heaven
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
heaven | heavens |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]heaven (en)
- (θρησκεία) ο ουρανός, η κατοικία του Θεού, των αγγέλων, των αγίων και ο τόπος που πηγαίνουν οι ψυχές των νεκρών
Σύνθετα
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- heaven στην αγγλική Βικιπαίδεια