professor
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]professor (en)
κατάλληλες προθέσεις
[επεξεργασία]Λατινικά (la)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]professor αρσενικό
Συνώνυμα
[επεξεργασία]Κλίση
[επεξεργασία]Πορτογαλικά (pt)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός | |
---|---|---|
αρσενικό | professor | professores |
θηλυκό | professora | professoras |
professor (pt)