διασκεδάζουν, χτίζοντας το παλάτι με ακρίβεια και ταχύτητα.

Τότε, άρχισε μανιωδώς να τρέχει προς το σπίτι του Αρχηγού και να φωνάζει.

"Αρχηγέ!! Δεν είναι δυνατόν!"

"Τι έγινε, Αρτέμιε;!"

"Έλα να δεις μόνος σου!"
-
"Μα τον υπέρτατο Δία! Δεν είναι δυνατόν!!" Ο Θρασύβουλος σχεδόν λιποθύμησε με αυτό που είδε. Το παλάτι του ήταν κτισμένο μέσα σε σχεδόν τρεις ώρες, πράγμα που θα γινόταν σε ένα χρόνο τουλάχιστον. Και ήταν καταπληκτικό, όπως κάθε σχέδιο του Αρτεμίου. Μεγαλοπρεπές, με κλασσικά, αθηναϊκά στοιχεία.

"Τα βλέπεις, Αρχηγέ μου;! Είναι μάγοι! Μάγοι!" Ο αρχιτέκτονας χοροπηδούσε, σχεδόν τρελαμένος.

"Μας πιστεύετε τώρα, μήπως;" Ο Αστερίξ βγήκε από το εργοτάξιο, με ένα βλέμμα γεμάτο αυτοπεποίθηση και άνεση.

"Ε... Ε, δηλαδή... Μα φυσικά! Αλλά όμως! Πρώτου δεχτώ οποιαδήποτε συνεργασία μαζί σας, πρέπει να το δοκιμάσω εγώ ο ίδιος!" Ο Θρασύβουλος είπε με αυστηρότητα.

"Είσαι πολύ τυπικός, πάντως!" Ο μικρόσωμος Γαλάτης του πρόσφερε τον ασκό του με ένα στραβό χαμόγελο.

Ο μεσήλικας το κοίταξε με περιέργεια, και ύστερα ήπιε λίγο. "Και τώρα;..."

"Δοκίμασε να σηκώσεις αυτή τη πέτρα που δεν χρησιμοποιήθηκε."

"Καλά..." Πήγε διστακτικά κοντά στην πέτρα, κοίταξε δεξιά, αριστερά, σήκωσε το ιμάτιό του, έκανε πως τεντώνεται και επιασε τη μεγάλη πέτρα. Και τη σήκωσε! "Αρτέμιε! Τα κατάφερα! Ω, Θεοί! Είναι πραγματικά δυνατόν!"

"Είδες, δεν κοροϊδεύουμε εμείς!" Το κλασσικό, άνετο ύφος το Αστερίξ ήταν εμφανές.

"Λοιπόν, Γαλάτες! Κι εσύ, Ρωμαίε." Άφησε την πέτρα κάτω. "Καταφέρατε να κερδίσετε την εμπιστοσύνη μου. Γι αυτό, μπορείτε να μείνετε στο χωριό μας. Θα χαρώ να μάθω το μυστικό σας για αυτό το φίλτρο!" Είπε με ευχαρίστηση.

Ο Αστερίξ έμεινε λίγο σκεπτικός μετά από αυτό. Ασφαλώς, ήταν δική του ιδέα να βρουν το χωριό και να συνεργαστούν με τους ντόπιους για να εξαλείψουν τη Ρωμαϊκή Κυριαρχία. Αλλά από την άλλη, δεν είναι στο χέρι του το μυστικό του Ζωμού. Κι έπειτα, είναι μυστικό. Μόνο ο Πανοραμίξ έχει λόγο και γνώση σε αυτό...

Εκείνο το βράδυ έμειναν στο πανδοχείο του Φιλόξενου. Ένα ήρεμο και αναπαυτικό μέρος.

"Τα καταφέραμε, παιδιά! Πωπω, δεν περίμενα να συμβεί κάτι τέτοιο στη ζωή μου! Συνεργασία με τους Γαλάτες του γνωστού χωριού! Και είναι απίθανο! Έχω να βαρεθώ από την τελευταία στιγμή πριν με απαγάγεις! Και πάνω από όλα, επιτέλους νιώθω χρήσιμος στη ζωή μου! Η Ρωμαϊκή Κυριαρχία δεν ήταν ποτέ λύση!" Ο Μάρκους ακουγόταν πολύ ενθουσιασμένος.

Όμως δεν θα έλεγε το ίδιο και για τον Αστερίξ. "Έτσι δεν είναι;..." Ρώτησε με αμφιβολία για το ύφος του.

Εκείνος αναστέναξε σκεπτικά. "Δεν ξέρω, είναι και κάποια πράγματα που δεν τα σκεφτήκαμε εξαρχής..."

"Τι εννοείς;"

"Ο Μαγικός Ζωμός στηρίζεται στον Δρυίδη μας... Χωρίς αυτόν δεν μπορούμε να πάρουμε ούτε μια απόφαση σχετικά με αυτόν... Ίσως να πρέπει να γυρίσουμε πίσω και να ξανά έρθουμε μαζί του."

"Ωραία, δεν βλέπω κάποιο πρόβλημα σε αυτό. Και πάλι, έχουμε το χωριό με το μέρος μας!" Ο Ρωμαίος υπενθύμισε χαμογελώντας.

"Ναι, όντως, αλλά φοβάμαι ότι οι πολλές μετακινήσεις θα μας προδώσουν στους Ρωμαίους..."

"Ίσως, αυτό είναι ένα πρόβλημα..."

"Ναι, όμως δεν είναι ώρα να τα σκεφτόμαστε αυτά. Είναι ήδη αργά. Ας πάρουμε παράδειγμα τον Οβελίξ και τον Ιντεφίξ και ας κοιμηθούμε κι εμείς."

"Καληνύχτα, Αστερίξ."

"Καληνύχτα, Σοσιαλίστικους..."

Την επόμενη μέρα, ο Θρασύβουλος δεν έβλεπε την ώρα να δει πως προετοιμάζεται αυτό το μαγικό φίλτρο. "Άντε, λοιπόν! Δεν θα μου δείξετε;"

Ο Αστερίξ φάνηκε πολύ αμήχανος. "Κοιτάξτε, Αρχηγέ... Ούτε εγώ, ούτε ο Οβελίξ έχουμε ιδέα πως προετοιμάζεται αυτό το φίλτρο. Μόνο ο Δρυίδης μας ξέρει να το παρασκευάζει."

Αυτό εξέπληξε τον Αρχηγό. "Πώς;! Και τότε τι θα κάνουμε;! Μας υποσχεθήκατε το φίλτρο!"

"Έχετε απόλυτο δίκιο! Γι αυτό θα επιστρέψουμε και θα τον φέρουμε σε εσάς!"

Όμως αυτή τη φορά, αυτά που άκουσε δεν τον ικανοποίησαν. "Άκου να σου πω, Γαλάτη, εμένα δεν με πιάνουν κορόιδο!-"

"Αρχηγέ, Αρχηγέ!! Οι Ρωμαίοι βρήκαν την μυστική είσοδο! Είναι σχεδόν έτοιμοι να επιτεθούν!" Μια αναστατωμένη φωνή διέκοψε τη συζήτηση. Ένας από τους χωρικούς έτρεχε προς το μέρος τους πανικόβλητος.

"Τι είναι αυτά που λες, μα τον Δία;! Αυτό είναι αδύνατον!"

"Αν δε με πιστεύεις έλα να το δεις με τα μάτια σου, Αρχηγέ..."

Είχε δίκιο. Φωνές και ποδοβολητά ήδη ακούγονταν από απόσταση. Η κατάσταση στο κλειστό, απομονωμένο χωριό είχε ξεφύγει.

Ακόμα και οι τρεις φίλοι ήταν έκπληκτοι που το άκουσαν. Όμως αυτό δεν τους σταμάτησε. "Οβελίξ, Μάρκους, ώρα για δράση..."

Το βλέμμα του Αστερίξ ήταν γεμάτο ετοιμότητα, καθώς πήρε τον ασκό του και ήπιε από τον Ζωμό, και ύστερα τον έδωσε στον Ρωμαίο. "Με το μαλακό όμως, γιατί πρέπει να μας μείνουν αποθέματα. Γιούργια!"

"Εμπρός στον αγώνα κατά της αδικίας!!"

"Ρωμαίοι! Αχ, τι ωραία, τι ωραία!"

Οι τρεις με τη δύναμη του Μαγικού Ζωμού, όρμησαν στους Ρωμαίους. Με τις γροθιές τους προσπάθησαν να αποκρούσουν την επίθεση.

Με λίγο κόπο κατάφεραν να κάνουν τους Ρωμαίους να υποχωρήσουν τρομαγμένοι. "Υπάρχουν Γαλάτες στο χωριό!"

"Υποχώρηση!!"

Όλοι έφυγαν, όταν άκουσαν το τρομερό νέο. "Πρέπει να ειδοποιήσουμε τον Καίσαρα!"

"Ωχ, όχι, πάει η αποστολή!" Είπε τρομαγμένος ο Αστερίξ. "Είμαστε περικυκλωμένοι χωρίς πολύ από το Ζωμό, και ο Οβελίξ μόνος του δεν μπορεί να τα κάνει όλα!"

"Ώστε είσαι και πολύ καλός ηθοποιός, έτσι Γαλάτη;!"

Όλοι γύρισαν για να δουν τον νευριασμένο αρχηγό. "Τι θέλεις να πεις;!"

"Ωραίο το θεατρικό σου, συγχαρητήρια και στον θίασο!" Χειροκρότησε ειρωνικά.

"Ακόμα δεν σε καταλαβαίνω..."

"Προδότες! Γλαύκων, πετά τους απέναντι, πριν αποφασίσω τίποτα χειρότερο!"

"Πώς;! Προδότες εμείς;!"

"Ναι, εσείς! Ποιος άλλος μπορεί να μαρτύρησε τη μυστική μας είσοδο; Κάποιος από το χωριό, μετά από τόσα χρόνια εμπιστοσύνης και ομονοίας;! Από την ώρα που φτάσατε εσείς Γαλάτες, μαζί με τον Ρωμαίο σας, έχουν έρθει τα πάνω κάτω στο ανέκαθεν ειρηνικό και ηρωικό χωριό μας!"

"Αλήθεια σου λέμε, Θρασύβουλε, εμείς δεν μαρτυρήσαμε τίποτα στους Ρωμαίους! Είναι κοινός εχθρός!" Επέμεινε ο Αστερίξ.

"Και αυτός εδώ τι είναι;!"

"Αυτός είναι αποστάτης! Αναγνωρίζει το κακό στην κυριαρχία των Ρωμαίων!"

"Μιλάει καθαρά, σύντροφε! Εγώ ένα σύστημα που ταίζει μόνο τους ισχυρούς δεν το δέχομαι!"

"Πουλάτε όλοι σας παραμύθια! Και δεν είμαι σύντροφός σου! Γλαύκων, είπα! Βγαλ' τους απέναντι! Και φρόντισε να μην ξαναγυρίσουν!"

"Ε, δε μπορείτε να το κάνετε αυτό! Εμείς ήρθαμε να βοηθήσουμε!" Ο Οβελίξ διαμαρτυρήθηκε καθώς ο Γλαύκων προσπαθούσε να τους σπρώξει προς τα έξω.

"Άστο, Οβελίξ... Δεν έχει πια νόημα, αφού δεν μας πιστεύουν..."

Οι Γαλάτες, η μόνη σωτηρία του χωριού έφευγε, και τώρα ο Αρχηγός τα βρήκε πραγματικά σκούρα. "Μάλλον ήρθε το τέλος, λαέ μου..."
-
"Λυπάμαι, παιδιά, αλλά ούτε κι εγώ μπορώ να σας πιστέψω, να πω την αλήθεια... Ήταν η πρώτη φορά που ξένοι μπήκαν στο χωριό μας, και έγινε αυτό! Γι αυτό δεν έχω άλλη επιλογή... Και είχα αρχίσει να σας συμπαθώ..." Είπε λυπημένα ο Γλαύκων καθώς η βάρκα του άραζε στην απέναντι ακτή, στο λιμάνι.

"Δεν φταις εσύ, όλα τα δεδομένα έτσι δείχνουν, φίλε... Αλλά σε διαβεβαιώνω, δεν ήμασταν εμείς. Μα τον Τουτάτη, δηλαδή!" Διαβεβαίωσε ο Αστερίξ και οι άλλοι δύο φίλησαν σταυρουδάκι.

Αλλά ο βαρκάρης απλά σήκωσε τους ώμους. "Η στάση σας, κύριοι..." Ήταν από την αρχή λάθος να πάμε αντίθετα από τις συνήθειες της πολιτείας μας...

"Αντίο, φίλε..."

Τότε άρχισαν να προχωρούν μέσα στην Πελοπόννησο, ενώ η βάρκα του Γλαύκωνα όλο και απομακρυνόταν από το λιμάνι.

Ο Αστερίξ αναστέναξε, και τα φτερά από το κράνος του έδειχναν να πηγαίνουν προς τα κάτω. "Ήμασταν τόσο κοντά! Τώρα όλα καταστράφηκαν!..."

"Οι ανίσχυροι πάντα ζουν μέσα στην αδικία..." Ο Μάρκους του έπιασε τον ώμο με το ίδιο λυπημένο ύφος.

Ενώ αυτές οι αμπελοφιλοσοφίες του σε κάτι τέτοιες περιπτώσεις απλά ακούγονταν περιττές και ενοχλητικές, αυτή τη φορά απλά αποφάσισαν να μη του πουν τίποτα, γιατί δεν έφταιγε σε τίποτα κι εκείνος.

Καθώς περπατούσαν γεμάτοι απογοήτευση, τα μάτια τους έπεσαν πάνω σε δυο τρεις λεγεωνάριους που μιλούσαν με έναν που έμοιαζε να είναι Έλληνας. Η προσοχή τους έμεινε σε ένα πουγκί που του έδωσαν.

"Κάτι μου βρωμάει εδώ... Πάμε λίγο πιο κοντά να ακούσουμε."

Κρύφτηκαν πίσω από κάτι βράχια, αρκετά κοντά για να μπορούν να ακούσουν τη συζήτηση.

"Έκανες πολύ καλά, Εφιάλτη! Όχι μόνο μας εξυπηρέτησες με την είσοδο αυτού του δαιμόνιου φρουρίου, αλλά μας βοήθησες να ανακαλύψουμε το σχέδιο αυτών των Γαλατών! Αν καταφέρουμε να πιάσουμε αυτούς τους δύο και τον προδότη μας, ο Καίσαρας θα είναι πολύ ευχαριστημένος! Ο Αστερίξ και ο Οβελίξ αξίζουν πολλά, είναι οι καλύτεροι πολεμιστές του Γαλατικού χωριού! Σου αξίζει η αμοιβή σου!"

Ο άντρας έτριψε τα χέρια με κακία και πήρε τα λεφτά. "Πάντα στη διάθεσή σου, Κάιους Ξεγλίστριους!"

"Όχι για πολύ!" Τότε ξεπετάχτηκαν αιφνίδια από τα βράχια και τους ξιάφνιασαν. "Οβελίξ, οι Ρωμαίοι δικοί σου!"

"Τέλεια! Ελάτε εδώ Ρωμαίοι μου! Ώρα για λίγο ξύλο!"

"Αχ, όχι, ο χοντρός!!"

"Ποιός χοντρός;!" Είπε οργισμένος και τους πέταξε πολύ μακριά.

Ο Αστερίξ με τον Σοσιαλίστικους κατάφεραν να ακινητοποιήσουν τον πραγματικό προδότη. "Σε τσακώσαμε, φιλαράκι! Νομίζω πως χρωστάς δυο λογάκια στον Αρχηγό σου!"

"Όσο και να προσπαθήσεις, Γαλάτη, δεν πρόκειται να πω τίποτα!"

"Δε θα το έλεγα αυτό στη θέση σου!" Είπε ο Αστερίξ με ένα άνετο χαμόγελο, και του έδειξε τον Οβελίξ. Τότε εκείνο ξεροκατάπιε και υποχώρησε.

"Γρήγορα, να βρούμε μια βάρκα και να προλάβουμε τον Γλαύκωνα, δεν θα έχει πάει πολύ μακριά!"

"Είναι ανώφελο! Δεν υπάρχει περίπτωση να τον προλάβετε!"

"Κι όμως υπάρχει!" Οι δύο τους κοίταξαν τον Οβελίξ, κι εκείνος αμέσως κατάλαβε τι έπρεπε να κάνει. Ήταν ώρα για να βάλει μπρος τον κινητήρα.

"Να τα πλεονεκτήματα του να έχεις πέσει στη χύτρα όταν ήσουν μικρός!"

"Αστερίξ, η βάρκα του Γλαύκωνα! Ευτυχώς τον προλάβαμε πριν μπει μέσα!"

"Έι, Γλαύκων!"

"Ε, τι γίνεται! Υποτίθεται ότι εσείς δεν έπρεπε να είστε εδώ τώρα!... Εφιάλτη;! Μα τι δουλειά έχεις εσύ στη βάρκα αυτών;!"

"Μόλις πιάσαμε κάποιον που έχει να δώσει εξηγήσεις για όλα! Αρκεί να μας πας πίσω στον Αρχηγό σου! Σου υπόσχομαι ότι όλα θα πάνε ρολόι αυτή τη φορά! Και θα βοηθήσουμε με τους Ρωμαίους. Δεν μπορείτε να τους νικήσετε μόνοι!"

"Έχεις δίκιο... Φύγαμε!"

Καθώς προχωρούσαν προς την μυστική είσοδο, εξήγησαν όλο το σκηνικό στον Γλαύκωνα. Εκείνος χάρηκε που τελικά είχε κάνει λάθος για εκείνους, και έτρεξε αμέσως να ειδοποιήσει τον Θρασύβουλο.

"Πώς;! Επέστρεψαν οι Γαλάτες;! Γιατί τους άφησες;!"

"Έχουν κάτι να σου πουν! Βασικά, και κάποιος άλλος μαζί τους!"

Χωρίς καμία αναμονή, ο Οβελίξ νευριασμένος μπήκε μέσα κουβαλώντας τον προδότη.

"Εφιάλτη;! Τι δουλειά έχεις εσύ με αυτούς;!" Είπε με ένα σηκωμένο φρύδι.

"Ω, Αρχηγέ μου! Αυτοί εδώ οι μουρλοί με έπιασαν και με κατηγορούν ότι πρόδωσα το χωριό μας!"

"Πώς;! Αρχηγέ, μην τον ακούς! Είδαμε με τα μάτια μας τους Ρωμαίους να τον δωροδοκούν!"

"Κι εμένα ποιός μου λέει ότι δεν δωροδοκηθήκατε εσείς από τους Ρωμαίους;! Φρουροί! Πιάστε τους και κλείστε τους στη φυλακή! Θα ρο σκεφτώ πολύ να μη τους εκτελέσω αυτή τη φορά!" Είπε πολύ θυμωμένος ο Θρασύβουλος.

"Να το κάνεις, Αρχηγέ μου, μη ξεχνάς ότι με συκοφάντησαν!"
-
"Ποιος συκοφάντησε ποιον!..." Μονολόγησε ο Αστερίξ νευριασμένος ενώ ήταν στο κελί μαζί με τον Οβελίξ και τον Μάρκους. Ήταν ήδη αργά τη νύχτα...

"Αυτοί οι πονηροί πάντα κερδίζουν!"

"Αστερίξ, πεινάω..."

"Αμάν, Οβελίξ, εδώ κοντεύουν να μας εκτελέσουν, κι εσύ σκέφτεσαι το φαγητό;!"

"Μα πάντα πεινάω τέτοια ώρα!"

"Όπως και να έχει... Ίσως πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να το σκάσουμε! Ο Οβελίξ μπορεί να ανοίξει την πόρτα και να βγάλει τους φρουρούς νοκ άουτ!" Πρότεινε ο Μάρκους.

"Δεν έχεις άδικο, αλλά αυτός δεν είναι καθόλου διακριτικός τρόπος... Το μόνο που θέλουμε είναι να τους βοηθήσουμε, δεν είναι ο εχθρός, αλλά δεν το καταλαβαίνουν!"

Τότε μια γυναίκα άρχισε να πλησιάζει με φαγητό. "Ωραία, ωραία! Επιτέλους!" Ο Οβελίξ είπε χαρούμενα.

"Το βραδινό σας, κύριοι!" Φώναξε και έσπασε δύο άδειους αμφορείς στα κεφάλια των φρουρών.

"Α, όχι! Κι εγώ νόμιζα ότι θα φάμε!... !;"

Η γυναίκα έβγαλε το μαντήλι από το πρόσωπό της και όλοι έμειναν άφωνοι με την αποκάλυψη.

"Ξανθίππη;!"

"Σσς! Ήρθα να σας βγάλω από δω! Λέτε την αλήθεια και το είδα με τα μάτια μου! Ο Εφιάλτης βγήκε πάλι από το χωριό και τώρα έχουν στήσει ενέδρα οι Ρωμαίοι! Με το χάραμα θα επιτεθούν!"

"Αυτό είναι τρομερό, μα τον Τουτάτη! Ο πατέρας σου δεν το ξέρει;!"

"Επιμένει ότι εσείς φταίτε. Ό,τι και αν του είπα νομίζει ότι απλά σας έχω συμπαθήσει αρκετά και δεν βλέπω την αλήθεια."

"Τι ξερό κεφάλι!"

"Ναι, αλλά αυτό δεν έχει και τόση σημασία τώρα! Εκτός από τη ζωή σας κινδυνεύει και όλο το χωριό! Πρέπει οπωσδήποτε κάτι να κάνουμε για να αποκρούσουμε τη ρωμαϊκή επίθεση!"

"Έχεις δίκιο, αλλά πρώτα πάρε το κλειδί του και βγάλε μας από δω!"

Η Ξανθίππη άκουσε τον Αστερίξ και τους έβγαλε από το κελί, ύστερα τους οδήγησε στα τείχη που έβλεπαν προς τη θάλασσα από την πλευρά της μυστικής εισόδου, όπου είχε αράξει ολόκληρος ο ρωμαϊκός στόλος.

"Πραγματικά, αυτό θα πει προβλήματα... Πώς θα μπορέσουμε να βγάλουμε από τη μέση όλους αυτούς τους Ρωμαίους, ούτε ο Οβελίξ δεν πρόκειται να τα καταφέρει μόνος του!"

"Α, με προσβάλλεις!" Είπε ενοχλημένος. "Εδώ και τώρα, μπορώ να πάω εκεί και να βυθίσω τα πλοία τους!"

"Να βυθίσεις τα πλοία... Αυτό είναι! Οβελίξ, φοβερή ιδέα!"

"Είδες; Δε χρειαζόταν να με προσβάλεις!"

"Έχω ένα σχέδιο! Θα χρειαστούμε τις πέτρες από το εργοτάξιο του Αρτέμιου! Οβελίξ, αναλαμβάνεις δράση!"

"Υπέροχα! Επιτέλους, λίγη διασκέδαση!" Είπε και πρόθυμα έτρεξε να φέρει πέτρες.

Μέσα σε λίγα λεπτά είχε φτιάξει μια στίβα από πέτρες κοντά στο τείχος.

"Ας πιούμε όλοι από το Ζωμό που έχει μείνει και ας προσπαθήσουμε να βυθίσουμε όσα περισσότερα πλοία!" Ο Αστερίξ τους κοίταξε όλους με αποφασισμένο βλέμμα και εκείνοι συμφώνησαν.

Μοίρασε το φίλτρο στον Σοσιαλίστικους και την Ξανθίππη, και μολις ήπιε κι εκείνος άρχισαν να πετάνε όλοι τις βαριές πέτρες στα πλοία, προσπαθώντας να ανοίξουν τρύπες στα καταστρώματα.

Φυσικά, αυτό προκάλεσε πανικό στους Ρωμαίους, ήταν μια κίνηση που δεν περίμεναν. "Νόμιζα ότι οι Γαλάτες ήταν φυλακισμένοι! Να σε πάρει, Εφιάλτη!"

"Εκατόνταρχε, πρέπει να επιτεθούμε κι εμείς!"

"Στους καταπέλτες, όσο ακόμα προλαβαίνουμε!!" Η φωνή του εκατόνταρχου ακούστηκε, και ήταν το σήμα για να αρχίσουν να στοχεύουν στους καταπέλτες, πρώτου προκληθεί μεγάλη καταστροφή.

"Εκατόνταρχε, μας καταστρέφουν τους καταπέλτες!"

"Δεν πειράζει, μείνετε ήσυχοι!" Ο Εκατόνταρχος χαμογέλασε πονηρά. "Όσο στοχεύουν στα όπλα μας χάνουν πέτρες, ίσως περισσότερα πλοία καταφέρουν να γλιτώσουν έτσι. Μετά, θα μπορέσουμε να κάνουμε επίθεση με λεγεωνάριους!"

"Πανέξυπνο σχέδιο, κύριε!"

"Γι αυτό ίσως κάποια μέρα καταφέρω να γίνω μέχρι Καίσαρας!" Το ναρκισσιστικό και φιλόδοξο βλέμμα του ήταν έντονο.

Όμως, αυτή όλη η φασαρία δεν άργησε να ξεσηκώσει και το υπόλοιπο χωριό. "Τι γίνεται εκεί έξω, μα τον Δία;!"

Ο Θρασύβουλος έσπευσε προς το πεδίο της μάχης. Αυτό που είδε τον εξέπληξε. "Ξανθίππη, δεν σου είπα να μην κάνεις καμιά τρέλα;!"

"Κι εσύ ακόμα δεν έχεις καταλάβει ότι οι Γαλάτες είναι αθώοι!"

"Εσύ δεν καταλαβαίνεις ότι αυτό που κάνουν ήταν για να μας πιάσουν απροετοίμαστους στον πόλεμο!"

"Ναι, γιατί αλλιώς θα ήμασταν προετοιμασμένοι!"

"Εσείς οι δύο, σταματήστε να τσακώνεστε! Πρέπει να συγκεντρωθούμε! Αν είχαμε τον Πανοραμίξ τώρα, όλα θα ήταν πιο εύκολα!" Ο Αστερίξ είπε με απογοήτευση.

"Αστερίξ!" Η φωνή του Μάρκους ακούστηκε λαχανιασμένη. "Το φίλτρο!... Η επίδραση πέρασε!"

"Ορίστε! Προσπάθησε να μη το καταναλώσεις όλο! Δεν έχουμε περιθώριο!"

"Είναι λίγο αδύνατον... Έχουν μείνει σταγόνες!"

"Αυτό ήταν που φοβόμουν να ακούσω! Τώρα περνάει και η δική μου επίδραση!"

"Και η δική μου!"

"Ο μόνος που έχει μείνει είναι ο Οβελίξ! Αλλά είναι σχεδόν αδύνατο να προλάβει να πετύχει όλα τα πλοία πριν οι Ρωμαίοι κάνουν καμία κίνηση!"

Η ομάδα είχε απογοητευτεί πολύ. Όλα ήταν γίνει για το τίποτα;... Τόσες ώρες ταξίδι, τόσοι μπελάδες; Μόνο για να παγιδευτούν σε ένα φρούριο περικυκλωμένο από χιλιάδες Ρωμαίους;...

Ο Αστερίξ κάθησε σε μια πέτρα απογοητευμένος, και το φως της αυγής έκανε αντανάκλαση στο κράνος του. Ο Μάρκους κάθησε δίπλα του και στήριξε το κεφάλι του στις γροθιές του με έναν αναστεναγμό. Ήταν έτοιμος να πει κάτι σχετικά με την κοινωνική αδικία, αλλά κατάλαβε ότι δεν ήταν ώρα. Και η Ξανθίππη η κάθισε από την άλλη μεριά και σταύρωσε τα χέρια ξεφυσώντας.

Ο Οβελίξ τελικά σχεδόν κουράστηκε να κάνει το ίδιο, ανώφελο πράγμα τόση ώρα και απλά σταμάτησε και κάθισε σε μία άλλη πέτρα, λυπημένος. Ο Θρασύβουλος τότε συνειδητοποίησε ότι η κόρη του είχε δίκιο για τους Γαλάτες, και το ίδιο συναίσθημα απελπισίας τον κατέκλυσε. Ησυχία μετά από αυτό.

Μέχρι που οι Ρωμαίοι την χάλασαν με τις διατάγες τους. "Εκατόνταρχε, σταμάτησαν την επίθεση!"

"Ετοιμάστε τους καταπέλτες που απέμειναν!"

"Στις διαταγές σου, Εκατόνταρχε Αυτάρχικους!"

Και ενώ όλα έμοιαζαν να είναι το τέλος...

"Ε- Ε- Εκατόνταρχε!! ΓΑΛΑΤΕΣ ΣΤΟ ΚΑΤΑΣΤΡΩΜΑΑΑ!!!" Μια απελπισμένη και τρομοκρατημένη φωνή ακούστηκε από τα τελευταία πλοία.

"Τι λες, μα τον Δία;! Αφού όλοι οι Γαλάτες είναι παγιδευμένοι στο φρούριο!"

Κι όμως, ο ίδιος ο Εκατόνταρχος δεν άργησε να το μάθει μόνος του, αφού το κύμα Γαλατών, ψαριών και άλλων αντικειμένων δεν άργησαν να φτάσουν και στο πλοίο του, η ακόμα καλύτερα στη μούρη του...

"Τον πέτυχα! Μπράβο, Αλφαβητίξ! Φοβερό το σάπιο ψάρι σου!"

"Ευχαριστώ... Ε, ΤΙ;!"

"Νιάτα μου, δεν έχουμε εμφύλιο τώρα, αλλά δράσηηη!"

Οι πολύ γνωστές φωνές έφτασαν μέχρι τα αυτιά της ομάδας μας, και γέμισαν τις καρδιές τους με ελπίδα και χαρά.

"Οβελίξ, ο Αυτοματίξ, ο Αλφαβητίξ και ο Μαθουσαλίξ!!"

"Είναι όλοι τους, Αστερίξ! Όλοι!" Ο Οβελίξ έδειξε με χαρά προς το σύννεφο σκόνης που είχαν δημιουργήσει καθώς πλησίαζαν δυναμικά.

"Ω, ναι! Εμπρός σύντροφοι!!" Ο Σοσιαλίστικους σήκωσε μια επαναστατική γροθιά στον αέρα.

"ΥΠΟΧΩΡΗΣΗ!! ΠΡΟΣ ΟΛΑ ΤΑ ΠΛΟΙΑ, ΥΠΟΧΩΡΗΣΗ!!" Οι κραυγές του Εκατόνταρχου ήταν σχεδόν μάταιες, γιατί οι Γαλάτες είχαν αποκτήσει τόσο μεγάλη ταχύτητα, που λίγο ξύλο δεν θα το γλίτωνε.

"Μα. Τον. Δία..." Το σαγόνι του Θρασυβούλου δεν ήταν σε θέση να κλείσει, καθώς είχε μείνει εντελώς άναυδος.

"Είδες, πατέρα;! Στο είπα ότι οι Γαλάτες ήταν αθώοι!"

Ένας καταπέλτης πέτυχε το μυστικό τούνελ, και πολλοί Ρωμαίοι βρήκαν την ευκαιρία να μπουν μέσα στο φρούριο τρομοκρατημένοι. Δεν είχαν καν σκοπό για επίθεση, μόνο για να σωθούν από τον κλασσικό Γαλατικό όλεθρο.

"Ε, λοιπόν, παιδιά, αφού ήρθαμε που ήρθαμε, δεν είναι σωστό να μην τους πούμε ένα γεια και από κοντά!" Είπε σαρκαστικά ο Μαζεστίξ. "Εμπρός, φίλοι μου!"

Τότε, μπούκαραν και οι Γαλάτες, και όλα έγιναν... Όπως συνήθως!

"Φάε ένα ψάρι στη μούρη, Ρωμαίε! Ταιριάζει περισσότερο με λαδολέμονο να ξέρεις!" Φώναξε ο Αλφαβητίξ, πετώντας ένα σκουμπρί σε έναν λεγεωνάριο.

"Αλήθεια, πείτε μου κι άλλο για αυτή τη συνταγή σας με ψάρι και λαδολέμονο, κύριε!" Μια γοητευτική κύριε εμφανίστηκε στο παράθυρό της.

Πρώτη φορά κάποιος θέλει να ακούσει για τα ψάρια του. "Εμ, δηλαδή... Εε... Ξέρετε..." Βέβαια, δεν πρόλαβε να πει τίποτα παραπάνω, αφού ένα ακόμα ψάρι έπεσε στο κεφάλι του.

"Θα σου μάθω εγώ να φέρεσαι!" Ήταν η κύρια Αλφαβητίξ, στην οποία δεν άρεσε και πολύ η συμπεριφορά του άντρα της. "Ήσουν τυχερός που δεν διάλεξα να σε κοπανήσω με τον Ρωμαίο!"

"Μα, καλή μου, δεν είναι αυτό που νομίζεις!"

Λίγο πιο πέρα, ο Κακοφωνίξ γρατζουνούσε τη λύρα του. "Εδώ σίγουρα θα εκτιμήσουν το ταλέντο μου, έχουν πολιτισμό εδώ!"

"Αν συνεχίσεις να μιλάς για το ταλέντο σου, θα φας το σφυρί στο κεφάλι!" Είπε ο Αυτοματίξ, πολύ ενοχλημένος από το μονόλογο του Κακοφωνίξ.

"Αχ, σταματά, εδώ είναι πολιτισμένοι, όχι βάρβαροι σαν εσάς! Δεν έχεις ακούσει για την ελληνική αρχιτεκτονική, την ελληνική κουζίνα, το ελληνικό γλέντι, και-- μα τους Δώδεκα Θεούς, μα μήπως τελικά είναι δεκατρείς... Λύρα είναι αυτή που κρατάς, ομορφόπαιδο;!"

"Ν- ναι, σου αρέσει;..." Ο Αηδός είπε συνεσταλμένα και κοκκίνησε. "Αν θες... Μπορείς να την αγγίξεις!"

"Αν θέλω λέει;! Για πες μου και λίγα πράγματα για τη μουσική στα μέρη σας!" Είπε χαριτολογώντας, και σαν αστραπή βρέθηκε δίπλα του και τον πήρε αγκαζέ.

Ο Αυτοματίξ απλά σήκωσε ένα φρύδι και έξυσε το κεφάλι του με περιέργεια. Ύστερα απλά σήκωσε τους ώμους και έστειλε δυο τρεις Ρωμαίους από εκεί που ήρθαν.

Ο Αστερίξ, εντελώς ενθουσιασμένος έτρεξε προς το μέρος του Πανοραμίξ. "Μα πώς μας βρήκατε!;"

"Να ευχαριστήσεις τον Επιδημάις! Αυτός μας έφερε μετά το παζάρι του στην ακτή μας! Σας βρήκαμε ακόμα πιο εύκολα με αυτό το τσούρμο Ρωμαϊκών γαλερών που έχει περικυκλώσει το νησί! Αλλά δεν είναι ώρα για πολλά λόγια, φώναξε τους πάντες, ώρα για ένα τονοτικό, δε νομίζεις;" Έκλεισε το μάτι καθώς ανακάτευε τη χύτρα του.

"Ασφαλώς! Όλοι για Μαγικό Ζωμό!"

"Ακούσατε τον μάγο, όλοι μια ουρά πίσω από την κατσαρόλα! Για το χωριό μας!" Ο Θρασύβουλος κάλεσε όλο το χωριό να πιεί από το φίλτρο και να διώξει τους Ρωμαίους από το χωριό μια και καλή.

Ενώ επικρατούσε το χάος από άτυχους Ρωμαίους που εύχονταν να είχαν ένα φορείο, η Ξανθίππη είπε λίγο από το Ζωμό και έτρεξε με ταχύτητα για να βρει τον Εφιάλτη. Αυτός ο προδότης πρέπει να πληρώσει!

Τον βρήκε στο σπίτι του, κρυμμένο μέσα σε ένα πιθάρι. "Βρε, βρε... Τι έχουμε εδώ; Προβλήματα, θα έλεγα..." Είπε με έναν απειλητικό τόνο φωνής. "Έλα, Ευρυσθέα μας, μη ντρέπεσαι! Έχουμε κάτι ανοιχτούς λογαριασμούς εμείς..."

Άσε με, ανόητο κορίτσι, εγώ έχω την εύνοια του απεσταλμένου Κάιους Ξεγλίστριους! Δεν μπορείς να κάνεις τίποτα γι αυτό! Φύγε από εδώ πέρα και μη που προξενείς άλλους μπελάδες!"

"Πολύ καλά! Αν αν πιστεύεις ότι αυτός ο Ξεγλίστριους θα σε βοηθήσει, σε στέλνω εκεί!" Είπε και έχωσε μια κλοτσιά στο πιθάρι.

Το οποίο... Τελικά προσγειώθηκε όντως στο εξοχικό του Κάιους Ξεγλίστριους σε ένα μέρος που στο μέλλον θα ονομάζεται πόλη έξω από το Κάστρο.

"Που είχα μείνει, Βρούτε... Ω, ΜΑ ΤΟΝ ΔΙΑ, ΔΕ ΜΠΟΡΕΙ ΕΝΑΣ ΝΑ ΑΠΟΛΑΥΣΕΙ ΤΑ ΣΥΜΠΩΣΙΑ ΤΟΥ ΣΕ ΑΥΤΗ ΤΗ ΧΩΡΑ;!"

"Γ- γεια σου, Κάιους..."

"Για τ' όνομα, Εφιάλτη, τι κάνεις πάνω στην πιατέλα με τα φρούτα μου;!"
-
Ίσως το συμπόσιο του Ξεγλίστριους να μην πήγε φανταστικά, αλλά κάποιο άλλο λίγο πιο πέρα ήταν ήδη πάρα πολύ διασκεδαστικό...

"Ώστε εσείς είστε οι ξακουστοί ανυπότακτοι με το φρούριο που μας είπε ο Αστερίξ, έτσι;"

"Ναι! Και από ότι φαίνεται, εσείς είστε οι ξακουστοί ανυπότακτοι με το μαγικό φίλτρο! Ο Αστερίξ μας μίλησε για σας!

Οι δύο αρχηγοί έσφιξαν τα χέρια και κοίταξαν προς τον Αστερίξ. "Χωρίς εσένα και τους φίλους σου, ίσως το χωριό μου να είχε γίνει απομεινάρια των Ρωμαίων τώρα! Σας ευχαριστούμε όλους, και συγνώμη για την ταλαιπωρία, μικρέ!" Είπε χαμογελώντας ο Θρασύβουλος.

"Παρακαλώ, αλλά τίποτα δεν θα είχε γίνει χωρίς τον γενναίο φίλο μας, τον Μάρκους Σοσιαλίστικους!"

"Ε- εμένα;!" Είπε κοκκινισμένος. "Εγώ έκανα απλά το καθήκον μου, σύντροφοι... Για τον κοινό αγώνα κατά της Ρωμαϊκής Κυριαρχίας, της πλουτοκρατίας και της κοινωνικής αδικίας!"

"Έτσι όπως τα λες!" Είπε και τον έσφιξε σε μια φιλική αγκαλιά, που έκανε τα κόκκαλα του να κάνουν λίγο κρακ, αλλά όλα καλά κατά τα άλλα. Έτσι είναι οι σύντροφοι!

"Αλλά φτάνουν τα πολλά λόγια! Ας αρχίσουν οι χοροί!... Χμ, γιατί κάτι μου λέει ότι ότι αυτό κάποια μέρα θα γίνει τραγούδι;"

Δεσποινίδες έπιασαν τα μαντίλια τους και άρχισαν έναν κυκλικό χορό, λίγο πρωτόγνωρο στους Γαλάτες. Αλλά η χαλαρή και εύθυμη ατμόσφαιρα τους διασκέδασε όλους και υπήρξε χρόνος για να λυθούν κάποιες παρεξηγήσεις....

"Που λες, καλή μου, εγώ δεν προσπάθησα να σου φάω τον άντρα, ήθελα όντως να ακούσω για τη συνταγή του!"

"Α, ναι;"

"Μα, φυσικά! Εγώ τον Πολύδωρο τον έχω κολώνα του σπιτιού μου, όλοι μιλάνε για την πίστη Πηνελόπη στη γειτονιά!"

"Α, με συγχωρείς για την παρεξήγηση, αγαπητή μου! Αν είναι έτσι τότε, έχω να σου προτείνω κι εγώ κάποιες!"

"Θα χαρω να ακούσω!"

... Για λίγο φλερτ...

"Είναι όλοι τους βάρβαροι, Καλλίφωνε! Κανείς δεν εκτιμάει το ταλέντο μου!" Του είπε με παράπονο, καθώς είχε γύρει στον ώμο του και κούρδιζε τη λύρα του.

"Αχ, μην ακούς κανέναν, Κακοφωνίξ! Έχεις τόσο ταλέντο, που είμαι σίγουρος ότι κάποια μέρα το είδος που τραγουδάς θα γίνει mainstream!"

"Mainstream;! Αχ, πες μου κι άλλα!" Του χάιδεψε το πιγούνι με ένα ανόητο γέλιο.

"Μου φαίνεται ότι ο Αηδός σας ήδη γνώρισε τον δικό μας, Μαζεστίξ!"

"Όχι, δεν βλέπω κάτι τέτοιο! Αλλά πάντως, ο Βάρδος σας ήδη γνώρισε τον δικό μας, Θρασύβουλε!"

"Οβελίξ, τι κάνεις;" Η συνεσταλμένη κοριτσίστικη φωνή ακούστηκε από πίσω του και τον έκανε να κοκκινήσει που δεν πρόλαβε να σταματήσει να τρώει εγκαίρως.

"Καλά είμαι, Ξανθίππη..."

"Βλέπω ότι απολαμβάνεις τη μαγειρική μου!"

Ξαφνιάστηκε που άκουσε ότι αυτό το ψητό αγριογούρουνο το είχε μαγείρεψε εκείνη. "Μα βέβαια! Είναι... Τέλεια! Δεν ήξερα ότι φτιάχνεις ψητό αγριογούρουνο!"

"Είναι η σπεσιαλιτέ μου! Το μαρινάρω καλά και μετά το φέρνω στα γλέντια για να ψηθεί στα κάρβουνα!"

"Μμμ!" Μουρμούρησε με ένα ηλίθιο χαμόγελο και κοίταζε μια την κοπελιά, μια το αγριογούρουνο.

Ο Αστερίξ και ο Πανοραμίξ κοιτάχτηκαν και κρατήθηκαν να μην χαχανίσουν, ενώ ο Ιντεφίξ είχε νευριάσει που θα περνούσε πάλι τα ίδια όπως με τη Φραμπαλά. Ή... Στο περίπου, τουλάχιστον.

Αλλά και για κάποιες διαπραγματεύσεις...

"Τι λες, Δρυίδη; Θα μας μάθεις το μυστικό σου; Γι αυτό δεν ήρθαν οι φίλοι σου εδω;" Είπε ανυπόμονα ο Θρασύβουλος.

Ο Πανοραμίξ κοίταξε κάτω αρκετά σκεπτικά. "Ομολογώ ότι δεν είχαμε κάποιον τόσο συγκεκριμένο σκοπό όταν στείλαμε τον Αστερίξ και τον Οβελίξ σε εσάς, το συναίσθημα ότι δεν είμαστε μόνοι μας κατέκλυσε και κάναμε πολύ βιαστικές κινήσεις... Με άλλα λόγια, σκοπός μας δεν ήταν ακριβώς να μεταφέρουμε το μυστικό του Μαγικού Ζωμού, αλλά με κάποιον τρόπο να ενώσουμε τις δυνάμεις μας... Βέβαια, έχεις απόλυτο δίκιο να μου το ζητάς, γιατί αυτός είναι ο μόνος τρόπος ένωσης... Αλλά φοβάμαι πολύ ότι το μυστικό του Ζωμού πρέπει να περνάει μόνο από στόμα Δρυίδη, σε αυτί Δρυίδη..."

Τα λόγια του έκαναν πολλούς να σταματήσουν και να τον κοιτάξουν με περιέργεια και ίσως αγανάκτηση.

"Αλλά, έχω κάποιες ιδέες που μπορεί να φανούν εξίσου χρήσιμες! Έχετε μήπως κανένα τεράστιο βαρέλι;"

Ο Θρασύβουλος το σκέφτηκε λίγο, προσπάθησε να τον καταλάβει, και ύστερα το πρόσωπό του έλαμψε. "Μα, ναι! Φυσικά!"

"Χαίρομαι που έρχεσαι στη σκέψη μου! Λοιπόν, μετά από αυτό το μεγάλο γλέντι, θα σας γεμίσω ένα βαρέλι που αντιστοιχεί σε έξι μήνες Ρωμαϊκών επιθέσεων. Κάθε έξι μήνες, θα σας στέλνω ένα ακόμα με τον Επιδημάις, που έδειξε πολύ ενδιαφέρον για την περιοχή σας και τα προϊόντα σας, οπότε εξυπηρετούμε και αυτόν ταυτόχρονως. Θα είναι δωρεάν, δεν έχω να κερδίσω κάτι από τα χρήματα." Τους εξήγησε με το κλασσικό, ήρεμο και σοφό ύφος του.

"Ο Δρυίδης μιλάει σωστά, σύντροφοι!"

"Ναι! Ζήτω!" Όλοι φώναξαν με χαρά στα λόγια του Μάρκους.

"Συγνώμη που σας διακόπτω τις χαρές, αλλά μετά το μεγάλο γλέντι σας, πρέπει επίσης να επισκευάσουμε την πίσω πύλη! Μου έκαναν μεγάλη ζημιά στο αριστούργημα μου αυτοί οι Φιλισταίοι!" Ακούστηκε η γνωστή και ακατάδεκτη φωνή του Αρτέμιου του αρχιτέκτονα.

"Εμ... Νόμιζα πως ηταν Ρωμαίοι, κύριε αρχιτέκτονα..." Ο ο Οβελίξ μπερδεύτηκε.

"Αχ, όχι, εγώ τον καταλαβαίνω απόλυτα!" Συμπλήρωσε ο Κακοφωνίξ από το βάθος.

"Ο φίλος σας έχει δίκιο, οι λίγες πέτρες που βάλαμε πρόχειρα κρατούν τους Ρωμαίους μακριά για τώρα, αλλά δεν είναι λύση. Θα φτιάξω και λίγο έξτρα ζωμό για την επισκευή τότε!"

"Ναι, κι εγώ κάτι θα κάνω για να γίνει πιο αποτελεσματική, μια καινοτομία ποτέ δεν βλάπτει!"

"Ζήτω!"

Όλοι τρώνε, όλοι πίνουν, και όλοι διασκεδάζουν στο μεγάλο ελληνικό γλέντι του χωριού-φρουρίου!

Όλοι τρώνε, όλοι πίνουν... Ε, δηλαδή σχεδόν όλοι...

"Κατέβα επιτέλους από πάνω από τα σταφύλια μου, Εφιάλτη, είναι αηδία! Μούστο τα κατάντησες τα έρμα!"

Και κάπως έτσι, μια ακόμα περιπέτεια έφτασε στο τέλος της, και οι ήρωες μας από την Αρμορίκη έπρεπε να γυρίσουν πίσω.

"Ήταν χαρά μας να σας βοηθήσουμε να ξεφορτωθείτε Ρωμαίους, φίλοι μου! Η αγαπημένη μας ασχολία, μπορώ να πω!"

"Ω, ναι, με το Ζωμό σας θα γίνει και η δική μας!"

"Τιμή μας, Θρασύβουλα! Ελάτε, παιδιά, ώρα να πηγαίνουμε!"

"Αχ, Αρχηγέ μου, δεν μπορούμε να τον πάρουμε μαζί μας;!" Είπε ο Κακοφωνίξ και σκούπισε ενα δάκρυ.

"Έλα τώρα, που θα αφήσεις τους ανθρώπους χωρίς βάρδο!"

"Το ίδιο ισχύει και για σένα, Οβελίξ! Δεν θα αφήσεις το χωριό χωρίς κόρη αρχηγού! Θα πάμε τώρα να δεις τη Φραμπαλά!"

"Καλή ιδέα... Ίσως να ξέρει καμία συμβουλή για σχέσεις από απόσταση!"

"Μπαμπά, γιατί να μην μείνει ο Οβελίξ;"

"Έλα τώρα, κόρη μου, που θα αφήσεις τους ανθρώπους χωρίς..." Χαμήλωσε τον τόνο της φωνής του. "... Χοντρό και δυνατό τύπο!"

"Αρχηγέ Θρασύβουλε, γιατί να μην τον κρατήσουμε;..."

"Αυτός είναι δικό τους πρόβλημα!" Είπε με τρόμο στη φωνή, αφού είχε προλάβει να ακούσει μια από τις ξακουστές μπαλάντες του Κακοφωνίξ.

"Όμως, εσύ Μάρκους, θα ήθελες να μείνεις εδώ μαζί μας; Ξέρεις, ίσως η κόρη μου κατέληγε να σε συμπαθήσει..." Έβαλε ένα χέρι στον ώμο του και είπε χαμηλόφωνα.

"Όχι ευχαριστώ, σύντροφε..." Ο Σοσιαλίστικους είχε ένα ονειροπόλο βλέμμα στο υπερπέραν. "... Ξέρω ήδη ένα μέρος που θέλω να περάσω το υπόλοιπο της ζωής μου..."

Αυτός ο αποχαιρετισμός ήταν λίγο λυπητερός για κάποιους...

"Θα τα ξαναπούμε, κλειδί του Σολ μου!" Ο Καλλίφωνος του κούνησε ένα μανταλάκι αφού απομακρύνθηκαν αρκετά.

"Ευελπιστώ, μελοδικότερη νότα του πενταγράμμου μου! Θα ήθελα να σου αφιερώσω μια μπαλάντα πριν φύ-!!"

"Λυπάμαι, αλλά το σόου τελείωσε εδώ!" Φώναξε ο Αυτοματίξ και απείλησε με το σφυρί του.

"Αντίο, Οβελίξ... Ίσως κάποια στιγμή τα ξαναπούμε... Μην ανησυχείς, ο πατέρας μου δεν θα με παντρέψει με το ζόρι!" Είπε η Ξανθίππη και τον φίλησε στη μύτη.

"Ε....." Εκείνος δεν είχε λόγια, αλλά η φάτσα του που είχε γίνει σαν παντζάρι τα έλεγε όλα.

"Έλα, Οβελίξ, φεύγουμε!" Η φωνή του Αστερίξ τον έβγαλε από το ροζ συννεφάκι του, που φάνηκε σαν αιώνας παραμονής, αλλά δυστυχώς έπρεπε να επιστρέψει στην πραγματικότητα. "Αντίο, Ξανθίππη..."

"Θα σε περιμένω..."

Μετά από αυτό, όλα επέστρεψαν στα συνηθισμένα. Ο καθένας γύρισε εκεί που ανήκει. Αυτό σημαίνει και για τον Μάρκους φυσικά.

"Πιάσε μου το ελαιόλαδο, σύντροφε! Η πελατεία είναι μπόλικη σήμερα!"

"Αμέσως, σύντροφε Τζουζέππιους!"

"Καλημέρα, σινιορέ Μάρκους!"

"Ωω, Επαναστασία!... Χαίρομαι που σε... Βλέπω... Ξέρεις..." Είπε πολύ ντροπαλά. Ναι, το κόκκινο είναι σίγουρα το χρώμα του!

"Κι εγώ χαίρομαι που σε βλέπω, χιχι!"

"Άσε τα σιρόπια με την αδερφή μου, Μάρκους, και έλα αμέσως στην κουζίνα!"

Και φυσικά, μετά από τέτοιες μεγάλες επιτυχίες, οι Γαλάτες το γιορτάζουν με ένα μεγάλο, φιλικό, γαλατικό γλέντι... Με φαγητά, διήγηση ιστοριών και... Χωρίς τον Κακοφωνίξ...

"Φυσικά, αυτό δεν θα συνέβαινε αν η μουσική μου γινόταν mainstream!"

Όμως καλό θα ήταν να μην παρατηρήσει ο Αυτοματίξ ότι κατάφερες να βγάλεις το φίμωτρο, έτσι;

"Πφτ, Φιλισταίοι!"

~FIN~