Σελήνη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Σελήνη | ||
γενική | της | Σελήνης | ||
αιτιατική | τη | Σελήνη | ||
κλητική | Σελήνη | |||
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Σελήνη < σελήνη < αρχαία ελληνική σελήνη < σέλας < πρωτοελληνική *σFελ- < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *swel-.
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Σελήνη θηλυκό, μόνο στον ενικό
- (αστρονομία) ο φυσικός δορυφόρος της Γης
- (ελληνική μυθολογία) θεότητα της ελληνικής μυθολογίας
- (ιστορία) η Κλεοπάτρα Σελήνη Β΄, πριγκίπισσα της Δυναστείας των Πτολεμαίων, μοναδική κόρη της βασίλισσας Κλεοπάτρας Ζ΄ και του Ρωμαίου Μάρκου Αντώνιου
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Σελήνη στη Βικιπαίδεια
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη σελήνη
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'νίκη' χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Αστρονομία (νέα ελληνικά)
- Δορυφόροι (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Ελληνική μυθολογία (νέα ελληνικά)
- Ιστορία (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)