op-
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- op- < ⊟ λείπει η ετυμολογία
Ρίζα
[επεξεργασία]op- (eo)
- ρίζα λέξεων που σχετίζονται με την έννοια: σύνολο
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- Χρησιμοποιείται για τη δημιουργία λέξεων που εκφράζουν ίσα σύνολα (π.χ. « ανά δύο », « ανά τρία », κ.λπ.)