luty
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]luty (pl) αρσενικό
- (μήνας) ο Φεβρουάριος
Συγγενικά
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
[επεξεργασία]luty (pl)
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του lut